Ι.
Ω οι θλιμμένες ώρες
Μέσα στην ψυχή μου
ανάβουν νεκροκέρια
ω και να κρατούσα
καθώς τώρα, πάντα,
Ω οι θλιμμένες ώρες
Μέσα στην ψυχή μου
ανάβουν νεκροκέρια
ω και να κρατούσα
καθώς τώρα, πάντα,
τα λευκά σου χέρια.
Ω οι θλιμμένες ώρες
Τι μελαγχολία
πάσα η πλάση δείχτει
έγνοιες μαυροφόρες
πλέκουν λογισμέ μου
γύρωθέ σου δίχτυ.
Ω οι θλιμμένες ώρες
στ' ουρανού το δώμα
σιωπή και λύπη
κάθε μια στιγμή των
φεύγει, φεύγει ωιμένα
μ' ένα καρδιοχτύπι.
Ω οι θλιμμένες ώρες
που μου σιγολένε
κάποιες ιστορίες
ω που την ψυχή μου
τη μαραίνουν κάποιες
κρύφιες νοσταλγίες.
Ω οι θλιμμένες ώρες
μέσα στη ψυχή μου
ανάβουν νεκροκέρια
ω και να κρατούσα
καθώς τώρα, πάντα,
τα λευκά σου χέρια.
ΙΙ.
Νεκρωμένο φέγγος
χύνει το φεγγάρι
στ' αφρισμένο κύμα
που γοργοκυλά,
νεκρωμένο φέγγος
πίνει το χορτάρι
που στα κορφοβούνια
σειέται σιγαλά
Νεκρωμένο φέγγος
ζώνει τα πλατάνια
και τα κυπαρίσσια
τα ψηλά ψηλά
νεκρωμένο φέγγος
πλέκει σε στεφάνια
της αμυγδαλίτσας
τ' άνθια τα απαλά
Νεκρωμένο φέγγος
μες στο κοιμητήρι
σε σταυρούς σε πλάκες
σέρνεται δειλά
νεκρωμένο φέγγος
έχει ακόμα γύρει
στην ψυχή μου που έρμη
κλαίει σιωπηλά
ΙΙΙ.
Χύθηκε μες στον κήπο σου
σταλιά-σταλιά ένα βράδυ,
στις αμπελίνες το αίμα σου
και στο περιπλοκάδι,
κι οι σύφραχτες το ρούφηξαν
φριμμένες βαλσαμίνες
και με λουλούδια κόκκινα
ξημέρωσαν κι εκείνες
Κι όσα άνθια κι όσα ανθόκλωνα
με τ' άσπλαχνό σου χέρι
μάζεψες κι αλαφρόστρωσες
να κάμεις μεσημέρι
Φλογίστηκαν κι ανάλυωσαν
κι εγίναν άγριο ρέμα
και κοιμισμένη σ' έπνιξαν
μές στο δικό μου το αίμα.
Ο Μιλτιάδης Μαλακάσης (Μεσολόγγι, 1869 –Αθήνα, 1943) υπήρξε ένας από
τους σημαντικότερους ποιητές του νεοελληνικού λυρισμού. Ασχολήθηκε
επίσης με τη μετάφραση και την πεζογραφία. Από το 1937 ως το 1939 ήταν
πρόεδρος της Εταιρίας Ελλήνων Λογοτεχνών.[Βιογραφία]