Θα 'ρθει μια(ν) ώρα κι η σειρά μου.
Mα πότε θα 'ναι, ποιος το ξέρει;
Mες στη βουβή την κάμαρά μου
θα πνέει της Ανοιξης τ' αγέρι.
Θα παίζει μέσα στα όνειρά μου
και μια αγαπούλα, περιστέρι,
μ' ένα χρυσό με τ' όνομά μου
δαχτυλιδάκι της στο χέρι.
Kαι μια ρομπία στο πεζοδρόμι
το τραγουδάκι της ακόμη
θα λέει σ' ένα τρελό της ήχο...
Tόσο γλυκά, που πριν μ' αφήσεις,
θα λέω, Zωή, να τραγουδήσεις
κι ήρθες τον πιο μου αλέγρο στίχο.
~
από τη συλλογή Στην παλιά στράτα του χωριού, 1925
πηγή
Mα πότε θα 'ναι, ποιος το ξέρει;
Mες στη βουβή την κάμαρά μου
θα πνέει της Ανοιξης τ' αγέρι.
Θα παίζει μέσα στα όνειρά μου
και μια αγαπούλα, περιστέρι,
μ' ένα χρυσό με τ' όνομά μου
δαχτυλιδάκι της στο χέρι.
Kαι μια ρομπία στο πεζοδρόμι
το τραγουδάκι της ακόμη
θα λέει σ' ένα τρελό της ήχο...
Tόσο γλυκά, που πριν μ' αφήσεις,
θα λέω, Zωή, να τραγουδήσεις
κι ήρθες τον πιο μου αλέγρο στίχο.
~
από τη συλλογή Στην παλιά στράτα του χωριού, 1925
πηγή
Ο ποιητής Θανάσης Κυριαζής, γεννήθηκε στο Αγρίνιο το 1887 από πολύ φτωχή οικογένεια που κατάγονταν από τον Προυσσό. 'Εχασε τον πατέρα του σε ηλικία έξι χρονώ. Στο Αγρίνιο τελείωσε το Δημοτικό και τις δύο πρώτες γυμνασιακές τάξεις. Το Γυμνάσιο το τελείωσε στο Μεσολόγγι. Σπούδασε νομικά και φιλολογία στην Αθήνα και σταδιοδρόμησε στο Υπουργείο Οικονομικών. Το 1932 έγινε Διευθυντής του Γενικού Λογιστηρίου του κράτους και το 1938 πάρεδρος του Ελεγκτικού συνεδρίου. Τα πρώτα του ποιήματα δημοσίευσε στην "Διάπλαση των παίδων" του Ξενόπουλου, στην εφημερίδα του Μεσολογγίου «Ανεξάρτητος» καθώς και στο περιοδικό του δημοτικισμού «Νουμάς». Χρησιμοποίησε τα ψευδώνυμα «Θάμυρις ο Φιλάμωνος» και «άγγελος Ρωμαίος». Από το 1923 ως το 1924 ήταν μέλος της συντακτικής επιτροπής που εξέδιδε το περιοδικό "Μούσα". Ίδρυσε και διηύθυνε το Περιοδικό «Νέα Γράμματα» (1924 – 1925). Στην ποίησή του τραγούδησε την επαρχία, όχι ως επιφάνεια αλλά ως ουσία, τον πλούτο ψυχής των ανθρώπων της, «το άξιο και το αληθινό» εκείνων που ζουν μακριά από το πολύβουο άστυ. Πέθανε στη Θεσσαλονίκη το 1950.