Μολιέρος (Molière)

«Ο κατά φαντασίαν ασθενής» (1673)

Μολιέρος (Molière)

«Ο Ταρτούφος» (1664)

Μολιέρος (Molière)

«Ο αρχοντοχωριάτης» (1670)

Ουίλλιαμ Σαίξπηρ

«Όνειρο Θερινής Νυκτός»

Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα

«Ματωμένος Γάμος»

Αντουάν Ντε Σαιντ- Εξυπερύ

«Ο μικρός πρίγκηπας»

Αντόν Τσέχωφ

«Ένας αριθμός»

Ντάριο Φο

«Ο τυχαίος θάνατος ενός Αναρχικού»

Ευγένιος Ιονέσκο

«Ρινόκερος»

Μπέρτολτ Μπρεχτ

«Αν οι καρχαρίες ήταν άνθρωποι»

722 Ποιητές - 8.171 Ποιήματα

Επιλογή της εβδομάδας..

Οδυσσέας Ελύτης, «Το Μονόγραμμα»

Θά πενθώ πάντα -- μ’ακούς; -- γιά σένα, μόνος, στόν Παράδεισο Ι Θά γυρίσει αλλού τίς χαρακιές  Τής παλάμης, η Μοίρα, σάν κλειδούχο...

Μολιέρος (Molière), «Ντον Ζουάν» (1665)

 ΜΟΛΙΕΡΟΣ
"ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ"
(ή η πανδαισία του αγάλματος)
Μετάφραση: ΕΡΡΙΚΟΣ ΜΠΕΛΙΕΣ
Εκδόσεις: ΗΡΙΔΑΝΟΣ

ΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ TOΥ ΕΡΓΟΥ

Ντον Ζουάν: Γιος του Ντον Λουί
Σγκαναρέλ:   Προσωπικός   υπηρέτης   του Ντον Ζουάν
Ντόνα Ελβίρα: Σύζυγος του Ντον Ζουάν
Γκουσμάν: Ακόλουθος της Ντόνα Ελβίρα
Ντον Κάρλος: Αδελφός της Ντόνα Ελβίρα
Ντον Αλόνσο: Ομοίως 
Ντον Λουί: Πατέρας του Ντον Ζουάν
Φρανσίσκο: Ένας φτωχός
Σαρλότ: Χωρική 
Ματουρίν: Ομοίως
Πιερρό: Χωρικός
Άγαλμα: Του Ιππότη
Λαβιολέτ: Υπηρέτης του Ντον Ζουάν
Ραγκοτέν: Ομοίως
Κύριος Ντιμανς: Έμπορος
Λαραμέ: Πληρωμένος δολοφόνος
Φάντασμα Ακόλουθοι: Του Ντον Κάρλος και του Ντον Αλόνσο

Π Ρ Ω Τ Η  Π Ρ Α Ξ Η
(Μπροστά σε ένα ανάκτορο)

ΣΚΗΝΗ 1 
(Σγκαναρέλ, Γκουσμάν)


ΣΓΚΑΝΑΡΕΛ 
(Κρατώντας ένα κουτάκι/ταμπακέρα με θρυμματισμένα φύλλα καπνού) Ας λένε ό,τι θέλουν ο Αριστοτέλης κι όλοι οι φιλόσοφοι: το καλύτερο πράμα στον κόσμο είναι ο καπνός. Το πάθος κάθε τίμιου ανθρώπου.Όποιος μπορεί και ζει χωρίς καπνό δεν είναι άξιος να ζει. Ο καπνός όχι μόνο ευφραίνει και καθαρίζει το μυαλό του ανθρώπου, αλλά διδάσκει και τις ψυχές να είναι ενάρετες, άρα ο καπνός μας κάνει τίμιους. Δεν το 'χεις δει; Μόλις ρουφήξουμε μια πρέζα καπνό, αρχίζουμε τις ευγένειες και προσφέρουμε αριστερά και δεξιά, όπου και να βρισκόμαστε. Δεν προλαβαίνουν να μας ζητήσουν — προλαβαίνουμε την επιθυμία τους.Άρα, φτάνουμε στο ασφαλές συμπέρασμα πως όποιος ρουφάει από τη μύτη καπνό γίνεται τίμιος κι ενάρετος. Όμως, αρκετά ασχοληθήκαμε μ'αυτό   το   θέμα.   Ας   έρθουμε   σ'   αυτό   που   συζητούσαμε   πριν.   Είπες,αγαπητέ   μου   Γκουσμάν,   πως   η   κυρία   σου,   η   Ντόνα   Ελβίρα,ξαφνιάστηκε που φύγαμε τόσο απότομα κι έρχεται από πίσω μας. Κι ακόμα είπες ότι η καρδιά της, που τόσο την τάραξε ο κύριος μου, δεν άντεχε να ζει μακριά του κι έρχεται να τον βρει εδώ. Μεταξύ μας, θέλεις να σου πω τι πιστεύω εγώ; Φοβάμαι πως θα πληρώσει πολύ ακριβά αυτό τον έρωτα της, πως το ταξίδι της εδώ δεν θα 'χει αποτέλεσμα και πως καλύτερα να μένατε εκεί που ήσασταν παρά να 'ρθείτε εδώ που ήρθατε.

ΓΚΟΤΣΜΑΝ
Μα, γιατί τα λες αυτά, Σγκαναρέλ; Τι φοβάσαι και βλέπεις έτσι μαύρα τα πράγματα; Σου άνοιξε την καρδιά του ο αφέντης σου; Έχει κάτι με την κυρία μου κι έφυγε τόσο ξαφνικά;

ΣΓΚΑΝΑΡΕΛ
Τίποτα   απολύτως.   Αλλά,   επειδή   ζω   καιρό   μαζί   του,   ξέρω   πού καταλήγουνε συνήθως τα πράματα. Εκείνος δεν μου έχει πει ούτε λέξη ακόμα, αλλά εγώ πιστεύω πως κάτι τρέχει. Μπορεί να κάνω λάθος, όμως η πείρα μου αυτό μου λέει.

ΓΚΟΤΣΜΑΝ
Τι εννοείς; Που φύγατε έτσι ξαφνικά, λες να σημαίνει κάποια απιστία του Ντον Ζουάν; 
Τον έχεις ικανό να προσβάλει έτσι τον αγνό έρωτα της Ντόνα Ελβίρα;

ΣΓΚΑΝΑΡΕΛ
Όχι, γιατί είναι πολύ άγουρος ακόμα και του λείπει το θάρρος.

ΓΚΟΤΣΜΑΝ
Ένας άνθρωπος της τάξης του θα έκανε ποτέ τέτοια ατιμία;

ΣΓΚΑΝΑΡΕΛ
Ναι, σιγά μην τον εμποδίσει η τάξη του!

ΓΚΟΤΣΜΑΝ
Μα,   θα   πρέπει   να   σεβαστεί   τους   ιερούς   δεσμούς   του   γάμου.

ΣΓΚΑΝΑΡΕΛ
Ποιος, μωρέ Γκουσμάν; Ο Ντον Ζουάν; Αχ, εσύ δεν μπορείς ακόμα να ξέρεις τι άνθρωπος είναι!

ΓΚΟΤΣΜΑΝ
Φυσικά και δεν μπορώ να ξέρω αν μας έκανε τέτοια παλιοδουλειά. Και τότε, γιατί τα έκανε όλα εκείνα; Γιατί τόσος έρωτας, τόση λαχτάρα,τόσες επίμονες εκδηλώσεις λατρείας, τόσοι αναστεναγμοί, τόσα δάκρυα, τόσα φλογερά γράμματα, τόσοι όρκοι; Και γιατί να παραβιάσει το ιερό άσυλο του μοναστηριού για να κλέψει τη Ντόνα Ελβίρα και να την παντρευτεί; Μετά από όλα εκείνα, πώς βρήκε καρδιά ν' αθετήσει το λόγο του; Απορώ.

