Ο Μικρός Πρίγκιπας: «Αντίο», είπε η αλεπού. «Να το μυστικό μου. Είναι πολύ απλό: Μόνο με την καρδιά βλέπεις αληθινά. Την ουσία δεν τη βλέπουν τα μάτια»

Μολιέρος (Molière)

«Ο Ταρτούφος» (1664)

Μολιέρος (Molière)

«Ο κατά φαντασίαν ασθενής» (1673)

Μολιέρος (Molière)

«Ο αρχοντοχωριάτης» (1670)

Μολιέρος (Molière)

«Ντον Ζουάν» (1665)

Ουίλλιαμ Σαίξπηρ

«Όνειρο Θερινής Νυκτός»

Ουίλλιαμ Σαίξπηρ

«Ρωμαίος και Ιουλιέτα»

Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα

«Ματωμένος Γάμος»

Αντουάν Ντε Σαιντ- Εξυπερύ

«Ο μικρός πρίγκηπας»

Αντόν Τσέχωφ

«Ένας αριθμός»

Ντάριο Φο

«Ο τυχαίος θάνατος ενός Αναρχικού»

Ευγένιος Ιονέσκο

«Ρινόκερος»

Έντγκαρ Άλαν Πόε

«Ιστορίες αλλόκοτες»

Μπέρτολτ Μπρεχτ

«Αν οι καρχαρίες ήταν άνθρωποι»

721 Ποιητές - 8.160 Ποιήματα

Επιλογή της εβδομάδας..

Οδυσσέας Ελύτης, «Το Μονόγραμμα»

Θά πενθώ πάντα -- μ’ακούς; -- γιά σένα, μόνος, στόν Παράδεισο Ι Θά γυρίσει αλλού τίς χαρακιές  Τής παλάμης, η Μοίρα, σάν κλειδούχο...

Ανν Σέξτον (Anne Sexton), «Ο θάνατος της Σύλβια»

για την Σύλβια Πλαθ

Ω Σίλβια, Σίλβια
μ’ ένα φέρετρο λίθων και κουταλιών

με δυο παιδιά, δυο μετεωρίτες
περιπλανώμενα σαν τ’ αδέσποτα στο λιλιπούτειο δωμάτιο των παιχνιδιών,

με το στόμα σου μέσα στο σεντόνι,
στης στέγης το δοκάρι, στη βουβή προσευχή,

(Σίλβια, Σίλβια,
πού πήγες
αφότου μου ‘γραψες
από το Ντεβονσάιρ
για την καλλιέργεια των πατατών
και τα μελίσσια;)

τι περίμενες,
πώς ακριβώς ξάπλωσες μέσα;

Κλέφτρα! –
πώς σύρθηκες εντός,

σύρθηκες κάτω ολομόναχη
μέσα στο θάνατο που τόσο απελπισμένα και για τόσον καιρό επιθύμησα

ο θάνατος που είπαμε πως κι οι δυο ξεπεράσαμε
αυτός που φορέσαμε στα λιπόσαρκα στήθια μας

αυτός που τόσο συχνά συνομιλήσαμε κάθε φορά
που κατεβάσαμε τρία διπλά ντράι μαρτίνι στη Βοστόνη,

ο θάνατος που ειπώθηκε από  ψυχαναλυτές και θεραπείες
ο θάνατος που ειπώθηκε σαν νύφες με σκευωρίες,

ο θάνατος που ήπιαμε στην υγειά του,
τα κίνητρα και κατόπιν η κρυφή πράξη;

(Στη Βοστόνη
η θανάσιμη
βόλτα με ταξί,
ναι, θάνατος ξανά,
εκείνη η επιστροφή στο σπίτι
με το αγόρι μας.)

Ω Σίλβια, θυμάμαι τον νυσταγμένο ντράμερ
που πάλλεται πάνω στα μάτια μας με μια παλιά ιστορία,

πόσο θέλαμε να τον προσκαλέσουμε
σαν έναν σαδιστή ή μια αδερφή της Νέας Υόρκης

να κάνει την δουλειά του,
μια αναγκαιότητα, ένα άνοιγμα στον τοίχο ή μια φάτνη,

και από εκείνον τον καιρό περίμενε
κάτω απ’ τις καρδιές μας, το ερμάριο μας,

και τώρα βλέπω πως τον διαφυλάξαμε
χρόνο με τον χρόνο, παλιές αυτοκτονίες

και ξέρω απ’ τις ειδήσεις για τον θάνατο σου,
μια φρικτή γεύση αυτό, σαν τ’ αλάτι.

(Και εγώ,
εγώ επίσης.
Και τώρα, Σίλβια,
ξανά εσύ
ξανά με θάνατο,
εκείνη η επιστροφή στο σπίτι
με το αγόρι μας.)

Και λέω μόνο
με τα χέρια μου τεντωμένα μέσα σ’ εκείνο το πέτρινο μέρος,
τι είναι ο θάνατος σου
παρά ένα παλιό βιός,

ένα μόριο που έπεσε
από κάποιό σου ποίημα;

(Ω φιλενάδα,
ενόσω το φεγγάρι είναι κακό
και ο βασιλιάς έχει φύγει
και η βασίλισσα είναι σε πλήρη αδιέξοδο
ο μεθύστακας είναι πρέπον να τραγουδήσει!)

Ω μικροσκοπική μητέρα,
εσύ επίσης!
Ω αστεία δούκισσα!
Ω ξανθό πράγμα!

