Το κάθε τι που πέρασε, για πάντα μ’ έχει σκλάβο
κι όσο γυρεύεις, Σήμερα, το Χτες να μου αφανίσεις,
τόσο σ’ εκείνο θα γυρνώ, και τόσο δε θα παύω
να ζω στις αναμνήσεις...
Θαρρείς και κάτι, μόνιμα, μπροστά μ' είναι πεσμένο,
και κρύβοντας, και σβήνοντας ολότελα το Τώρα,
με κάνει να μη χαίρουμαι, και μήτε να προσμένω
καινούργια, τάχα, δώρα...
κι όσο γυρεύεις, Σήμερα, το Χτες να μου αφανίσεις,
τόσο σ’ εκείνο θα γυρνώ, και τόσο δε θα παύω
να ζω στις αναμνήσεις...
Θαρρείς και κάτι, μόνιμα, μπροστά μ' είναι πεσμένο,
και κρύβοντας, και σβήνοντας ολότελα το Τώρα,
με κάνει να μη χαίρουμαι, και μήτε να προσμένω
καινούργια, τάχα, δώρα...
Σ’ ό,τι ποθεί, και σ’ ό,τι ζει, η ψυχή μου μένει ξένη,
κι ούτε μπορείς, Φωνή της Ζωής, αλλιώς να τη δονήσεις,
παρά θαμπά και μακρινά, σα μουσική που βγαίνει
μεσ’ απ’ τις αναμνήσεις...
Της πεθαμένης της χαράς, έχει στερέψει η βρύση,
κι ούτε γυρεύει θάματα, κι ούτε προσμένει δώρα,
–κι ούτε μπορεί πια τίποτα να τη παρηγορήσει,
παρά ό,τι ήταν ως τώρα...
Ο Ναπολέων Λαπαθιώτης (Αθήνα, 1888 – Αθήνα, 1944) ήταν Έλληνας ποιητής
του μεσοπολέμου. Η μητέρα του, Βασιλική Παπαδοπούλου, ήταν ανιψιά του
Χαρίλαου Τρικούπη. Άρχισε να γράφει ποιήματα από παιδί. Έζησε για
περισσότερα από 40 χρόνια στο διώροφο νεοκλασικό της οικογένειάς του
κάτω από τον λόφο του Στρέφη, στην Αθήνα. Εκεί έγραψε το μεγαλύτερο
μέρος του ποιητικού έργου του αλλά και εκεί αυτοκτόνησε τη νύχτα της 7ης
προς 8η Ιανουαρίου 1944, φτωχός και καταπονημένος από τα ναρκωτικά. Η
κηδεία του έγινε με έρανο των φίλων του. Εκτός από ποιήματα, έγραψε
επίσης πάνω από 100 πεζογραφήματα, πολλές δεκάδες διηγήματα, καθώς και
επιφυλλίδες και κριτικά και αισθητικά κείμενα. Το έργο του βρίσκεται
διασκορπισμένο σε περιοδικά και εφημερίδες. Η μοναδική του ποιητική
συλλογή δημοσιεύτηκε το 1939, ενώ μετά τον θάνατό του, ο Άρης Δικταίος
εξέδωσε, το 1964, τα ποιήματά του. [Βιογραφία]