Ὁ Ἕρως, ἀφοῦ ἔφαγε
ὅλα τὰ χρήματά του,
- γιατ’ εἶναι ἄσωτο παιδί -
ἐπερπατοῦσ’ ἕνα πρωΐ
καὶ ἔκλαιε, γιατὶ ψωμὶ
ζητοῦσαν τ’ ἄντερά του.
Ὅλοι τοῦ λέγουν δούλεψε
νὰ φάγῃς, καὶ τὸ σπρώχνουν,
τέχνη δὲν ‘γνώριζε κἀμμιά,
ὁ Ἕρως εἶναι γιὰ δουλειά;
ἐγὼ τὸ ἐλυπήθηκα,
ἕνα φτωχὸ νὰ διώχνουν!!
Μὴ κλαῖς τοῦ λέγω ἄμοιρο,
ἐγὼ δὲν θὰ σ’ ἀφήσω,
ἀπὸ τὴν πεῖνα νὰ χαθῇς,
ἔλα ‘στὸ σπίτι μου εὐθὺς,
τὸ ‘πῆρα καὶ ἐπάσχισα
νὰ τὸ εὐχαριστήσω!
Πολὺς ἐπέρασε καιρός,
αὐτὸ δὲν τὸ κουνοῦσε,
τὸ ἔδιωχνα, δὲν ἐφευγε,
ἐχόρευε, ἐπήδαγε,
δὲν μ’ ἄφινε νὰ ἐργασθῶ,
χτυποῦσε, τραγουδοῦσε!
Τότε ἐμετανόησα
τὴν ὥρα ποῦ τὸ ‘πῆρα,
κολάζεται κἀνείς, ἀλλὰ
παιδιὰ ὡσὰν αὐτὸ τρελλά,
‘στὸ σπίτι σας νὰ ἔχετε,
νὰ μὴ τὸ δώσ’ ἡ μοῖρα!
Μιὰ Κυργιακὴ, μιὰ ὤμορφη,
μιὰ τοῦ Θεοῦ ἡμέρα,
ἐδιάβαζα Γραμματική,
γιὰ νὰ ἰδῶ μιὰ γενικὴ,
ἄν ἤθελε ‘στὴ λήγουσα
τὸν τόνο, ἢ πιὸ πέρα.
Ἀκόμη δὲν τελείωσα
τὸ «χλούνων ἐτησίων»
κι’ ὁ Ἔρως φεύγει ‘στὴ στιγμή,
δὲν στρέφει ‘πίσω του νὰ ‘δῇ,
ὦ ἀντιφάρμακον λαμπρό,
πολύτιμο βιβλίον!!
Αὐτὸ θὰ ἔχουν χαϊμαλί,
ὡς φαίνετ’, οἱ δάσκαλοι,
κι’ ὁ Ἔρως φεύγει ἀπ’ αὐτούς,
φοβᾶται τοὺς σχολαστικούς,
ποὔχουν γεμάτο συμβουλαίς,
ὅλο τους τὸ κεφάλι!
Ἀκούσατ’ ἀπ’ τοὺς στίχους μου,
ὦ φίλοι, τὶ θὰ ἔβγῃ,
ὅσαις φοραὶς βαργιέσθε πιά,
τοῦ Ἔρωτα τὴν συντροφιά,
‘στὸ χέρι τὴ γραμματική,
κ’ εὐθὺς ὁ Ἔρως φεύγει!!
Ο Δημήτριος Καμπούρογλου γεννήθηκε στην Αθήνα. Μεγάλωσε σε υψηλό
πνευματικό περιβάλλον, καθώς και η μητέρα του ήταν εξαιρετικά μορφωμένη
για την εποχή. Σπούδασε στη νομική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και
άσκησε στη δικηγορία για δεκαπέντε χρόνια. Στη συνέχεια εργάστηκε στο
δημόσιο τομέα [Πρωτοδικείο Αθηνών (1872-1873), Αρχαιολογική Εταιρεία,
Εθνική Βιβλιοθήκη, της οποίας διετέλεσε και διευθυντής (1904-1917)].
Ασχολήθηκε παράλληλα με τη δημοσιογραφία. Στα πλαίσια της δραστηριότητάς
του συγκέντρωσε ιστορικό και χρονογραφικό υλικό για την Αθήνα,
επανέκδωσε το ιδρυμένο από τον πατέρα του περιοδικό Εβδομάς, του οποίου
ανέλαβε και τη διεύθυνση (1884-1886) και κυκλοφόρησε το λαογραφικό
περιοδικό Δίπυλον (1910-1912). Τιμήθηκε με το κρατικό Αριστείο των
Γραμμάτων (1923) και υπήρξε μέλος (από το 1927) και πρόεδρος (1934) της
Ακαδημίας Αθηνών. Το 1932 γιόρτασε τα πενήντα χρόνια της φιλολογικής του
δραστηριότητας στο σύλλογο Παρνασσός. Πέθανε στην Αθήνα κατά τη
διάρκεια της γερμανικής κατοχής. Στη λογοτεχνία πρωτοεμφανίστηκε το
1872, φοιτητής ακόμη, με την υποβολή της κωμωδίας του Ευσυνειδησία και
Ασυνειδησία στο Βουτσιναίο ποιητικό διαγωνισμό, στον οποίο βραβεύτηκε
τον επόμενο χρόνο για την ποιητική συλλογή Η φωνή της καρδιάς μου.
Ακολούθησαν πολλές δημοσιεύσεις και εκδόσεις έργων του, με τα οποία
κάλυψε πολλούς τομείς του γραπτού λόγου. Ο Δημήτριος Καμπούρογλου ανήκει
στους έλληνες πεζογράφους της λεγόμενης γενιάς του 1880. Στο σύνολο του
έργου του κυριαρχεί η πρόθεσή του να καταγράψει την ιστορία της Αθήνας,
για την οποία έτρεφε βαθιά αγάπη, και να αναδείξει μέσω του λόγου του
την αδιάσπαστη συνέχεια του ελληνισμού στο πέρασμα των αιώνων. Για το
λόγο αυτό στράφηκε τόσο στην ιστορική και λαογραφική μελέτη του
παρελθόντος, κυρίως της περιόδου της τουρκοκρατίας, όσο και στην
παρατήρηση της σύγχρονής του πραγματικότητας με έμφαση στα λαϊκά
κοινωνικά στρώματα. Στον τομέα της γλώσσας κινήθηκε στα πλαίσια μιας
συγκρατημένης δημοτικιστικής έκφρασης. πηγή - εργογραφία




(1).jpg)
.png)