Φεβρουάριος 17, 1963
~
Mετάφραση: Γιάννης Αντιόχου
 
Η Anne Sexton, (1928-1974) ήταν Αμερικανίδα ποιήτρια και συγγραφέας (για ένα διάστημα δούλεψε και ως μοντέλο). Μια γυναίκα καταθλιπτική, βασανισμένη από προσωπικά βιώματα από την παιδική της κιόλας ηλικία και μια συνέχεια προβληματική με αλλεπάλληλες εισόδους σε κλινικές και ψυχιατρικά ιδρύματα, απόπειρες αυτοκτονίας και προσπάθειες απόδρασης από την καθημερινότητα. Το 1956 (στα 28 της) με την καθοδήγηση του ψυχιάτρου της η Σέξτον αρχίζει να γράφει ποιήματα με σκοπό να βρει κάτι δημιουργικό και ταυτόχρονα θεραπευτικό για την υγεία της. Ποτέ της όμως δεν κατάφερε να νικήσει την κατάθλιψή της..

Ήταν απ’ τα πρωταγωνιστικά μέλη του αμερικανικού κινήματος της Εξομολογητικής Ποίησης και από τις σπουδαιότερες ποιήτριες των αμερικανικών γραμμάτων. Το 1967 κέρδισε το Βραβείο Πούλιτζερ για τη συλλογή της Live or Die.

Με τον ποιητικό της λόγο ΜΊΛΗΣΕ ΑΝΟΙΧΤΆ ΓΙΑ ΖΗΤΉΜΑΤΑ ΌΠΩΣ η εμμηνόρροια, η έκτρωση, ο αυνανισμός και για τη μοιχεία που έως τότε δεν είχαν αγγίξει άλλοι ποιητές. Η Σέξτον δεν δίστασε να φέρει στο φως θραύσματα από το “πιο βαθύ και πιο σπασμένο κομμάτι (της)”, γράφοντας για πρώτη φορά τόσο ανοιχτά για τις εμπειρίες της από τις ψυχιατρικές κλινικές, τον αλκοολισμό του πατέρα της, τη βαριά επιρροή της μητέρας της στη ζωή της, την παιδική ηλικία, αλλά και τους εραστές της, τη μητρότητα, τη θηλυκότητα, την τρέλα και βεβαίως το θάνατο. Ήδη από την έκδοση της πρώτης ποιητικής συλλογής της το 1960, τα ποιήματά της είχαν τεράστια απήχηση σε κοινό και κριτικούς και η ίδια ήταν εξαιρετικά δημοφιλής καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής της.

Η ΊΔΙΑ ΈΛΕΓΕ: «Υπήρξα θύμα του Αμερικανικού Ονείρου, του μικροαστισμού, του οράματος της μεσαίας τάξης. Το μόνο που ήθελα ήταν ένα κομμάτι ζωή, να παντρευτώ, να κάνω παιδιά (έκανε 2). Νόμιζα ότι οι εφιάλτες, τα οράματα, οι δαίμονες, θα έφευγαν αν υπήρχε αρκετή αγάπη για να τα καταλαγιάσει. Έκανα τ’ αδύνατα δυνατά να ζήσω μια συμβατική ζωή, γιατί έτσι μεγάλωσα, γιατί αυτό ήταν που ήθελε ο σύζυγος μου για μένα. ΑΛΛΆ ΔΕΝ ΓΊΝΕΤΑΙ να χτίζεις μικρούς φράχτες για να κρατάς τους εφιάλτες απ’ έξω. Το γυαλί έσπασε κάπου στα είκοσι οχτώ μου».

ΌΠΟΤΕ πλησίαζαν τα γενέθλια της ετοιμαζόταν ν’ αυτοκτονήσει. Το προσπάθησε πολλές φορές -μέχρι να το καταφέρει. Ένα μήνα πριν κλείσει τα 46 χρόνια, έκρυψε τα τσιγάρα της πίσω από μια ανθισμένη γλάστρα, πήγε στο γκαράζ κι άναψε τη μηχανή της κόκκινης Cougar. (αυτοκτονία με εισπνοή μονοξειδίου του άνθρακα)

ΜΕ ΤΗ ΦΡΑΣΗ "Θα ξεκινήσω με ένα ποίημα που περιγράφει τι είδους ποιήτρια είμαι, τι είδους γυναίκα είμαι, οπότε, εάν δεν σας αρέσει, μπορείτε να φύγετε πριν συνεχίσω." ΞΕΚΙΝΟΎΣΕ ΠΆΝΤΑ τις δημόσιες αναγνώσεις της. Καθόταν στο κέντρο του αμφιθεάτρου, έβγαζε τα παπούτσια της, άναβε ένα τσιγάρο και άρχιζε..
Τίτλοι βιβλίων 

Αντώνης Σαμαράκης (1919-2003)

«Το άγγελμα της ημέρας»

Μην πεις ποτέ σου: «Είναι αργά!» κι αν χαμηλά έχεις πέσει. κι αν λύπη τώρα σε τρυγά κι έχεις βαθιά πονέσει.

Κι αν όλα μοιάζουν σκοτεινά κι έρημος έχεις μείνει. μην πεις ποτέ σου: «Είναι αργά!» -τ' ακούς;- ό,τι  κι αν γίνει

 
 
𝓜πάμπης 𝓚υριακίδης