ΣΓΚΑΝΑΡΕΛ
Εγώ   που   τον   ξέρω,   δεν   απορώ   καθόλου.   Αν   ήξερες   ποιος   είναι πραγματικά, τι μέρος του λόγου είναι, όλα όσα κάνει θα σου φαίνονταν φυσιολογικά γι' αυτόν. Πάντως, δεν μπορώ να σου πω με σιγουριά ότι άλλαξαν τα  αισθήματα του για τη Ντόνα Ελβίρα, γιατί  αυτό δεν το ξέρω. Εμένα μου είπε να φύγω πριν απ' αυτόν και, από την ώρα που έχω φτάσει εδώ, δεν καταδέχτηκε να μου μιλήσει. Όμως, πρόσεχε τον!Ο Ντον Ζουάν, ο αφέντης μου, είναι ο μεγαλύτερος αλήτης σ' όλη την οικουμένη,   σκύλος   λυσσασμένος,   σατανάς,   Τούρκος,   θεομπαίχτης!Αυτός   δεν   πιστεύει   ούτε   σε   Θεό   ούτε   σε   δαίμονα,   ούτε   καν   σε φαντάσματα! Κτήνος, γουρούνι, Σαρδανάπαλος: κλείνει τ' αφτιά του σ' όλες τις συμβουλές και κοροϊδεύει όσα πιστεύουμε εμείς οι άλλοι! Μου λες, παντρεύτηκε την κυρά σου. Αυτός, για να χορτάσει το πάθος του,θα πανδρευότανε μαζί κι εσένα και το σκύλο της και τη γάτα της. Ο γάμος είναι γι' αυτόν μια πολύ απλή κι έξυπνη παγίδα για να πιάνει τις όμορφες. Κυρίες και  δεσποινίδες, αστές και  χωριατοπούλες, τις έχει πάρει σβάρνα όλες! Κι αν άρχιζα να σου λέω πως έχει παντρευτεί εδώ κι εκεί και παραπέρα, θα νύχτωνε ακόμα και θα 'λεγα ονόματα. Καλά,ντε, γιατί χλόμιασες τόσο; Το σκίτσο του σου έκανα, θέλω  πολλή δουλειά ακόμα για να τελειώσω το πορτρέτο του! Πάντως, μεταξύ μας,κάποια μέρα θα πέσει φωτιά και θα τον κάψει. Κι εγώ, καλύτερα να υπηρετούσα το Σατανά αυτοπροσώπως, παρά αυτόν. Βλέπω τόσες βρομιές του, που συχνά εύχομαι να πρησκότανε κι εγώ δεν ξέρω πού,πάντως μακριά μου. Άρχοντας κακός στην ψυχή ποτέ να μη σου τύχει!Κι όμως, εγώ πρέπει να του είμαι πιστός, παρά τη σιχαμάρα που νιώθω.Ο φόβος μ' αναγκάζει να κρύβω όσα έχω μέσα μου και να δείχνω πως μ' αρέσουν όλες οι αηδίες του... Ωχ, να τος! Βγήκε να κάνει τη βόλτα του μπροστά σε τούτο το παλάτι. Εμείς πρέπει να χωρίσουμε τώρα. Άκου,σου άνοιξα την καρδιά μου με κάθε ειλικρίνεια και δεν κράτησα τη γλώσσα  μου σε τίποτα. Όμως, αν κάτι φτάσει στ' αφτιά  του, θα τ'αρνηθώ όλα και θα σε βγάλω ψεύτη.


ΣΚΗΝΗ 2
(Ντον Ζουάν, Σγκαναρέλ)


ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ
Με ποιον μίλαγες; Μου φάνηκε σαν τον Γκουσμάν, τον ακόλουθο της Ντόνα Ελβίρα.

ΣΓΚΑΝΑΡΕΛ
Καλά έκανε και σας φάνηκε.

ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ
Τι, αυτός ήτανε;

ΣΓΚΑΝΑΡΕΛ 
Αυτόματος.

ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ
Και πότε έφτασε εδώ;

ΣΓΚΑΝΑΡΕΛ 
Χτες βράδυ.

ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ
Τι γυρεύει εδώ;

ΣΓΚΑΝΑΡΕΛ
Ξέρετε πολύ καλά τι γυρεύει.

ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ
Επειδή φύγαμε χτες;

ΣΓΚΑΝΑΡΕΛ
Ακριβώς. Απορούσε και με ρώταγε το γιατί.

ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ
Κι εσύ τι του απάντησες;

ΣΓΚΑΝΑΡΕΛ
Ότι εγώ δεν ξέρω τίποτα, γιατί εσείς δεν μου είπατε τίποτα.

ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ
Μπράβο. Για πες μου, εσύ τι φαντάζεσαι;

ΣΓΚΑΝΑΡΕΛ
Εγώ;   Χωρίς   να   σας   αδικώ,   νομίζω   πως   κάποια   
καινούργια ερωτοδουλειά έχετε στο μυαλό σας.

ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ 
Έτσι λες;

ΣΓΚΑΝΑΡΕΛ 
Έτσι λέω.

ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ
Ε, λοιπόν, δεν έπεσες έξω. Μάθε πως κάποιο άλλο πλάσμα έδιωξε απ' το μυαλό μου την Ελβίρα.

ΣΓΚΑΝΑΡΕΛ
Ήμουνα σίγουρος. Τον Ντον Ζουάν τον ξέρω σαν να τον έχω γεννήσει. Ξέρω πόσο σας αρέσουν οι γυναίκες και πόσο αρέσει στην καρδιά σας να πετάγεται από τον έναν έρωτα στον άλλο χωρίς   να   στεριώνει πουθενά.

ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ
Καλά δεν κάνω;

ΣΓΚΑΝΑΡΕΛ 
Ε...

ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ
Τι; Μίλα καθαρά.

ΣΓΚΑΝΑΡΕΛ
Καλά κάνετε, αν σας αρέσει. Καμία αντίρρηση. Αλλά, αν δεν σας αρέσει,αλλάζει το πράμα.

ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ
Μίλα ελεύθερα και πες μου τι σκέφτεσαι.

ΣΓΚΑΝΑΡΕΛ
Ελεύθερα; Ε, λοιπόν, αφεντικό, είναι λιγάκι γαϊδουρινό, ελάχιστα, να τρέχετε από έρωτα σε έρωτα.

ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ
Τι, δηλαδή; Να δεθώ με το πρώτο θηλυκό που με ξελόγιασε και να μην ξανακοιτάξω   γύρω   μου   ποτέ;   Να   φορτωθώ   μια   κάλπικη   τιμή   εν ονόματι της πίστης; Τι ωραίο πράγμα, έντιμος, πιστός και θαμμένος μέσα στον ίδιο έρωτα, νεκρός προτού γεράσω, τυφλός μπροστά στις τόσες ομορφιές που είναι γύρω μου! Ε, όχι δα! Πιστοί είναι μόνο οι γελοίοι   και   οι   ηλίθιοι!   Όλες   οι   καλλονές   πλάστηκαν   για   να   μας γοητεύουνε και μια γυναίκα που μας συγκλόνισε, για λίγο βέβαια, δεν χει το δικαίωμα ν' αποκλείει τις άλλες από την καρδιά μας. Εμένα η ομορφιά  με  ξετρελαίνει  και,  όπου  την  πετυχαίνω,  δεν  φέρνω  καμία αντίσταση και παραδίνομαι στη γλυκιά και βίαιη γοητεία της. Όταν είμαι   ερωτευμένος   με   κάποια,   αυτό   δεν   σημαίνει   πως   πρέπει  ν' αδικήσω τις άλλες. Έχω μάτια, βλέπω, κρίνω την αξία καθεμιάς και της προσφέρω   αυτό   που   η  φύση   μου   υπαγορεύει.   Δηλαδή,   θα   δω   ένα πλάσμα αξιαγάπητο και θα τ' αρνηθώ; Χίλιες καρδιές αν είχα, εύκολα θα   τις   χάριζα   στο   πρώτο   νόστιμο   προσωπάκι.   Στο   κάτω-κάτω,   η καλύτερη   στιγμή   του   έρωτα   είναι   όταν   αυτός   γεννιέται   κι   η μεγαλύτερη   απόλαυση  είναι  όταν   αυτόν   τον   έρωτα   με   άλλον   τον αλλάζεις. Είναι υπέροχο να πολιορκείς μια γυναίκα με γλυκόλογα, να τη βλέπεις μέρα τη μέρα να ενδίδει, να πολεμάς τη φυσική της συστολή με αναστεναγμούς,   όρκους   και   δάκρυα   και,   τέλος,   να   νικάς   τους δισταγμούς της και να τη φέρνεις γλυκά-γλυκά εκεί που θέλεις. Όμως,όταν   την   κατακτήσεις,   δεν   έχεις   τίποτα   πια   να  πεις,   τίποτα   να ποθήσεις,   γιατί   το   πάθος   έχει   ξεθυμάνει   και   η   καρδιά   πέφτει   σε χειμερία νάρκη, ωσότου κάποια καινούργια καλλονή σου ξυπνήσει τον πόθο της επόμενης κατάκτησης. Τελικά, η μεγαλύτερη απόλαυση είναι να νικάς την αντίσταση μιας γυναίκας. Σ' αυτό εγώ μοιάζω με τους φιλόδοξους στρατάρχες που πετάνε από νίκη σε νίκη, κι ο πόθος τους για νέες κατακτήσεις δεν ξεδιψάει ποτέ. Έτσι κι εγώ: δεν θέλω τίποτα να   χορτάσει   τον   πόθο   μου.   Νιώθω   πως   έχω   καρδιά   που   χωράει   ν' αγαπήσει   όλη   την   οικουμένη.   Σαν   Μέγας   Αλέξανδρος,   θέλω   να υπάρχουνε συνέχεια καινούργιοι τόποι για να κατακτώ.

