[…] Όταν η αγάπη σε καλέσει , ακολούθησέ την
Αν και τα μονοπάτια της είναι δύσβατα κι απότομα.
Κι όταν οι φτερο ύγες της σε τυλίξουν, παραδόσου σ’ αυτήν
Αν και το ξίφος που κρύβουν μέσα τους
μπορεί να σε πληγώσει.
Κι όταν σου μιλήσει πίστεψέ την.
αν και η φωνή της μπορεί να σαρώσει τα όνειρά σου
όπως ο βοριάς σαρώνει το περιβόλι.
Γιατί ακόμα κι όταν η αγάπη σε στεφανώνει
σε καρφώνει στο σταυρό. Ακόμα κι όταν
σε βοηθάει να φουντώσεις, σε κλαδεύει.
Ακόμα κι όταν φτάνει στην κορφή σου
και χαϊδεύει τα φτερά σου
κλαδάκια που τρεμουλιάζουν στον ήλιο
κατεβαίνει στις ρίζες σου
και τις τραντάζει βαθιά σο χώμα.
Η αγάπη σε στοιβάζει πάνω της σα θημωνιά.
Και αφού σε τινάξει για να σε γυμνώσει
και σε λιχνίσει για να βγάλει από πάνω σου το χνούδι
και σε αλέσει για να γίνεις κατάλευκος
και σε ζυμώσει μέχρι να μαλακώσεις
σε παραδίνει στην ιερή φωτιά της να γίνεις άρτος
ιερός για το ιερό γεύμα του Θεού.
Όλα αυτά η αγάπη τα κάνει για να γνωρίσεις
τα μυστικά της καρδιάς σου, και μέσα
απ’ αυτή τη γνώση να γίνεις ένα κομμάτι
της καρδιάς της ζωής.
αν, όμως, μες στο φόβο σου, ψάχνεις μες στην
αγάπη μονάχα ηρεμία και χαρά
τότε σκέπασε καλύτερα τη γύμνια σου
και βγες από το αλώνι της.
για να μπεις σ’ ένα κόσμο δίχως εποχές
όπου θα γελάς αλλά όχι με όλο σου το γέλιο
και θα κλαις αλλά όχι με όλα σου τα δάκρυα.
Η αγάπη δε δίνει τίποτα, παρά μόνο τον εαυτό της
και δεν παίρνει από πουθενά, παρά μόνο από τον εαυτό της.
Η αγάπη δε θέλει να κατέχει και δε θέλει να κατέχεται
γιατί στην αγάπη η αγάπη είναι αρκετή.
Όταν αγαπάς δεν πρέπει να λες: «Ο Θεός είναι
στην καρδιά μου» αλλά μάλλον:
«Εγώ είμαι στην καρδιά του Θεού».
Και μην πιστέψεις ποτέ πως μπορείς να
κατευθύνεις την αγάπη, γιατί η αγάπη
κατευθύνει εσένα, αν σε κρίνει άξιο.
Η αγάπη δεν έχει άλλον πόθο από την αυτοεκπλήρωση
αν όμως εσύ την αγαπάς πρέπει να έχεις πόθους
οπωσδήποτε, κάμε αυτοί να είναι οι πόθοι σου:
Να λειώνεις και να κυλάς σαν μικρό
κελαρυστό ρυάκι μες στη νύχτα.
Να ξέρεις καλά τον πόνο της πολλής τρυφεράδας.
Να σε πληγώνει η δική σου κατανόηση της αγάπης.
Και να ματώνεις πρόθυμα και με χαρά.
Να σηκώνεσαι το χάραμα με καρδιά ανάλαφρη
και να ευχαριστείς που θα αγαπάς μια μέρα ακόμη.
Να αναπαύεσαι το μεσημέρι και να
συλλογίζεσαι την έκσταση της αγάπης.
Να γυρνάς στο σπίτι το απόβραδο γεμάτος ευγνωμοσύνη
Και τέλος, να πλαγιάζεις στο κρεβάτι σου με μια
προσευχή για τον αγαπημένο ή την αγαπημένη
σου, και με έναν ύμνο στα χείλη σου.
