Τὸ βράδυ ποὺ σ᾿ ἀγάπησα δὲν ἦταν καλοκαίρι.
Τὰ φύλλα μόλις πρόβαλλαν ἐπάνω στὰ κλαριὰ
κι οὔτε θυμᾶμαι νὰ σοῦ πῶ, τί μ᾿ εἶχε τότε φέρει,
σὲ ῾κείνη τὴ μεριά.
Θυμᾶμαι μόνο πού ῾σερνα τὸ βῆμα τὸ νωθρό μου
καὶ τὸ μυαλό μου γύριζε σὲ πράματα παλιά,
τὴν ὥρα ποὺ σ᾿ ἀπάντησα νὰ στέκεσαι στοῦ δρόμου
τὰ πέτρινα σκαλιά.
Τὰ φύλλα μόλις πρόβαλλαν ἐπάνω στὰ κλαριὰ
κι οὔτε θυμᾶμαι νὰ σοῦ πῶ, τί μ᾿ εἶχε τότε φέρει,
σὲ ῾κείνη τὴ μεριά.
Θυμᾶμαι μόνο πού ῾σερνα τὸ βῆμα τὸ νωθρό μου
καὶ τὸ μυαλό μου γύριζε σὲ πράματα παλιά,
τὴν ὥρα ποὺ σ᾿ ἀπάντησα νὰ στέκεσαι στοῦ δρόμου
τὰ πέτρινα σκαλιά.
Τὴ νύχτα ῾κείνη τὴ τρελή, τὴ νύχτα τὴ μεγάλη,
νὰ στὴ θυμήσω τώρα ῾δῶ, τὸ βρίσκω περιττό.
«Τὰ περασμένα πέρασαν, μὴ τὰ θυμᾶσαι πάλι»,
μᾶς λέει τὸ ρητό...
Κι ὅμως κι ἐσὺ μ᾿ ἀγάπησες βαθύτατα, τὸ νιώθω
καὶ ξέρω ἀκόμα πὼς συχνὰ μοῦ τό ῾χες ὁρκιστεῖ,
πὼς ὅσο κι ἂν μαραίναμε τὸ πρῶτο μας τὸ πόθο,
θὰ μέναμε πιστοί!
Μιᾶς καὶ δὲν ἦταν νὰ σταθεῖς σὲ ῾κεῖνα πού ῾χες τάξει,
τότε γιατὶ τὸ λόγο αὐτὸ μ᾿ ἀνάγκασες νὰ πῶ;
Τὸν ὅρκο σου τὸν πάτησες, μὰ ῾γὼ δὲν ἔχω ἀλλάξει:
Ἀκόμα σ᾿ ἀγαπῶ!
νὰ στὴ θυμήσω τώρα ῾δῶ, τὸ βρίσκω περιττό.
«Τὰ περασμένα πέρασαν, μὴ τὰ θυμᾶσαι πάλι»,
μᾶς λέει τὸ ρητό...
Κι ὅμως κι ἐσὺ μ᾿ ἀγάπησες βαθύτατα, τὸ νιώθω
καὶ ξέρω ἀκόμα πὼς συχνὰ μοῦ τό ῾χες ὁρκιστεῖ,
πὼς ὅσο κι ἂν μαραίναμε τὸ πρῶτο μας τὸ πόθο,
θὰ μέναμε πιστοί!
Μιᾶς καὶ δὲν ἦταν νὰ σταθεῖς σὲ ῾κεῖνα πού ῾χες τάξει,
τότε γιατὶ τὸ λόγο αὐτὸ μ᾿ ἀνάγκασες νὰ πῶ;
Τὸν ὅρκο σου τὸν πάτησες, μὰ ῾γὼ δὲν ἔχω ἀλλάξει:
Ἀκόμα σ᾿ ἀγαπῶ!
Ο Ναπολέων Λαπαθιώτης (Αθήνα, 1888 – Αθήνα, 1944) ήταν Έλληνας ποιητής
του μεσοπολέμου. Η μητέρα του, Βασιλική Παπαδοπούλου, ήταν ανιψιά του
Χαρίλαου Τρικούπη. Άρχισε να γράφει ποιήματα από παιδί. Έζησε για
περισσότερα από 40 χρόνια στο διώροφο νεοκλασικό της οικογένειάς του
κάτω από τον λόφο του Στρέφη, στην Αθήνα. Εκεί έγραψε το μεγαλύτερο
μέρος του ποιητικού έργου του αλλά και εκεί αυτοκτόνησε τη νύχτα της 7ης
προς 8η Ιανουαρίου 1944, φτωχός και καταπονημένος από τα ναρκωτικά. Η
κηδεία του έγινε με έρανο των φίλων του. Εκτός από ποιήματα, έγραψε
επίσης πάνω από 100 πεζογραφήματα, πολλές δεκάδες διηγήματα, καθώς και
επιφυλλίδες και κριτικά και αισθητικά κείμενα. Το έργο του βρίσκεται
διασκορπισμένο σε περιοδικά και εφημερίδες. Η μοναδική του ποιητική
συλλογή δημοσιεύτηκε το 1939, ενώ μετά τον θάνατό του, ο Άρης Δικταίος
εξέδωσε, το 1964, τα ποιήματά του. [Βιογραφία]