ΣΓΚΑΝΑΡΕΛ
Τι   ωραία   που   τα   λέτε!   Σαν   να   τα   'χετε   μάθει   απέξω   ή   
σαν   να   τα διαβάζετε από βιβλίο!

ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ
Άκουσες όσα είπα. Ποια είναι η γνώμη σου;

ΣΓΚΑΝΑΡΕΛ
Μα την πίστη μου, η γνώμη μου είναι ότι δεν έχω γνώμη. Τα λέτε όλα σαν να 'χετε δίκιο, αλλά το σίγουρο είναι ότι δεν έχετε δίκιο. Εγώ είχα στο μυαλό μου να σας πω τα καλύτερα πράματα του κόσμου, κι εσείς με τα  λόγια  σας μου  τα  μπερδέψατε όλα. Γι   αυτό, τέρμα  σήμερα   η συζήτηση. Την άλλη φορά θα κάτσω να γράψω αυτά που σκέφτομαι και μετά θα έρθω να μιλήσουμε — εσείς θα λέτε κι εγώ θ' απαντάω απ' το χαρτί μου.

ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ 
Ωραία ιδέα.

ΣΓΚΑΝΑΡΕΛ
Πάντως, αφεντικό, με την άδεια σας, βλέπω τη ζωή που κάνετε και ντρέπομαι.

ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ
Γιατί; Τι ζωή κάνω;

ΣΓΚΑΝΑΡΕΛ
Για ζωή, μια χαρά! Παντρεύεστε κάθε μήνα.

ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ
Ναι, το καλύτερο!

ΣΓΚΑΝΑΡΕΛ
Ναι, κύριε, και το καλύτερο και τ' ωραιότερο, και μακάρι να το έκανα κι εγώ.   Τώρα,   να   παίρνετε   ένα   μυστήριο   εκκλησιαστικό   και   να   το επαναλαμβάνετε κάθε μήνα...

ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ
Και τι σε νοιάζει εσένα; Αυτά θα τα βρούμε ο Θεός κι εγώ — εσύ τι ανακατεύεσαι;

ΣΓΚΑΝΑΡΕΛ
Μα,   είναι   αμαρτία   να   κοροϊδεύετε   ολόκληρο   Ύψιστο!   
Όποιος κοροϊδεύει τους πολύ ανώτερους του δεν έχει καλό τέλος.

ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ
Ανόητε, πάλι κουταμάρες λες. Και ξέρεις πόσο βαριέμαι την κατήχηση.

ΣΓΚΑΝΑΡΕΛ
Μα, δεν μιλούσα για σας, Θεός φυλάξοι! Εσείς ξέρετε πάντα τι κάνετε. Και που δεν πιστεύετε σε τίποτα, έχετε τους λόγους σας. Γι' άλλους μιλούσα:   κάτι   αλήτες,   κάτι   παλιόμουτρα,   που   είναι  ακόλαστοι   και άθρησκοι —δήθεν προοδευτικά μυαλά!— γιατί έτσι τους ήρθε. Αν είχα εγώ   έναν  απ'   αυτούς   για   αφεντικό,   θα   του   έλεγα   κατάμουτρα, «Συγγνώμη,   κύριε,   πώς  κοροϊδεύετε  ολόκληρο   Παντελεήμονα   και Παντεπόπτη; Εσείς, σε σύγκριση μ' αυτό τον Παντοτινό είσαστε και σκουλήκι κι ερπετό...» Πάντα υποθετικά μιλάω, για το άλλο αφεντικό! Θα   του   έλεγα,   «Εσείς δεν  μπορείτε   να   τα   βάλετε   με   τον   Πανταχού Παρόντα,   που   όλος   ο   κόσμος   προσκυνάει.  Νομίζετε   ότι,   επειδή   σας θεωρούν αριστοκράτη και φοράτε ξανθιά περούκα κι έχετε στο καπέλο σας φτερά  κι  έχετε ρούχα κεντημένα  και κορδέλες κόκκινες...»  Στον άλλο τα λέω πάντα! «Νομίζετε ότι εσείς είσαστε ο έξυπνος κι οι άλλοι οι ηλίθιοι  που  δεν καταλαβαίνουν  την  αλήθεια;  Μάθετε από μένα,  τον υπηρέτη σας, ότι, αργά ή γρήγορα, ο παντογνώστης ρίχνει φωτιά σ' όποιον δεν τον σέβεται ως Παντοκράτορα και τον τιμωρεί με θάνατο κακό, γιατί Παντοδύναμος είναι, ό,τι θέλει κάνει, και...»

ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ 
Σκάσε πια!

ΣΓΚΑΝΑΡΕΛ 
Τι λέγαμε; Κάτι λέγαμε.

ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ
Έλεγα! Ότι έχω στην καρδιά μου μια όμορφη, που για χατίρι της ήρθα σ' αυτήν εδώ την πόλη.

ΣΓΚΑΝΑΡΕΛ
Μα,   σ'   αυτήν   εδώ   την   πόλη   σκοτώσατε   πριν   έξι   μήνες   εκείνο   τον Ιππότη. 
Δεν φοβάστε;

ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ
Τι να φοβάμαι; Αφού τον σκότωσα!

ΣΓΚΑΝΑΡΕΛ
Εντελώς. Τόσο εντελώς, που δεν μπορεί να παραπονεθεί! 

ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ
Άλλωστε, γι' αυτό το συγκεκριμένο ατυχές περιστατικό, πήρα χάρη·

ΣΓΚΑΝΑΡΕΛ
Πήρατε χάρη από το κράτος. Αλλά μπορεί οι συγγενείς κι οι φίλοι του να σας την έχουνε στημένη...

ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ
Πάντα στο κακό το μυαλό σου εσένα. Εγώ θέλω να σκέφτομαι μόνο τις απολαύσεις που μας περιμένουν. Αυτή η μικρούλα που σου λέω είναι αρραβωνιασμένη και την έχει φέρει εδώ ο μέλλων σύζυγος της. Κατά τύχη συνάντησα αυτό το ερωτευμένο ζευγαράκι τρεις-τέσσερις ημέρες πριν απ' το ταξίδι τους. Δεν έχω δει πλάσματα τόσο ευτυχισμένα κι αγαπημένα.   Η   τρυφερότητα   που  δείχναν  μεταξύ   τους   κι   η   φανερή φλόγα  του  πάθους τους με τάραξε  τόσο που, από ζήλια, άρχισα  να ερωτεύομαι τη νεαρή θεά. Δεν άντεχα να τους βλέπω τόσο καλά μαζί,το πείσμα άρχισε να γεννάει μέσα μου πόθο κι άρχισα να φαντάζομαι πόσο   μεγάλη   ηδονή   θα   ήταν   να   ταράξω  την  αρμονία   τους   και   να διαλύσω το δεσμό τους, που τόσο πλήγωνε τη λεπτεπίλεπτη καρδιά μου. Όμως, δυστυχώς, δεν έχω καταφέρει τίποτα ως τώρα, γι' αυτό σκέφτομαι άλλη τακτική. Το απόγευμα οι δύο ερωτευμένοι θα πάνε βαρκάδα. Θα τους ακολουθήσω με μια άλλη βάρκα, που θα είναι γεμάτη ανθρώπους δικούς μου, κι εύκολα θ' αρπάξω την ωραία.

ΣΓΚΑΝΑΡΕΛ 
Μα,κύριε...

ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ
Τι;

ΣΓΚΑΝΑΡΕΛ 
Μα, πάλι σκεφτήκατε σωστά! Πάνω απ' όλα η απόλαυση σας!

ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ
Έτσι! Φυσικά, θα έρθεις κι εσύ μαζί μου και θα φέρεις τα όπλα μου, μην τύχει  και...  (Βλέπει τη Ντόνα Ελβίρα)  Ορίστε! Το κακό συναπάντημα! Προδότη, γιατί δεν μου είπες πως ήρθε κι αυτή εδώ;

ΣΓΚΑΝΑΡΕΛ
Δεν με ρωτήσατε, αφεντικό.

ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ
Μα, καλά, είναι τελείως τρελή; Ήρθε εδώ με τα ρούχα του ταξιδιού;

ΣΚΗΝΗ 3
(Ντόνα Ελβίρα, Ντον Ζουάν, Σγκαναρέλ)

ΝΤΟΝΑ ΕΛΒΙΡΑ
Ντον Ζουάν, ελπίζω να μου κάνεις την τιμή να με αναγνωρίσεις. 
Κι ελπίζω να καταδεχτείς να με κοιτάξεις.

ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ
Κυρία, με ξαφνιάζεις! Δεν σε περίμενα εδώ.

ΝΤΟΝΑ ΕΛΒΙΡΑ
Ναι,   το   βλέπω   ότι   δεν   με   περίμενες.   Σε   ξαφνιάζω,   ναι,   αλλά   όχι ευχάριστα, όπως προσδοκούσα. Ο τρόπος σου με πείθει γι' αυτό που αρνιόμουν   να   πιστέψω.   Απορώ   με   την  αφέλεια   μου   και   την ανικανότητα  της καρδιάς μου  να  πιστέψει  μια  προδοσία  που  τόσες ενδείξεις τη μαρτυρούσαν. Υπήρξα αρκετά αθώα, τ' ομολογώ, και τόσο ανόητη που ξεγελούσα τον εαυτό μου ρίχνοντας στάχτη στα ίδια μου τα μάτια και διαψεύδοντας την κρίση μου. Έψαξα να βρω αφορμές για να δικαιολογήσω την ψυχρή σας στάση και σκαρφίστηκα χίλιες δυο βάσιμες αιτίες για την αναπάντεχη αναχώρηση σας. Ναι, ήθελα να σου βρω   ελαφρυντικά,   ναι,   ήθελα   να   σε  αθωώσω!   Καθημερινά   μου μιλούσαν οι δίκαιες υποψίες μου κι εγώ σιχαινόμουν τις φωνές που σ' έδειχναν   στα   μάτια   μου   εγκληματία,   ενώ,   αντίθετα,   άκουγα   μ' ευχαρίστηση  τις  χιλιάδες γελοίες χίμαιρες που  σε  περιγράφανε  σαν αναμάρτητο.   Όμως,   η   τωρινή   υποδοχή   σου   δεν  μου   επιτρέπει   ν' αμφιβάλλω   και   το   βλέμμα   σου   όταν   με   είδες   μου   έμαθε   πολλά περισσότερα απ' όσα ήθελα να μάθω. Αλλά, βεβαίως, ήθελα ν' ακούσω από σένα τον ίδιο τους λόγους που σ' έκαναν να φύγεις. Μίλησε, Ντον Ζουάν, να δούμε πώς θα καταφέρεις να δικαιολογηθείς.

ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ
Κυρία, ο Σγκαναρέλ ξέρει γιατί έφυγα.

ΣΓΚΑΝΑΡΕΛ 
(Χαμηλόφωνα, στον Ντον Ζουάν) 
Τι ξέρω εγώ;

ΝΤΟΝΑ ΕΛΒΙΡΑ
Ωραία. Μίλα, Σγκαναρέλ. Δεν έχει σημασία από ποιο στόμα θ' ακούσω η δικαιολογία.

ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ 
(Γνέφει στον Σγκαναρέλ να πλησιάσει) 
Έλα, εξήγησε στην κυρία.

ΣΓΚΑΝΑΡΕΛ 
(Χαμηλόφωνα, στον Ντον Ζουάν) 
Τι να της εξηγήσω;

ΝΤΟΝΑ ΕΛΒΙΡΑ
Λοιπόν, ακούω: γιατί φύγατε έτσι ξαφνικά;

ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ 
Πες της.

ΣΓΚΑΝΑΡΕΛ 
(Χαμηλόφωνα, στον Ντον Ζουάν) 
Όχι, δεν της λέω, γιατί δεν έχω τίποτα να της πω. Και πάψτε να με κοροϊδεύετε!

ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ
Απάντησε της, είπα!

ΣΓΚΑΝΑΡΕΛ
Κυρία...

ΝΤΟΝΑ ΕΛΒΙΡΑ
Μάλιστα;

ΣΓΚΑΝΑΡΕΛ
(Στρέφει στον Ντον Ζουάν) 
Κύριε...

ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ
Αν...

ΣΓΚΑΝΑΡΕΛ
Κυρία,   που   φύγαμε   φταίει   ο   Μέγας   Αλέξανδρος   και   οι   φιλόδοξοι στρατάρχες. 
Αφεντικό, της απάντησα!

ΝΤΟΝΑ ΕΛΒΙΡΑ
Ντον Ζουάν, έχεις την καλοσύνη να μου εξηγήσεις αυτό το γρίφο;

ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ 
Κυρία, για να είμαι ειλικρινής...

ΝΤΟΝΑ ΕΛΒΙΡΑ
Εσύ, ένας αυλικός, που θα έπρεπε να τα έχεις έτοιμα τα ψέματα! Η αμηχανία σου μου προκαλεί θλίψη. Γιατί δεν επιστρατεύεις το θράσος που διαθέτουν όλοι οι αριστοκράτες; Γιατί δεν μου ορκίζεσαι πως τα αισθήματα   σου   παραμένουν   αναλλοίωτα,   πως   μ'   αγαπάς   ακόμα   με πάθος ασυγκράτητο και πως μόνον ο θάνατος μπορεί να μας χωρίσει;Γιατί δεν μου λες πως κάποιες υποθέσεις σου πολύ σημαντικές σε ανα-γκάσανε να φύγεις χωρίς να μου το πεις, πως, παρ' όλο που σου είναι δυσάρεστο, πρέπει να μείνεις εδώ μερικές μέρες και πως εγώ πρέπει να γυρίσω σίγουρη ότι θα έρθεις κι εσύ το συντομότερο; Γιατί δεν μου ορκίζεσαι   πως   φλέγεσαι   από   τον   πόθο   να  ξαναβρεθούμε   και   πως μακριά μου βασανίζεσαι όπως κορμί που το χωρίσανε απ' την ψυχή του; Αυτά έπρεπε να μου πεις, κι όχι να με κοιτάς έτσι, σαν χαμένος.

ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ
Κυρία, σου ομολογώ ότι δεν έχω κανένα ταλέντο στην υποκριτική και ότι η καρδιά μου λέει πάντα την αλήθεια. Δεν μπορώ να ισχυριστώ πως τα αισθήματα μου για σένα είναι αναλλοίωτα και πως φλέγομαι από τον πόθο να ξαναβρεθούμε, αφού είναι ξεκάθαρο πως έφυγα για να σε αποφύγω. Αλλά, όχι για τους λόγους που νομίζεις. Η μόνη αιτία είναι η συνείδηση μου: αυτή δεν μου επέτρεψε ν' αμαρτάνω άλλο μαζί σου. Με βασάνιζαν τύψεις, άνοιξαν τα μάτια της ψυχής μου και είδα τι είχα κάνει. Για να σε παντρευτώ, κυρία, σ' έκλεψα απ' το μοναστήρι και σ' έκανα να παραβείς τους όρκους πως θα μείνεις πιστή αλλού. Ξέρεις, ο Ουρανός είναι ζηλόφθονος σε κάτι τέτοια. Με κυρίεψε έντονη μετάνοια και μεταμέλεια, γιατί φοβήθηκα την οργή τ' Ουρανού, όταν σκέφτηκα πως στην ουσία ο γάμος μας ήταν συγκαλυμμένη μοιχεία και πως, αργά ή γρήγορα, η δυσμένεια του Θεού θα μιας τιμωρούσε. Έτσι αποφάσισα να   σε   ξεχάσω   και   να   σου   δώσω   την   ευκαιρία   να   γυρίσεις   στα προηγούμενα ιερά δεσμά σου. Κυρία, μπορείς να εναντιωθείς σε μια σκέψη τόσο ευλαβική και να μ' εκθέσεις ανεπανόρθωτα στην οργή του Κυρίου;

ΝΤΟΝΑ ΕΛΒΙΡΑ
Κάθαρμα! Τώρα καταλαβαίνω ποιος στ' αλήθεια είσαι και, δυστυχώς,βλέπω ότι είναι και πολύ αργάνα κάνω κάτι. Η τωρινή μου γνώση μόνο σ' απελπισία μπορεί να με ρίξει. Όμως, ξέρε το: αυτό το έγκλημα σου θα το πληρώσεις πολύ ακριβά! 0 Ουρανός, που τον εμπαίζεις, θα σε τιμωρήσει για την αδικία που μου έκανες.

ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ
Ακούς, Σγκαναρέλ, τι θα μου κάνει ο Ουρανός;

ΣΓΚΑΝΑΡΕΛ
Εσείς, αφεντικό, ό,τι είναι μακριά από σας δεν το φοβάστε.

ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ
Κυρία...

ΝΤΟΝΑ ΕΛΒΙΡΑ
Πάψε! Δεν θέλω ν' ακούσω άλλα — και, μάλιστα, κατηγορώ τον εαυτό μου ότι άκουσα πάρα πολλά. Είναι ολιγωρία ν' αφήνεις τον άλλο να σου εξηγεί τη ντροπή σου. Σε τέτοια θέματα, η ευγενική καρδιά πρέπει από την πρώτη λέξη να παίρνει την απόφαση της. Μην περιμένεις να ξεσπάσω εδώ σε κατηγορίες και βρισιές — θα ήταν μάταιο. Όχι, η οργή μου δεν θα ξεθυμάνει με λόγια περιττά, γιατί θέλει να κρατήσει όλη την αψάδα της εκδίκησης. Σου ξαναλέω, από τον Ουρανό θα τιμωρηθείς,δόλιε,  για  την  προσβολή  που  μου   κάνεις!  Και,  αν  δεν  φοβάσαι  τον ουρανό, μάθε να τρέμεις την οργή γυναίκας προδομένης! (Βγαίνει)

ΣΓΚΑΝΑΡΕΛ 
(Μόνος) 
Ας τον πιάνανε, τουλάχιστον, οι τύψεις!

ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ 
(Σκέφτεται για λίγο) 
Άντε, πάμε να οργανώσουμε τη νέα ερωτική μας επιχείρηση.

ΣΓΚΑΝΑΡΕΛ
(Μόνος) 
Πω, πω! Σ' εμένα έπρεπε να τύχει τέτοιο αισχρό υποκείμενο γι' αφέντης!



Δ Ε Υ Τ Ε Ρ Η  Π Ρ Α Ξ Η
(Ανοιχτός χώρος κοντά στη θάλασσα)
ΣΚΗΝΗ 1
(Σαρλότ, Πιερρό)

ΣΑΡΛΟΤ
Ο Χριστός κι η Παναγία! Καλά που βρέθηκες εκεί εσύ, Πιερ-ρο!

ΠΙΕΡΡΟ
Παρά λίγο να πνιγόντουσαν κι οι δυο τους, όλο το ζευγάρι! 

ΣΑΡΛΟΤ
Μα, τι έγινε; Έπιασε μπουρίνι και τους γύρισε τη βάρκα; 

ΠΙΕΡΡΟ
Ναι, Σαρλότ μου. Και Θα σου εξηγήσω πώς έγινε το περιστατικό και το συμβάν.   Εγώ   ήμουνα   ο   πρώτος   που   τους   πήρα   είδηση   και   τους αντιλήφθηκα. Να σου τα πω απ' την Αρχή για να δεις πως αρχίσαν όλα. Ήμασταν εδώ, στην παραλία, εγώ και ο χοντρός μου φίλος, ο Λουκάς.Και   μιας   που   ήμασταν,   είπαμε   να   παίξουμε   κάτι.   Και   αρχίσαμε   να πετάμε χώματα ο ένας στον άλλο για παιχνίδι. Γιατί του Λουκά του αρέσει να παίζει, κι εμένα μου αρέσει να παίζω, αλλά λίγο πιο αραιά.Και πάνω στο παιχνίδι, εγώ είδα κάτι να σαλεύει μέσα στο νερό και να' ρχεται καταπάνω μας και προς το μέρος μας. Και τη μια στιγμή το είδα, αλλά την άλλη δεν το είδα. Και είπα στο Λουκά, «Εκεί μέσα στο νερό είδα ανθρώπους και μετά δεν τους είδα». Και ο Λουκάς μου είπε,«Μπα, δεν είδες τίποτα, αφού λες πως τους είδες και μετά λες πως δεν τους είδες». Κι εγώ του είπα, «Θα είναι άνθρωποι που προσπαθούνε να μην πνιγούνε, αλλά πνίγονται». Και ο Λουκάς μου είπε, «Μπα, δεν ξέρεις τι λες και δεν ξέρεις τι βλέπεις» Κι εγώ του είπα, «Είναι δύο άνθρωποι,ένα ζευγάρι, που παλεύουνε και αγωνίζονται να βγούνε στη στεριά». Κι ο   Λουκάς   μου   είπε,   «Βάζω   στοίχημα  δέκα   φράγκα   πως   δεν   είδε τίποτα». Κι εγώ του είπα, «Τα βάζω κι εγώ, γιατί ούτε στραβός ήμουνα,ούτε τυφλός, ούτε μεθυσμένος, ούτε πιωμένος. Εγώ ξέρω πάντα τι λέω,άμα το λέω. Και για να μην πολυλογώ και λέω φλυαρίες, μόλις είχαμε βάλει κάτω τα λεφτά, είδαμε δύο ανθρώπους να μας κουνάνε τα χέρια και να μιας ζητάνε βοήθεια με χειρονομίες για να τους βγάλουμε από τη θάλασσα και από το νερό. Κι εγώ άρπαξα πρώτα τα λεφτά που είχαμε βάλει στοίχημα και μετά του είπα, «Πάμε Λουκά, να τους διασώσουμε!»Κι ο Λουκάς μου είπε, «Τρελός είμαι να διασώσω αυτούς που με κάνανε να χάσω τα λεφτά μου;» Κι εγώ του είπα, «Να τους διασώσουμε, γιατί αλλιώς θα πνιγούνε και θα πεθάνουνε». Και τον έφερα στο φιλότιμο,και αρπάξαμε μια βάρκα, και πήγαμε δίπλα τους, και τους διασώσαμε ζωντανούς. Και μετά τους πήγαμε στο σπίτι, να ζεσταθούνε στη φωτιά και στη θερμότητα. Κι εκείνοι ξεβρακωθήκανε και μείνανε όπως τους γέννησε η μάνα τους για να στεγνώσουνε τα ρούχα τους και να μην είναι   βρεμένα.   Και   μετά   από   λίγο   ήρθανε   κι   άλλοι  δύο,   που φαινόντουσαν παρέα  τους και  συντροφιά  τους, αλλά  εκείνοι  είχαν εσωθεί  μόνοι  τους  και  οικειοθελώς.  Και  μετά   ήρθε  η  Ματουρίν,   που εκείνοι αρχίσαν να της κάνουν γλύκες. Και τώρα σου εξήγησα αυτό που έπρεπε να σε διαφωτίσω, Σαρλότ.

ΣΑΡΛΟΤ
Και μου είπες ότι ένας απ' αυτούς είναι πολύ ωραίος άντρας. 

ΠΙΕΡΡΟ
Ναι,  o αφέντης τους. Αυτός θα είναι κάποιος πολύ σπουδαίος, γιατί τα ρούχα του είναι στολισμένα με χρυσάφια παντού. Αλλά και οι άλλοι που   του   είναι   υπηρετικό   προσωπικό,   δείχνουν   προσωπικότητα άρχοντα. Αλλά όσο και πολύ σπουδαίος να είναι και με πολύ χρυσάφινα είναι, θα είχε πνιγεί, αν δεν ήμουν εγώ να τον σώσω.

ΣΑΡΛΟΤ
Μήπως τα παραλές, Πιερρό;

ΠΙΕΡΡΟ
Όχι, μια το Θεό, Σαρλότ μου, χωρίς εμάς θα ήτανε στον πάτο και θα κάνανε παρέα στα ναυάγια.

