Ο Μολιέρος γεννήθηκε στο Παρίσι το 1622 και πέθανε το 1673. Αν και αρχικά ήθελε να ασχοληθεί με το δράμα αποτυγχάνει παταγωδώς και έτσι καταλήγει να γράφει κωμικά ή καλύτερα άκρως σατυρικά έργα σχετικά με τα τεκταινόμενα της τότε εποχής. Αν και προερχόμενος από μια ευκατάστατη οικογένεια γιος εμπόρου υφασμάτων, προορισμένος να γίνει θαλαμηπόλος του βασιλιά Λουδοβίκου ΙΔ’. με εξαιρετική μόρφωση για τα δεδομένα της εποχής αφού σπούδασε στο περίφημο ιησουίτικο
Όμως η αναπάντεχη γνωριμία με την πανέμορφη ηθοποιό Μαντλέν Μπεζάρ τον οδηγεί να ασχοληθεί με αυτό που αληθινά τον ενδιέφερε και δεν ήταν τίποτα άλλο από το θέατρο.
[Τα σημαντικότερα έργα του: Οι κομψεπίκομψες (1659), Σχολείο των γυναικών (1662), Η κριτική του Σχολείου των γυναικών (1663), Ο αυτοσχεδιασμός των Βερσαλλιών (1663), Δον Ζουάν (1665), Ο μισάνθρωπος (1666), Ζώρζ Νταντέν (1668), Ο φιλάργυρος (1668), Ταρτούφος (1664), Ο αρχοντοχωριάτης (1670), Οι σοφολογιότατες (1672), Ο κατά φαντασίαν ασθενής (1673)]
Μαζί ιδρύουν τον θίασο «Ένδοξο Θέατρο» και κάπως έτσι ξεκινούν περιοδείες σε όλη την Γαλλία. Ο Μολιέρος δεν ήταν μόνο θεατρικός συγγραφέας αλλά ηθοποιός και σκηνοθέτης το γεγονός αυτό δεν συγκινείσαι ιδιαιτέρως τον πατέρα του ο οποίος στάθηκε απέναντι του στην επιλογή του να αφήσει την δικηγορία και να ‘πάρει τους δρόμους μαζί με κάποιους τυχάρπαστους της εποχής.
Έχοντας στο ενεργητικό του ήδη δυο άκρως επιτυχημένες κωμωδίες τον ‘Ασυλλόγιστο της Λυών’ στη Λυών το 1655 και το ‘Ερωτικό πείσμα’ στην Μπεζιέ το 1656 επιστρέφει στο Παρίσι το 1658 επιθυμώντας να κατοικήσει εκεί αλλά και να μεγαλουργήσει στην θεατρική σκηνή του Παρισιού. Έτσι το 1658 παρουσιάζει τον ‘Ερωτευμένο Γιατρό’ στον Βασιλιά Λουδοβίκο ΙΔ’ κερδίζοντας όχι μόνο την φιλία του αλλά και την χρηματοδότηση όλων των επικείμενων παραστάσεων του αλλά και το δικό του θέατρο δώρο του Βασιλιά!
Για να ευχαριστήσει τον Βασιλιά για την γενναιοδωρία του ο Μολιέρος μετονομάζει τον θίασο του σε ‘Θίασος του Βασιλιά’ και γράφει για χάρη του Βασιλιά το θεατρικό έργο οι ‘Ψευτοσπουδαίες’ το οποίο κερδίζει την εύνοια του Βασιλιά. Ο Μολιέρος αποκτά πολύ γρήγορα την θέση την οποία επιθυμούσε διακαώς στην γαλλική σκηνή, παρόλα ταύτα η συνέχεια μόνο ρόδινη δεν προμηνύεται.
Ήδη το 1662 ο Μολιέρος γίνεται δέκτης χλευασμών αφού παρουσιάζοντας το έργο του ‘Σχολείο Γυναικών’ σηκώνει θύελλα αντιδράσεων. Η υπόθεση του έργου συνδεόταν με καταστάσεις την τότε κοινωνίας και αυτό ενοχλούσε τους τότε συντηρητικούς αλλά και τους ευγενείς τους οποίους αφορούσε στην ουσία το συγκεκριμένο θεατρικό έργο. Το ‘Σχολείο Γυναικών’ είχε ως πρωταγωνιστή έναν ώριμο άντρα -τον Αρνόλφο- που τρέμει στην ιδέα ότι η μέλλουσα γυναίκα του δεν θα του είναι πιστή. Έτσι υιοθετεί ένα κοριτσάκι το οποίο και φροντίζει να μεγαλώσει μέσα στην άγνοια και τον τρόμο της αμαρτίας, για να μπορέσει ήσυχος κάποια στιγμή να το απολαύσει.
Έπειτα από χρόνια η Αγνή τρομοκρατημένη καθώς είναι από τον κηδεμόνα της που δεν έχει καταφέρει να της εμπνεύσει τα συναισθήματα που θα ήθελε, θα το σκάσει με τον πρώτο νεαρό που θα βρει μπροστά της.. Καταδικάζοντας τη στάση του Αρνόλφου, ο Μολιέρος κριτικάρει ζητήματα όπως εκείνα του έρωτα, της κοινωνίας, των θεσμών της. Εκείνος δεν παραμένει με σταυρωμένα χέρια μπροστά στις δριμύες κριτικές του κοινού και ανταπαντά με τα έργα : ‘Κριτική του Σχολείου Γυναικών’(Ιούνιος 1663) και ‘Αυτοσχεδιασμός των Βερσαλλιών’ (1664).
