Πάρε μαχαίρι κόψε με καὶ ρῖξε τὰ κομμάτια μου,
-μάτια μου-
καὶ ρῖξ᾿ τα μέσα στὸ γιαλό.
Ἀπ᾿ τὴ στιγμὴ ποὺ μ᾿ ἄφησες, τὸ κόσμο αὐτὸ σιχάθηκα
-χάθηκα-
καὶ δὲν ἐλπίζω πιὰ καλό.
Ἂν βάζεις τώρα τ᾿ ἄσπρα σου καὶ τὰ μαλαματένια σου,
-ἔννοιά σου-
θά ῾ρθει καιρὸς ποὺ θὰ θρηνῇς,
-μάτια μου-
καὶ ρῖξ᾿ τα μέσα στὸ γιαλό.
Ἀπ᾿ τὴ στιγμὴ ποὺ μ᾿ ἄφησες, τὸ κόσμο αὐτὸ σιχάθηκα
-χάθηκα-
καὶ δὲν ἐλπίζω πιὰ καλό.
Ἂν βάζεις τώρα τ᾿ ἄσπρα σου καὶ τὰ μαλαματένια σου,
-ἔννοιά σου-
θά ῾ρθει καιρὸς ποὺ θὰ θρηνῇς,
ποὺ θὰ σταθεῖς στὸ μνῆμα μου νὰ πεῖς ἕνα παράπονο
-κι ἄπονο-
θὰ μ᾿ εὕρῃς ὅσο κι ἂν πονῇς.
Πάρε φωτιὰ καὶ κᾶψε με κι ἀντάμα μὲ τὴ στάχτη μου
-τ᾿ ἄχτι μου-
μὲς τὰ πελάγη νὰ σκορπᾷς,
νὰ μὴ σέ ῾βρῇ τὸ κρῖμα μου, μαριόλα μου Ἠπειρώτισσα,
-ρώτησα-
καὶ μοῦ ῾παν ἄλλον ἀγαπᾷς.
Το Αργύρης Εφταλιώτης ( Μήθυμνα Λέσβου, 1849 – Αντίμπ (Antibes) νότια
Γαλλία 1923) είναι το φιλολογικό ψευδώνυμο του λογοτέχνη Κλεάνθη
Μιχαηλίδη. Η πρώτη εμφάνιση του Εφταλιώτη στα γράμματα σημειώνεται με τη
συμμετοχή του στον «Φιλαδέλφειο Διαγωνισμό» του 1889, όπου η ποιητική
συλλογή του «Τραγούδια του ξενητεμένου» βραβεύθηκε και απέσπασε τον
έπαινο της κριτικής επιτροπής, αφού το πρώτο βραβείο το κέρδισε ο Κωστής
Παλαμάς με το ποίημα «Ύμνος εις την Αθηνάν».
Το ψευδώνυμο του ποιητή είναι απόρροια της νοσταλγίας του: Προέρχεται
από την Εφταλού', παραθαλάσσια τοποθεσία και σήμερα οικισμό στις
βορειότερες ακτές της Λέσβου (το όνομα προέρχεται από το «Ευθαλού» = ευ +
θάλλω, δηλαδή «πρασινίζω καλά»). Μάλιστα, στην Ευθαλού αγόρασε
αργότερα, επηρεασμένος, ένα κτήμα για να ηρεμεί ο Ηλίας Βενέζης. [Βιογραφία]