ΣΑΡΛΟΤ
Κι είναι ακόμα ξεβράκωτος στο σπίτι σου; 

ΠΙΕΡΡΟ
Όχι, τον ντύσανε μπροστά μιας. Χριστούλη μου, δεν είχα ξαναδεί να ντύνουν άρχοντα και αυλικό. Να δεις τι ρούχα κουβαλάνε πάνω τους αυτοί οι αυλικοί! Πολλά και με πολλές τρύπες, να μην ξέρεις πού να βάλεις τα χέρια και πού τα πόδια σου. Και τα μαλλιά τους! Τα μαλλιά τους, Σαρλότ, είναι ιδιόκτητα, αλλά δεν είναι τα δικά τους. Βάζουνε στο κεφάλι ένα σκούφο κι από πάνω εκείνα τα ιδιόκτητα ξένα μαλλιά. Και τα   πουκάμισα   τους   έχουν   τόσο   φαρδιά   μανίκια,   που   χωράνε  δύο κανονικούς ανθρώπους. Και αντί για βρακιά έχουνε κάτι φουφούλες φαρδιές που χάνεσαι μέσα τους. Και κάτι γιλέκα πολύ κοντά, σαν να' ναι τα βαφτιστικά τους. Και πάνω απ' όλα αυτά φοράνε και δαντέλες και   φούντες   και   κρόσσια   και   σιρίτια   και   κορδέλες,   όλα   τού τα μπλεγμένα   κι  ανάκατα.   Ως   και   στα   υποδήματα   που   φοράνε   για παπούτσια έχουνε κορδέλες και κρόσσια και απορώ πώς περπατάνε και δεν μπουρδουκλώνονται.

ΣΑΡΛΟΤ
Μα το Θεό, θέλω να τα δω κι εγώ αυτά. 

ΠΙΕΡΡΟ
Πρώτα θέλω να σου πω κάτι εγώ.

ΣΑΡΛΟΤ
Πες το.

ΠΙΕΡΡΟ
Αυτό που θα σου πω βγαίνει από μέσα μου κι απ' την καρδιά μου. Το ξέρεις ότι σ' αγαπώ, το ξέρεις ότι θέλω να παντρευτούμε μαζί, εμείς οι δύο, αλλά να ξέρεις ότι σου έχω και παράπονα.

ΣΑΡΛΟΤ
Μπα; Τι παράπονα;

ΠΙΕΡΡΟ
Με στενοχωρείς, Σαρλότ, και μετά γεμίζω στενοχώρια.

ΣΑΡΛΟΤ
Γιατί, καλέ;

ΠΙΕΡΡΟ
Γιατί δεν μ' αγαπάς.

ΣΑΡΛΟΤ
Α! Αυτό είν' όλο;

ΠΙΕΡΡΟ
Αυτό. Θες κι επιπλέον;

ΣΑΡΛΟΤ
Αχ, βρε Πιερρό, όλο το ίδιο πράμα μου λες. 

ΠΙΕΡΡΟ
Σου λέω το ίδιο πράμα, γιατί με στενοχωρεί το ίδιο πράμα. Αν ήτανε άλλο πράμα, θα σου έλεγα το άλλο πράμα που θα με στενοχωρούσε.

ΣΑΡΛΟΤ
Μα, τι παραπάνω θες;

ΠΙΕΡΡΟ
Αυτό. Το ίδιο πράμα. Να μ' αγαπάς.

ΣΑΡΛΟΤ
Και δεν σ' αγαπώ;

ΠΙΕΡΡΟ
Όχι, δεν μ' αγαπάς! Κι εγώ, ο καημένος, όποια προτίμηση έχεις κι όποια επιθυμία, τρέχω να σου  τη φέρω. Σου  αγοράζω  κορδέλες από κάθε πραματευτή και γυρολόγο που περνάει. Σου πιάνω κοτσύφια από κάθε δέντρο και κάθε θάμνο. Στη γιορτή σου βάζω να παίζει κάθε όργανο και κάθε βιολί. Κι εσύ, τίποτα! Λες και  βαράω το κεφάλι μου  στον τοίχο! Δεν είναι ούτε ωραίο, ούτε όμορφο, ούτε τίμιο, ούτε έντιμο να μην αγαπάς αυτόν που σ' αγαπάει.

ΣΑΡΛΟΤ
Χαζούλη μου, σ' αγαπώ!

ΠΙΕΡΡΟ
Πώς; Και γιατί δεν το βλέπω και δεν το αντιλαμβάνομαι;

ΣΑΡΛΟΤ
Τι θες να κάνω;

ΠΙΕΡΡΟ
Αυτά που κάνει όλος ο κόσμος, .άμα αγαπάει αληθινά. 

ΣΑΡΛΟΤ
Δηλαδή, δεν σ' αγαπάω αληθινά; 

ΠΙΕΡΡΟ
Όχι! Όταν κάποιος αγαπάει αληθινά, το δείχνει με χίλιους τρόπους. Η χοντρή, η Τομαζίνα, που έχει χάσει το μυαλό της και το νου της για τον νεαρό Ρομπέν, δεν τον αφήνει στιγμή σε ησυχία. Περνάει δίπλα του, δήθεν τυχαία, και πότε του χαμογελάει, πότε του δίνει μια τσιμπιά και τις προάλλες, εκεί που ο νέος πιτσιρικάς πήγαινε να κάτσει στο σκαμνί,του τράβηξε το σκαμνί και πάρ' τον κάτω. Αυτό είναι αγάπη! Ενώ εσύ τι κάνεις — στέκεσαι εκεί σαν κούτσουρο και μένεις μουγκή χωρίς να λες   κουβέντα.   Δέκα   φορές   να  περάσω   από  μπροστά  σου,   ούτε   ένα χαμόγελο, ούτε μια τσιμπιά. Τι κοπέλα αγαπώ; Εγώ να καίγομαι, κι αυτή να είναι πάγος και ψυχρή;

ΣΑΡΛΟΤ
Και τι θες να κάνω; Έτσι είν' ο χαρακτήρας μου. 

ΠΙΕΡΡΟ
Ο χαρακτήρας αλλάζει, γιατί σ' αλλάζει η αγάπη, επειδή αγαπάς τον άλλο.

ΣΑΡΛΟΤ
Τι να κάνουμε; Όσο μπορώ σ' αγαπώ. Αν δεν σου φτάνει αυτό, ψάξε να βρεις άλλη.

ΠΙΕΡΡΟ
Ορίστε! Αυτό δεν θα το 'λεγες, αν μ' αγαπούσες αληθινά.

ΣΑΡΛΟΤ
Δεν αντέχω άλλο, μ' έπρηξες!

ΠΙΕΡΡΟ
Ορίστε! Σ' έπρηξα κιόλας! Πώς σ' έπρηξα; Με την αγάπη μου;

ΣΑΡΛΟΤ
Καλά, ας ηρεμήσουμε. Μη με ζαλίζεις άλλο, και μπορεί να μου 'ρθει ξαφνικά.

ΠΙΕΡΡΟ
Ο έρωτας κι η αγάπη; Αχ, μπράβο σου, Σαρλότ μου!

ΣΑΡΛΟΤ
Μπράβο μου, Πιερρό μου!

ΠΙΕΡΡΟ
Κάνε μια προσπάθεια και ζορίσου να μ' αγαπήσεις λιγάκι παραπάνω.

ΣΑΡΛΟΤ
Ναι, καλέ, αλλά πρέπει να 'ρθει και μόνο του. Πιερρό, αυτός είναι ο κύριος;

ΠΙΕΡΡΟ
Ναι, αυτός είναι.

ΣΑΡΛΟΤ
Αχ! Τέτοιος άντρακλας, κρίμα ήτανε να πνιγεί! 

ΠΙΕΡΡΟ
Εγώ φεύγω για λίγο. Τι κούραση πέρασα σήμερα! Πάω να πιω κάνα ποτηράκι, 
να στυλωθώ και να τον ωθώ, κι έρχομαι.

ΣΚΗΝΗ 2
(Ντον Ζουάν, Σγκαναρέλ, Σαρλότ)


ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ
Μας χάλασε η δουλειά, Σγκαναρέλ. Αυτό το ξαφνικό μπουρίνι γύρισε ανάποδα τη βάρκα και τα σχέδια μας. Αλλά, για να πω την αλήθεια, αυτή η χωριατοπούλα που μόλις άφησα, διόρθωσε λίγο το κακό. Η ομορφιά   μας   κάνει   να   ξεχνάμε   τα   βάσανα   μας.   Αυτή   δεν   θα   μου ξεφύγει! Κι έχω κάνει όλη την προεργασία: δεν θα χρειαστεί να παίξω πολύ θέατρο για να έρθει στην αγκαλιά μου.

