«Καλή μου Έμιλι, είναι καλό το ότι μου γράφεις. Μ’ αρέσουν τα γράμματά σου όσο το ουίσκι και τα κεράσια και ο καπνός και το μέλι, και πάντα καταλαβαίνω τουλάχιστον τα μισά από όσα έχουν γραφτεί με το χέρι. Τούτο εδώ δεν είναι παρά ένα πολύ μικρό σημείωμα για να σου πει πράγματα.
Είμαι από τον κορφή μέχρι τα νύχια στις διαλέξεις, και ούτως ή άλλως όλα τα πράγματα που θα ήθελα να σου γράψω θα σου τα πω σε λίγο από κοντά. Έχω να δώσω δύο διαλέξεις στο Κέμπριτζ το Σάββατο και την Κυριακή και μετά θα επιστρέψω κάποια στιγμή τη Δευτέρα. Θα σου τηλεφωνήσω αμέσως.
Θα πιούμε ένα εκατομμύριο ποτά και θα σκεπάσουμε την εγγλέζικη νύχτα με μιαν ουαλική και αμερικανική δόξα. Και ναι: απαλλάχτηκα από τα μαυράδια μου για δύο μέρες και μετά επανήλθαν σε μένα φωνάζοντας: “Μπαμπά, μπαμπά!”. Κι έτσι, θα πρέπει ν’ αρχίσω πάλι απ’ το μηδέν, (μαζί σου), αν και τα χέρια μου είναι σαν κρίνοι τώρα. Τη Δευτέρα λοιπόν. Μου λείπεις τρομερά. Φιλιά, φιλιά, φιλιά».
Είμαι από τον κορφή μέχρι τα νύχια στις διαλέξεις, και ούτως ή άλλως όλα τα πράγματα που θα ήθελα να σου γράψω θα σου τα πω σε λίγο από κοντά. Έχω να δώσω δύο διαλέξεις στο Κέμπριτζ το Σάββατο και την Κυριακή και μετά θα επιστρέψω κάποια στιγμή τη Δευτέρα. Θα σου τηλεφωνήσω αμέσως.
Θα πιούμε ένα εκατομμύριο ποτά και θα σκεπάσουμε την εγγλέζικη νύχτα με μιαν ουαλική και αμερικανική δόξα. Και ναι: απαλλάχτηκα από τα μαυράδια μου για δύο μέρες και μετά επανήλθαν σε μένα φωνάζοντας: “Μπαμπά, μπαμπά!”. Κι έτσι, θα πρέπει ν’ αρχίσω πάλι απ’ το μηδέν, (μαζί σου), αν και τα χέρια μου είναι σαν κρίνοι τώρα. Τη Δευτέρα λοιπόν. Μου λείπεις τρομερά. Φιλιά, φιλιά, φιλιά».