~
Χαλίλ Γκιμπράν, Ο προφήτης, εκδ. Printa
Αν και τα μονοπάτια της είναι δύσβατα κι απότομα.
Κι όταν οι φτερο ύγες της σε τυλίξουν, παραδόσου σ’ αυτήν
Αν και το ξίφος που κρύβουν μέσα τους
μπορεί να σε πληγώσει.
Κι όταν σου μιλήσει πίστεψέ την.
αν και η φωνή της μπορεί να σαρώσει τα όνειρά σου
όπως ο βοριάς σαρώνει το περιβόλι.
Γιατί ακόμα κι όταν η αγάπη σε στεφανώνει
σε καρφώνει στο σταυρό. Ακόμα κι όταν
σε βοηθάει να φουντώσεις, σε κλαδεύει.
Ακόμα κι όταν φτάνει στην κορφή σου
και χαϊδεύει τα φτερά σου
κλαδάκια που τρεμουλιάζουν στον ήλιο
κατεβαίνει στις ρίζες σου
και τις τραντάζει βαθιά σο χώμα.
Η αγάπη σε στοιβάζει πάνω της σα θημωνιά.
Και αφού σε τινάξει για να σε γυμνώσει
και σε λιχνίσει για να βγάλει από πάνω σου το χνούδι
και σε αλέσει για να γίνεις κατάλευκος
και σε ζυμώσει μέχρι να μαλακώσεις
σε παραδίνει στην ιερή φωτιά της να γίνεις άρτος
ιερός για το ιερό γεύμα του Θεού.
Όλα αυτά η αγάπη τα κάνει για να γνωρίσεις
τα μυστικά της καρδιάς σου, και μέσα
απ’ αυτή τη γνώση να γίνεις ένα κομμάτι
της καρδιάς της ζωής.
αν, όμως, μες στο φόβο σου, ψάχνεις μες στην
αγάπη μονάχα ηρεμία και χαρά
τότε σκέπασε καλύτερα τη γύμνια σου
και βγες από το αλώνι της.
για να μπεις σ’ ένα κόσμο δίχως εποχές
όπου θα γελάς αλλά όχι με όλο σου το γέλιο
και θα κλαις αλλά όχι με όλα σου τα δάκρυα.
Η αγάπη δε δίνει τίποτα, παρά μόνο τον εαυτό της
και δεν παίρνει από πουθενά, παρά μόνο από τον εαυτό της.
Η αγάπη δε θέλει να κατέχει και δε θέλει να κατέχεται
γιατί στην αγάπη η αγάπη είναι αρκετή.
Όταν αγαπάς δεν πρέπει να λες: «Ο Θεός είναι
στην καρδιά μου» αλλά μάλλον:
«Εγώ είμαι στην καρδιά του Θεού».
Και μην πιστέψεις ποτέ πως μπορείς να
κατευθύνεις την αγάπη, γιατί η αγάπη
κατευθύνει εσένα, αν σε κρίνει άξιο.
Η αγάπη δεν έχει άλλον πόθο από την αυτοεκπλήρωση
αν όμως εσύ την αγαπάς πρέπει να έχεις πόθους
οπωσδήποτε, κάμε αυτοί να είναι οι πόθοι σου:
Να λειώνεις και να κυλάς σαν μικρό
κελαρυστό ρυάκι μες στη νύχτα.
Να ξέρεις καλά τον πόνο της πολλής τρυφεράδας.
Να σε πληγώνει η δική σου κατανόηση της αγάπης.
Και να ματώνεις πρόθυμα και με χαρά.
Να σηκώνεσαι το χάραμα με καρδιά ανάλαφρη
και να ευχαριστείς που θα αγαπάς μια μέρα ακόμη.
Να αναπαύεσαι το μεσημέρι και να
συλλογίζεσαι την έκσταση της αγάπης.