ΣΓΚΑΝΑΡΕΛ
Ε, λοιπόν, αφεντικό, δεν ξέρω τι να πω. Μόλις πριν λίγο γλιτώσαμε από του   χάρου   τα   δόντια  και,   αντί   να   πείτε   δόξα   τω   Θεώ,   που   μας λυπήθηκε, αρχίσατε πάλι να τον προκαλείτε αυτό το Θεό μ' έρωτες κι αμαρτ...   Σγκαναρέλ,   είσαι   ηλίθιος!   Ντροπή   σου   αυτά   που   λες!   Ο αφέντης σου ξέρει τι κάνει. Πάμε!

ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ 
(Βλέποντας τη Σαρλότ) 
Α! Α! Σγκαναρέλ, κι άλλη χωριατοπούλα! Πολύ νόστιμο πλάσμα. 
Και πολύ ομορφότερη από την άλλη.

ΣΓΚΑΝΑΡΕΛ
Φυσικά, φυσικά. (Μόνος) Καινούργια μπερδέματα!

ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ
Κούκλα μου, πώς από δω; Πώς μέσα σε τούτο το άγριο τοπίο φύτρωσε ομορφιά σαν τη δική σου;

ΣΑΡΛΟΤ
Τι να πω, κύριε, φύτρωσε! Καλοσύνη σας που το λέτε.

ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ 
Από δω είσαι;

ΣΑΡΛΟΤ
Από πού αλλού να ήμουνα;

ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ
Και μένεις εδώ;

ΣΑΡΛΌΤ
Πού αλλού να έμενα;

ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ
Χάρισε μου τ' όνομα σου.

ΣΑΡΛΟΤ
Σαρλότ, κύριε, στις διαταγές σας.

ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ
Τι υπέροχο πλάσμα, τι διαπεραστικά μάτια!

ΣΛΡΛΟΤ
Με κάνετε να ντρέπομαι.

ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ
Γιατί να ντρέπεσαι; Η αλήθεια δεν είναι ντροπή. Σγκαναρέλ, τι λες, δεν είν' υπέροχη; Για κάνε μια στροφή, κορίτσι μου. Ω, τι κορμάκι! Σήκωσε λίγο το κεφάλι. Ω, τι προσωπάκι! Άνοιξε τα μάτια. Ω, τι ματάρες! Και,για να δω, για να δω. Τι δοντάκια ερωτικά, τι χειλάκια τραγανά! Νιώθω χαμένος, δεν έχω δει ποτέ μου ομορφότερο πλάσμα!

ΣΑΡΛΟΤ
Λυτά τα λέτε σοβαρά ή για να με κοροϊδέψετε; 

ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ
Εγώ να σε κοροϊδέψω; Μη χειρότερα! Κοροϊδεύει όποιος θαυμάζει από τα βάθη της καρδιάς του;

ΣΑΡΛΟΤ
Αν είναι από τα βάθη, σας ευχαριστώ και σας είμαι υποχρεωμένη.

ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ
Υποχρεωμένη να είσαι μόνο στην ομορφιά σου.

ΣΑΡΛΟΤ
Στην ομορφιά μου. Όμορφα τα λέτε, κύριε, αλλά εγώ δεν βρίσκω κάτι
όμορφο να σας απαντήσω.

ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ
Σγκαναρέλ, κοίτα χεράκια!

ΣΑΡΛΟΤ
Καλέ, τι λέτε! Αυτά είναι μαύρα, σαν να μην πω τι!

ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ
Σώπα! Είναι τα ομορφότερα χεράκια του κόσμου. Ω, άφησε με να σου τα φιλήσω.

ΣΑΡΛΟΤ
Μεγάλη μου τιμή και, αν το 'ξερα από πιο πριν, θα τα χα πλύνει κιόλας.

ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ
Πες μου, Σαρλότ υπέροχη, είσαι παντρεμένη;

ΣΑΡΛΟΤ
Όχι ακόμα, κύριε. Σε λίγο καιρό παντρεύομαι τον Πιερρό, το γιο της γειτόνισσας μας, της Σιμονέτ.

ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ
Αδύνατον. Πλάσμα σαν κι εσένα να παντρευτεί χωριάτη; Α, όχι, όχι,όχι! Αυτό είναι μεγάλη αμαρτία. Εσύ δεν πρέπει να θαφτείς σε τούτο το χωριό, εσύ αξίζεις πολύ καλύτερη τύχη. Ο Ουρανός το ξέρει αυτό, γι' αυτό μ' έστειλε: για να εμποδίσω αυτό το γάμο και να τιμήσω την ομορφιά σου όπως της τρέπει.Σαρλότ, σ' αγαπώ, σ' αγαπώ μ' όλη μου την καρδιά και, αν το θελήσεις,σε  παίρνω   αμέσως  από  τούτο τον πανάθλιο τόπο και  σε  πάω   στα μεγαλεία   που   σου   αξίζουν.   Σίγουρα,   ο   έρωτας   μου   για   σένα   είναι κεραυνοβόλος.   Αλλά   δεν   φταίω   εγώ,   η   απαράμιλλη   ομορφιά   σου ευθύνεται, Σαρλότ: άλλη γυναίκα θα μου έπαιρνε έξι μήνες για να τη συμπαθήσω, εσένα σ' ερωτεύτηκα μέσα σ' ένα τέταρτο.

ΣΑΡΛΟΤ
Κύριε, εσείς μιλάτε κι εγώ  δεν ξέρω  τι  να κάνω. Αυτά  που  λέτε με τρελαίνουν και θα ήθελα μ' όλη μου την ψυχή να τα πιστέψω. Αλλά μ' έχουνε μάθει από μικρή να μη δίνω σημασία στα λόγια των αυλικών,που κυνηγάνε να γευτούν τις χάρες των κοριτσιών.

ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ
Με βάζεις κι εμένα μ' εκείνους;

ΣΓΚΑΝΑΡΕΛ
Α, πα, πα! Εκείνοι από κει, αυτός από δω!

ΣΑΡΛΟΤ
Ξέρετε, κύριε, εμείς οι φτωχές έχουμε μόνη προίκα την τιμή μας. Και,καλύτερα να πεθάνω παρά να χάσω τσάμπα τη μόνη προίκα μου.

ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ
Μ' έχεις για τόσο μαυρόψυχο; Ν' ατιμάσω ένα πλάσμα σαν κι εσένα και μετά να τ' αφήσω; Δείχνω τέτοιος άνθρωπος; Ε, όχι, δεν δείχνω! Και η συνείδηση   μου   δεν   μ'   αφήνει.   Εγώ,   Σαρλότ,   σ'   αγάπησα   τίμια   κι ειλικρινά. Θες και παραπάνω απόδειξη πως μόνος σκοπός μου είναι να σε παντρευτώ; Να: ο άνθρωπος που βλέπεις γίνεται μάρτυρας ότι σου δίνω υπόσχεση.

ΣΓΚΑΝΑΡΕΛ
Ναι, ναι, μείνε ήσυχη. Θα σε παντρευτεί όσες φορές θέλεις. 

ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ
Αχ, Σαρλότ, δεν με ξέρεις ακόμα καλά. Γι' αυτό με αδικείς και με βάζεις μαζί   με   τους   άλλους. Αν  υπάρχουν άθλιοι άντρες στον κόσμο και θέλουν να ξεγελάσουν τις κοπέλες, εμένα μη με λογαριάζεις ίδιον μ' αυτούς και μην έχεις αμφιβολίες για την ειλικρίνεια μου. Άλλωστε, εσύ δεν πρέπει να φοβάσαι: οι τόσο όμορφες δεν κινδυνεύουν να τις ξεγελάσει κανένας. Και, ειδικά εγώ, καλύτερα να ρίξω στην καρδιά μου χίλιες μαχαιριές παρά να σε προδώσω.

ΣΑΡΛΟΤ
Θεέ μου, δεν ξέρω αν λέτε ψέματα ή αλήθεια, όμως θέλω πολύ να σας πιστέψω.

ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ
Άμα με πιστέψεις, σίγουρα θα καταλάβεις πως έχω δίκιο. Λοιπόν, σου ξαναλέω την υπόσχεση που σου έδωσα. Δεν δέχεσαι; Δεν θέλεις να γίνεις γυναίκα μου;

ΣΑΡΛΟΤ
Εγώ θέλω, αλλά πρέπει να θέλει κι η θειά μου.

ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ
Αφού εσύ θέλεις, δώσε μου το χέρι σου.

ΣΑΡΛΟΤ
Να σας το δώσω, κύριε, αλλά κι εσείς μη με γελάσετε. Θα 'ναι μεγάλη αμαρτία, αφού βλέπετε πόση εμπιστοσύνη σας δείχνω.

ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ
Μα, αμφιβάλλεις ακόμα για την ειλικρίνεια μου; Θες να σου ορκιστώ; Ο Ουρανός να με...

ΣΑΡΛΟΤ
Αχ, όχι, μην ορκίζεστε, σας πιστεύω.

ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ
Ωραία. Δώσε μου ένα φιλάκι για αρραβώνα.

ΣΑΡΛΟΤ
Α, κύριε, περιμένετε να παντρευτούμε πρώτα, και μετά σας δίνω όσα φιλάκια θέλετε.

ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ
Αφού το θέλεις έτσι, όμορφη Σαρλότ, έτσι θα γίνει. Δώσε μου μόνο το
χεράκι σου, με χίλια φιλιά να σου δείξω την αγαλλίαση της ψυχής μου.

ΣΚΗΝΗ 3 
(Ντον Ζουάν, Σγκαναρέλ, Πιερρό, Σαρλότ)

ΠΙΕΡΡΟ
(Μπαίνει ανάμεσα τους και σπρώχνει τον Ντον Ζουάν) 
Συγγνώμη, κύριε, παραμερίστε πιο πέρα, κύριε. Πολύ θερμός γίνατε, κύριε — μήπως έχετε πυρετό;

ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ 
(Σπρώχνει άγρια τον Πιερρό) 
Ποιος είν' αυτός ο αναιδέστατος; 

ΠΙΕΡΡΟ
Είπα, πιο πέρα και μην πασπατεύετε χαϊδευτικά τις αρραβωνιαστικιές των αλλωνών!

ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ
(Συνεχίζει να τον σπρώχνει) 
Ουφ, κακός μπελάς μας βρήκε! 

ΠΙΕΡΡΟ
Τι διάολο; Δεν σπρώχνουν έτσι τον κόσμο! 

ΣΑΡΛΟΤ
(Τραβάει τον Πιερρό από το χέρι)  
Έλα, Πιερρό, άσ' τονε να κάνει ό,τι θέλει.

ΠΙΕΡΡΟ
Όχι, δεν θα κάνει αυτό που θέλει, γιατί δεν θέλω εγώ!

ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ
!

ΠΙΕΡΡΟ
Τι,   δηλαδή,   επειδή   είσαστε   αριστοκράτης   κι   ευγενής,   νομίζετε   ότι μπορείτε να χερουκλώνετε τις μνηστές μας; Να πάτε στις δικές σας!

ΝΤΟΝ ZOΥAN
;

ΠΙΕΡΡΟ
Έξι και ξερός!  
(Ο Ντον Ζουάν του δίνει σφαλιάρα) 
Τώρα, γιατί βαράτε;
(Άλλη σφαλιάρα) 
Γαμώτο μου! Αυτό είναι το ευχαριστώ, Έπρεπε να σας αφήσω να πνιγείτε και να πεθάνετε!

ΣΑΡΛΟΤ
Πιερρό μου, μη θυμώνεις.

ΠΙΕΡΡΟ
Όχι θα θυμώσω! Κι εσύ, βρομιάρα, κάθεσαι και σε χουφτώνει!

ΣΑΡΛΟΤ
Όχι, Πιερρό, άδικα θυμώνεις. Ο κύριος θέλει να με παντρευτεί.

ΙΙΙΕΡΡΟ
Πώς θα σε παντρευτεί; Αφού είσαι λογοδοσμένη κι αρραβωνιασμένη μ' εμένα.

ΣΑΡΛΟΤ
Δεν πειράζει. Αχ, Πιερρό, δεν θα χαρείς που θα με δεις κυρία; 

ΠΙΕΡΡΟ
Όχι, ρε διάολε, δεν θα χαρώ. Καλύτερα να σε δω νεκρή και πεθαμένη, παρά στην αγκαλιά άλλου.

ΣΑΡΛΟΤ
Έλα, βρε Πιερρό, μη στενοχωριέσαι. Άμα γίνω κυρία, θα σ' έχω για τα θελήματα, θα μας φέρνεις στο σπίτι βούτυρο και τυρί.

ΠΙΕΡΡΟ
Τίποτα δεν θα φέρνω, ακόμα κι αν πληρώνομαι διπλά. Έτσι,ε; Κάθεσαι και πιστεύεις τα παραμύθια και τους μύθους που σου λέει αυτός! Που ο διάολος να τον πάρει! Εγώ φταίω που έτρεξα και βιάστηκα να τον βγάλω απ' το νερό. Εκεί έπρεπε να τον αφήσω και να του δώσω και μια στο κεφάλι  με το κουπί να πάει στον πάτο της θάλασσας.

ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ
(Πλησιάζει τον Πιερρό να τον χτυπήσει ξανά) 
Τι είπες; Για ξαναπές το!

ΠΙΕΡΡΟ
(Κρύβεται πίσω από τη Σαρλότ) 
Ναι, αυτό έπρεπε να κάνω. Και το λέω γιατί δεν φοβάμαι κανέναν.

ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ
(Πηγαίνει στη μεριά όπου είναι ο Πιερρό) 
Θα σου δείξω εγώ! 

ΠΙΕΡΡΟ
(Πηγαίνει από την άλλη μεριά της Σαρλότ) 
Ούτε φοβάμαι, ούτε σκιάζομαι.

ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ
(Τρέχει πίσω από τον Πιερρό) 
Τώρα θα δεις!

ΠΙΕΡΡΟ
(Κρύβεται πάλι πίσω από τη Σαρλότ) 
 Έχω γνωρίσει πιο νταή-δες από σας.

ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ
Έτσι και σε πιάσω...

ΣΓΚΑΝΑΡΕΛ
Κύριε, αφήστε τον, τον κακομοίρη. Αμαρτία που τον χτυπάτε. Κι εσύ, μικρέ, βούλωσ' το και τράβα στη δουλειά σου.

ΠΙΕΡΡΟ
(Περνάει μπροστά από τον Σγκαναρέλ και λέει περήφανα στον Ντον Ζουάν) 
Εμείς θα λογαριαστούμε αργότερα κανονικά και όπως πρέπει.

ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ
(Σηκώνει το χέρι, ο Πιερρό σκύβει, τη σφαλιάρα εισπράττει ο Σγκαναρέλ)
Για να μάθεις!

ΣΓΚΑΝΑΡΕΛ
(Κοιτάζοντας τον Πιερρό, που έχει σκύψει) 
Π' ανάθεμα σε, ηλίθιε!

ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ
(Στον Σγκαναρέλ) 
Να τι παθαίνει όποιος μπαίνει στη μέση. 

ΠΙΕΡΡΟ
Παλιάνθρωποι! Γαϊδούρια! Θα τα πω όλα στη θειά της! 

ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ
Επιτέλους,   θα   γίνω   ο   πιο   ευτυχισμένος   άνθρωπος   στον   κόσμο!   Ω Σαρλότ, τι ηδονές μας περιμένουν όταν γίνεις δικιά μου...

..σελίδες 1-33

ΣΚΗΝΗ 4
(Ντον Ζουάν, Σγκαναρέλ, Σαρλότ, Ματουρίν)
[...]  
Η συνέχεια και όλο το έργο ΕΔΩ 

Αντώνης Σαμαράκης (1919-2003)

«Το άγγελμα της ημέρας»

Μην πεις ποτέ σου: «Είναι αργά!» κι αν χαμηλά έχεις πέσει. κι αν λύπη τώρα σε τρυγά κι έχεις βαθιά πονέσει.

Κι αν όλα μοιάζουν σκοτεινά κι έρημος έχεις μείνει. μην πεις ποτέ σου: «Είναι αργά!» -τ' ακούς;- ό,τι  κι αν γίνει

Ο Μικρός Πρίγκιπας: «Αντίο», είπε η αλεπού. «Να το μυστικό μου. Είναι πολύ απλό: Μόνο με την καρδιά βλέπεις αληθινά. Την ουσία δεν τη βλέπουν τα μάτια»

𝓜πάμπης 𝓚υριακίδης