Μὴν κλαῖς, μὴ λὲς πῶς τίποτα δὲ σοῦ ῾μειν᾿ ἐδῶ πέρα.
Σοῦ μένει, ἀπάνω στὰ βουνά, τὸ πέρασμα τῆς μπόρας,
σοῦ μένει ἡ χαραυγὴ μακριὰ στὸ πέλαγο κι ἡ μέρα
κάτω στὸν κάμπο κι οἱ ἐλιὲς καὶ τὸ βουητὸ τῆς χώρας.
Σοῦ μένει, ἀπάνω στὰ βουνά, τὸ πέρασμα τῆς μπόρας,
σοῦ μένει ἡ χαραυγὴ μακριὰ στὸ πέλαγο κι ἡ μέρα
κάτω στὸν κάμπο κι οἱ ἐλιὲς καὶ τὸ βουητὸ τῆς χώρας.
Σοῦ μένει ἀκόμα τὸ φτωχό, τ᾿ ἀπάνεμο ἀκρογιάλι,
πού, σὰ βραδιάζει, μέσα του πέφτουν τὰ βράχια, οἱ μῶλοι,
τὰ σπίτια, ὁ γέρος ὁ ψαρὰς ποὺ λάμνει ἀγάλι-ἀγάλι.
Μὴν κλαῖς! Σοῦ μένει ἐκεῖ -γιὰ ἰδές!- ὅλ᾿ ἡ ζωή μας. Ὅλη.
Σοῦ μένει ἐκεῖ μὲ τὴ βουβὴ κι ἀθῴα της γαλήνη,
μὲ τὴ γλυκοχαμόγελη, τὴν ξένοιαστη ὀμορφιά της,
μὲ τὴ σκιά της, τὴ σκιὰ ποὺ ἀρχίζει νὰ τὴ σβήνῃ
σιγὰ-σιγὰ τὸ σούρουπο καὶ τῆς νυχτιᾶς ὁ μπάτης
~
(Σκιές)
Ο Ιωάννης Πολέμης (Αθήνα, 1862 - Αθήνα 1924) ήταν ποιητής και θεατρικός
συγγραφέας. Η ποίησή του χαρακτηρίζεται από ευαισθησία και καλοσύνη,
στοιχεία άλλωστε που χαρακτήρισαν και την ίδια του τη ζωή. Ο Ιωάννης
Πολέμης εντάσσεται στη Νέα Αθηναϊκή Σχολή που αντιτάχτηκε στην υπερβολή
και τον άκρατο ρομαντισμό, ενώ παράλληλα καθιέρωσε (όπως οι Παλαμάς,
Δροσίνης) τη δημοτική γλώσσα στην ποίηση. Είναι ποιητής των χαμηλών
τόνων, αισθηματικός, μελωδικός λυρικός και δραματικός. Το έργο του, που
είχε πρωτοφανή λαϊκή απήχηση, διακρίνει ο μελωδικός στίχος, η απλότητα
και ο αβίαστος συμβολισμός. Πολλά από τα ποιήματά του μελοποιήθηκαν. Ο
Πολέμης επικρίθηκε συχνά και από τους συγχρόνους του και από τους
μετέπειτα κριτικούς για το χαμηλόφωνο ύφος του, για τον έντονο
αισθηματισμό του, την έλλειψη ποιητικού βάθους και θεματικής
πρωτοτυπίας. [Βιογραφία]