Να γυρνάς στο σπίτι το απόβραδο γεμάτος ευγνωμοσύνη
Και τέλος, να πλαγιάζεις στο κρεβάτι σου με μια
προσευχή για τον αγαπημένο ή την αγαπημένη
σου, και με έναν ύμνο στα χείλη σου.
~
Χαλίλ Γκιμπράν, Ο προφήτης, εκδ. Printa
O Kahlil ή Khalil Gibran (1883-1931), ποιητής, στοχαστής και ζωγράφος,
που έγινε ευρύτερα γνωστός με το βιβλίο του "Ο προφήτης", γεννήθηκε στο
Bsharri του Λιβάνου από φτωχή οικογένεια μαρωνιτών χριστιανών. Το 1895 η
οικογένειά του αναγκάστηκε να μεταναστεύσει στις Ηνωμένες Πολιτείες,
μετά τη φυλάκιση του πατέρα του και τη δήμευση της περιουσίας του από
τις οθωμανικές αρχές, και εγκαταστάθηκε στη Βοστώνη, περιοχή όπου υπήρχε
μεγάλη κοινότητα λιβανέζων. Επειδή δεν είχε πάει καθόλου σχολείο, λόγω
των οικονομικών δυσκολιών των παιδικών του χρόνων (είχε διδαχθεί τα
αραβικά στο σπίτι), γράφτηκε στο αγγλόφωνο σχολείο-γυμνάσιο της
περιοχής. Το 1898 επέστρεψε στη Βηρυτό, όπου γράφτηκε στο κολέγιο και
παρέμεινε για τέσσερα χρόνια για να επανασυνδεθεί με τις πολιτισμικές
του ρίζες. Εν τω μεταξύ, η ικανότητά του στη ζωγραφική είχε ήδη
συγκεντρώσει το ενδιαφέρον του αβάν-γκαρντ φωτογράφου, καλλιτέχνη και
εκδότη της Βοστώνης Fred Holland Day, που τον ενθαρρύνει στις
προσπάθειές του. Το 1904 οργανώνει την πρώτη του έκθεση ζωγραφικής στη
Βοστώνη, κατά τη διάρκεια της οποίας γνωρίζεται με την οκτώ χρόνια
μεγαλύτερή του Mary Elizabeth Haskell, με την οποία θα συνδεθεί με φιλία
για όλη του τη ζωή. Το 1908 πηγαίνει στο Παρίσι για να μαθητεύσει για
δύο χρόνια κοντά στον Αύγουστο Ροντέν, όπου γνωρίζεται με τον, επίσης
πιστό φίλο του, γλύπτη Youssef Howayek. Ενώ τα πρώτα έργα του Γκιμπράν
είναι γραμμένα στα αραβικά, τα περισσότερα έργα του μετά το 1918 είναι
γραμμένα απευθείας στα αγγλικά. Σαν συγγραφέας, θα επιχειρήσει με την
πένα του να γεφυρώσει τον πολιτισμό της Ανατολής με αυτόν της Δύσης.
Ζώντας στην Αμερική, θα προσπαθήσει, δίκην προφήτη, να διασώσει την
ελληνοχριστιανική πολιτισμική παράδοση του ανθρωπισμού, της οποίας η
εγκατάλειψη είναι περισσότερο από αισθητή, και, ταυτόχρονα, να
επανασυνδέσει τον δυτικό άνθρωπο με τη σοφία που είναι κρυμένη μέσα του.
Ο Γκιμπράν ξανάγραψε πολλές φορές τον "Προφήτη" -μια σύνθεση 23
ποιητικών στοχασμών- μέχρι να εκδοθεί, τελικά, το 1923. Γραμμένο από τον
ίδιο στην αγγλική γλώσσα, είναι το βιβλίο που τον έκανε περισσότερο
γνωστό και γνώρισε πολλές επανεκδόσεις. Πέθανε τον Απρίλιο του 1931 στη
Ν. Υόρκη από φυματίωση και κίρρωση του ήπατος και θάφτηκε στην πατρίδα
του. Τίτλοι βιβλίων