Μου εμπιστευτήκατε τον μικρό. – Πέθανε.
Και πολλοί σύντροφοι μαζί του, καημένο, ακριβό πλάσμα.
Το πλήρωμα… δεν υπάρχει πια. Θα ξαναγυρίσουν ίσως
μερικοί από εμάς. – Είναι η μοίρα. –
Τίποτα δεν είναι ωραίο σαν κι αυτό – Ναύτης – για έναν άντρα˙
όλος ο κόσμος θα το ΄θελε στη στεριά – Σίγουρα ναι.
Χωρίς τους μπελάδες. Μόνο αυτό: Δέστε πόσο
είναι σκληρή ακόμα και η μαθητεία.
Κλαίω γράφοντας αυτά, εγώ ο Γερο-Κουρσάρος.
Θα ‘δινα και το πετσί μου χωρίς καθόλου παρακάλια
για να σας τον στείλω πίσω… Εγώ δε φταίω:
η συμφορά αυτή δεν έχει αιτία.
Ο πυρετός είναι εδώ όπως ο Μάρτης τη Σαρακοστή.
Στο νεκροταφείο πας να πάρεις το συσσίτιό σου.
Ο ζουάβος το ονόμασε αυτό – είναι, βλέπετε, Παριζιάνος –
Κήπο εγκλιματισμού.
Παρηγορηθείτε. Οι άνθρωποι ψοφάνε σαν μύγες.
… Βρήκα στο σάκκο του ενθύμια καρδιάς:
Το πορτραίτο μιας κοπέλας, και δυο πασουμάκια,
και: σημείωση – Δώρο για την αδερφή μου. –
Αφήνει μήνυμα στη μαμά: ότι έκανε την προσευχή του.
Στον πατέρα: ότι θα προτιμούσε να πεθάνει στη μάχη.
Δυο άγγελοι ήταν εκεί στην τελευταία του ώρα:
Ένας ναύτης. Ένας γέρος στρατιώτης.
~
(Άνθρωποι της θάλασσας, περιέχεται στη γενικότερη συλλογή Κίτρινοι Έρωτες)
Και πολλοί σύντροφοι μαζί του, καημένο, ακριβό πλάσμα.
Το πλήρωμα… δεν υπάρχει πια. Θα ξαναγυρίσουν ίσως
μερικοί από εμάς. – Είναι η μοίρα. –
Τίποτα δεν είναι ωραίο σαν κι αυτό – Ναύτης – για έναν άντρα˙
όλος ο κόσμος θα το ΄θελε στη στεριά – Σίγουρα ναι.
Χωρίς τους μπελάδες. Μόνο αυτό: Δέστε πόσο
είναι σκληρή ακόμα και η μαθητεία.
Κλαίω γράφοντας αυτά, εγώ ο Γερο-Κουρσάρος.
Θα ‘δινα και το πετσί μου χωρίς καθόλου παρακάλια
για να σας τον στείλω πίσω… Εγώ δε φταίω:
η συμφορά αυτή δεν έχει αιτία.
Ο πυρετός είναι εδώ όπως ο Μάρτης τη Σαρακοστή.
Στο νεκροταφείο πας να πάρεις το συσσίτιό σου.
Ο ζουάβος το ονόμασε αυτό – είναι, βλέπετε, Παριζιάνος –
Κήπο εγκλιματισμού.
Παρηγορηθείτε. Οι άνθρωποι ψοφάνε σαν μύγες.
… Βρήκα στο σάκκο του ενθύμια καρδιάς:
Το πορτραίτο μιας κοπέλας, και δυο πασουμάκια,
και: σημείωση – Δώρο για την αδερφή μου. –
Αφήνει μήνυμα στη μαμά: ότι έκανε την προσευχή του.
Στον πατέρα: ότι θα προτιμούσε να πεθάνει στη μάχη.
Δυο άγγελοι ήταν εκεί στην τελευταία του ώρα:
Ένας ναύτης. Ένας γέρος στρατιώτης.
~
(Άνθρωποι της θάλασσας, περιέχεται στη γενικότερη συλλογή Κίτρινοι Έρωτες)
Η απόδοση του ποιήματος στα ελληνικά, καθώς και οι διάφορες πληροφορίες είναι από το βιβλίο του Δημήτρη Νικορέτζου “Νίκος Καββαδίας – Ο ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΣ ΑΜΑΡΤΩΛΟΣ”, με τη σημείωση ότι στη μετάφραση βοήθησε η κ. Αθηνά Βουγιούκα, διδάκτωρ του Πανεπιστημίου του Στρασβούργου.
πηγή