«...Καθώς το πλοίο πλησιάζει στον κόλπο της Μεθώνης, οι ακτές της Πελοποννήσου διαγράφονται καθαρά και ξεχωρίζουν μία μία βγαίνοντας μέσα από την αιωρούμενη ομίχλη που τις τυλίγει. Αυτές οι ακτές που προκαλούν την περιφρόνηση των ταξιδιωτών, εμένα απεναντίας μου φαίνονται πολύ καλοσχεδιασμένες από τη φύση: μεγάλα περιγράμματα
βουνών και κυματιστές, αρμονικές γραμμές. Με δυσκολία αποσπώ το βλέμμα μου από πάνω τους. Η σκηνή είναι άδεια, αλλά γεμίζει από το παρελθόν: η μνήμη κατοικεί τα πάντα! Αυτό το μαυριδερό σύμπλεγμα από λόφους, ακρωτήρια, κοιλάδες, που το μάτι το αγκαλιάζει ολόκληρο από δω, λες και είναι ένα μικρό νησάκι του Ωκεανού, ενώ δεν είναι παρά μια κουκίδα πάνω στο χάρτη προκάλεσε μεγαλύτερο θόρυβο, μεγαλύτερη δόξα και λάμψη, περισσότερες αρετές και εγκλήματα, από ολόκληρες ηπείρους.
Αυτό το πλήθος των νησιών και των βουνών που γέννησαν σχεδόν ταυτόχρονα τον Μιλτιάδη, τον Λεωνίδα, τον Θρασύβουλο, τον Επαμεινώνδα, τον Δημοσθένη, τον Αλκιβιάδη, τον Περικλή, τον Πλάτωνα, τον Αριστείδη, τον Σωκράτη, τον Φειδία αυτή η γη η οποία αφάνιζε τις στρατιές του Ξέρξη, δύο εκατομμύρια ψυχές, που έστελνε αποικίες στο Βυζάντιο, στην Ασία και την Αφρική, που δημιουργούσε ή ανανέωνε τις τέχνες του πνεύματος και του χεριού, και η οποία μέσα σ' ενάμιση αιώνα τις έφερε σε τέτοιο βαθμό τελειότητας ώστε να γίνουν αξεπέραστα σύμβολα. αυτή η γη της οποίας η ιστορία είναι και δική μας ιστορία, που ο 'Ολυμπός της είναι ακόμα ο ουρανός της φαντασίας μας αυτή η γη από όπου ξεκίνησαν η φιλοσοφία και η ποίηση κι έφτασαν στα πέρατα του κόσμου και όπου ξαναγυρίζουν κάθε τόσο, όπως γυρίζουν τα παιδιά στο λίκνο τους: να την λοιπόν! Κάθε κύμα με φέρνει πιο κοντά της την αγγίζω.
Καθώς ξεπροβάλλει νιώθω βαθιά συγκίνηση, που μετριάζεται όμως από το γεγονός ότι αυτές οι αναμνήσεις ξέφτισαν στο νου μου προτού να τις συλλάβει, η μνήμη μου κουράστηκε από τις αδιάκοπες επαναλήψεις. Η Ελλάδα είναι για μένα ένα βιβλίο που η ομορφιά του έχει ξεθωριάσει γιατί μας το διάβασαν σε μια ηλικία όπου δεν μπορούσαμε να το καταλάβουμε...»
βουνών και κυματιστές, αρμονικές γραμμές. Με δυσκολία αποσπώ το βλέμμα μου από πάνω τους. Η σκηνή είναι άδεια, αλλά γεμίζει από το παρελθόν: η μνήμη κατοικεί τα πάντα! Αυτό το μαυριδερό σύμπλεγμα από λόφους, ακρωτήρια, κοιλάδες, που το μάτι το αγκαλιάζει ολόκληρο από δω, λες και είναι ένα μικρό νησάκι του Ωκεανού, ενώ δεν είναι παρά μια κουκίδα πάνω στο χάρτη προκάλεσε μεγαλύτερο θόρυβο, μεγαλύτερη δόξα και λάμψη, περισσότερες αρετές και εγκλήματα, από ολόκληρες ηπείρους.
Αυτό το πλήθος των νησιών και των βουνών που γέννησαν σχεδόν ταυτόχρονα τον Μιλτιάδη, τον Λεωνίδα, τον Θρασύβουλο, τον Επαμεινώνδα, τον Δημοσθένη, τον Αλκιβιάδη, τον Περικλή, τον Πλάτωνα, τον Αριστείδη, τον Σωκράτη, τον Φειδία αυτή η γη η οποία αφάνιζε τις στρατιές του Ξέρξη, δύο εκατομμύρια ψυχές, που έστελνε αποικίες στο Βυζάντιο, στην Ασία και την Αφρική, που δημιουργούσε ή ανανέωνε τις τέχνες του πνεύματος και του χεριού, και η οποία μέσα σ' ενάμιση αιώνα τις έφερε σε τέτοιο βαθμό τελειότητας ώστε να γίνουν αξεπέραστα σύμβολα. αυτή η γη της οποίας η ιστορία είναι και δική μας ιστορία, που ο 'Ολυμπός της είναι ακόμα ο ουρανός της φαντασίας μας αυτή η γη από όπου ξεκίνησαν η φιλοσοφία και η ποίηση κι έφτασαν στα πέρατα του κόσμου και όπου ξαναγυρίζουν κάθε τόσο, όπως γυρίζουν τα παιδιά στο λίκνο τους: να την λοιπόν! Κάθε κύμα με φέρνει πιο κοντά της την αγγίζω.
Καθώς ξεπροβάλλει νιώθω βαθιά συγκίνηση, που μετριάζεται όμως από το γεγονός ότι αυτές οι αναμνήσεις ξέφτισαν στο νου μου προτού να τις συλλάβει, η μνήμη μου κουράστηκε από τις αδιάκοπες επαναλήψεις. Η Ελλάδα είναι για μένα ένα βιβλίο που η ομορφιά του έχει ξεθωριάσει γιατί μας το διάβασαν σε μια ηλικία όπου δεν μπορούσαμε να το καταλάβουμε...»
6 Αυγούστου 1832
~
Από το βιβλίο "Τρεις Γάλλοι Ρομαντικοί στην Ελλάδα"
σε μετάφραση Βάσως Μέντζου (εκδ. Ολκός)