Την ίδια περίοδο και μη έχοντας προλάβει να κατευνάσουν τα πνεύματα ο Μολιέρος παρουσιάζει μερικές πράξεις από το έργο του ‘Ταρτούφος’. Το έργο παρουσίαζε τον Ταρτούφο ένα ψευτοθρησκευόμενο μικροαπατεώνα που παρουσιάζεται ως υπέρμαχος της ενάρετης ζωής, φιλοξενείται από μια πλούσια, αστική οικογένεια του Παρισιού και διαταράσσει τις ενδοοικογενειακές σχέσεις επηρεάζοντας τον πατέρα της οικογένειας, Οργκόν. Παρ όλες τις εκκλήσεις των υπολοίπων μελών της οικογένειας που προσπαθούν να τον πείσουν ότι ο Ταρτούφος είναι κατ’ επίφαση μόνο άνθρωπος της εκκλησίας, ο Οργκόν επιμένει ότι η παρουσία του μέσα στο σπίτι είναι προς όφελος ολόκληρης της οικογένειας.
Από την πρεμιέρα κιόλας του έργου οι αντιδράσεις ήταν τόσο έντονες που ο Βασιλιάς Λουδοβίκος ΙΔ’ αναγκάστηκε να απαγορέψει το ανέβασμα του. Πέντε ολόκληρα χρόνια κράτησε η απαγόρευση. Η υποβοηθούμενη επιστροφή του έργου στο θεατρικό σανίδι από τον Βασιλιά Λουδοβίκο ΙΔ’ όταν η “παλιά Αυλή” είχε αποδυναμωθεί τελείως ήταν άκρως επιτυχημένη αποσπώντας όχι μόνο διθυραμβικές κριτικές αλλά και μια θέση στο λεξικό της Γαλλικής Ακαδημίας για την λέξη ‘Ταρτούφος’ (συνώνυμο της λέξης απατεώνας).
Η κατακραυγή για τα έργα του Μολιέρου δεν σταματά εκεί αφού εκείνος ποτέ δεν συμμορφώθηκε με τις κοινωνικές νόρμες της εποχής. Συνέχισε ακάθεκτος να σατιρίζει τα τεκταινόμενα και ιδιαίτερα την αψεγάδιαστη εικόνα την οποία ήθελαν να περνάνε οι ευγενείς προς τα έξω. Έτσι ο Μολιέρος παρουσιάζει το έργο του ‘Δον Ζουάν’ το οποίο όμως κατεβαίνει άρον-άρον από το θεατρικό σανίδι. ‘
Έπειτα από όλες αυτές τις απαγορεύσεις η κατάσταση ομαλοποιείται ελαφρώς έτσι κωμωδίες όπως ΄’Φιλάργυρος’ το 1668, ‘Αρχοντοχωριάτης’ το 1870, ‘Οι κατεργαριές του Σκαπίνου’ το 1671, ‘Οι σοφολογιότατες’ το 1672 σώζουν τον Μολιέρο από την οικονομική καταστροφή την οποία είχε βιώσει ουκ ολίγες φορές κατά το παρελθόν παρά την βασιλική χρηματοδότηση την οποία εισέπραττε ανά τακτά χρονικά διαστήματα.
Το τέλος δεν άργησε να έρθει. Η ζωή του Μολιέρου χαρακτηρίζονταν από υπερβολική δουλειά, ψυχολογικά σκαμπανεβάσματα όχι μόνο από τις διώξεις οι οποίες είχαν ασκηθεί εις βάρος του αλλά και από τα οικογενειακά προβλήματα όπως ο θάνατος της γυναίκας του και σχεδόν όλων των παιδιών του.
Η ‘τελευταία’ πράξη για τον Μολιέρο γράφτηκε επί σκηνής. Στις 17 Φεβρουαρίου του 1673 και όντας άρρωστος καταρρέει επί σκηνής ερμηνεύοντας τον ρόλο του ‘Κατά φαντασίαν ασθενή’ στην ομώνυμη παράσταση. Λίγες ώρες αργότερα εξέπνευσε στην οικία του.
Το άψυχο σώμα του Γάλλου συγγραφέα τάφηκε στο τμήμα του νεκροταφείου που ενταφιάζονταν τα αβάπτιστα βρέφη μετά την δύση του ηλίου της 21ης Φεβρουαρίου του 1673, καθώς δεν είχε λάβει τη θεία κοινωνία και δεν είχε αποκηρύξει το επάγγελμα του ηθοποιού.
Έπειτα από αρκετά χρόνια περί το 1792 τα οστά του μεταφέρθηκαν στο μουσείο μνημείων της Γαλλίας και το 1817 μεταφέρθηκαν στο νεκροταφείο Le Père Lachaise. πηγή
~ ~ ~
Αποφθέγματα Μολιέρου..
- Δεν είμαστε υπεύθυνοι μόνο γι’ αυτό που κάνουμε αλλά και γι’ αυτό που δεν κάνουμε.
- Ένας μορφωμένος ηλίθιος είναι πιο ηλίθιος από έναν αμόρφωτο ηλίθιο.
- Αν αυτός είναι ο δικός σας τρόπος να αγαπάτε, σας παρακαλώ να με μισήσετε.
- Το γράψιμο είναι σαν την πορνεία: Στην αρχή γράφει κανείς για τον εαυτό του. Μετά για τους φίλους και, στο τέλος, για τα λεφτά.
- Όσο πιο πολύ αγαπάς κάποιον, τόσο πιο λίγο χρειάζεται να τον κολακεύεις.