Μὲς τὴ διαφάνεια τοῦ πρωινοῦ ἄνοιξα τὰ παράθυρά μου καὶ σ᾿ εἶδ᾿ ἀπ᾿ ὅλα τὰ
σημεῖα χαρούμενη νὰ κατεβαίνεις, πλαγιὰ-πλαγιὰ τοὺς οὐρανούς, πλαγιὰ-πλαγιὰ τοὺς
λόφους, σὰ νἄρχεσαι ἀπὸ τὴν ἀρχὴ κι ἀπ᾿ τὴν πηγὴ τοῦ κόσμου. Κουδούνια καὶ
χαμόγελα τὸ φόρεμά σου
ποὺ τὸ φιλοῦν, καὶ τὸ γυρίζουν οἱ αὖρες στὸ γαλάζιο
κι εἶσαι παντοῦ μὲ μι᾿ ἀγκαλιὰ τριαντάφυλλα ποὺ φέγγουν τὶς πέτρες χρωματίζοντας
ποὺ τὸ φιλοῦν, καὶ τὸ γυρίζουν οἱ αὖρες στὸ γαλάζιο
κι εἶσαι παντοῦ μὲ μι᾿ ἀγκαλιὰ τριαντάφυλλα ποὺ φέγγουν τὶς πέτρες χρωματίζοντας
γύρω μου ὅταν βραδιάζει.
Μὰ ὅταν νυχτώνει, κλείνοντας τὰ τέσσερα παράθυρά μου, ἐνῷ στὸ σκοῦρο θαλασσὶ
παίρνουν ν᾿ ἀνθίζουν τ᾿ ἄστρα, σμίγω ἔξω μὲ τοῦ σύμπαντος τὸ μέγα φῶς, τὸ φῶς
Μὰ ὅταν νυχτώνει, κλείνοντας τὰ τέσσερα παράθυρά μου, ἐνῷ στὸ σκοῦρο θαλασσὶ
παίρνουν ν᾿ ἀνθίζουν τ᾿ ἄστρα, σμίγω ἔξω μὲ τοῦ σύμπαντος τὸ μέγα φῶς, τὸ φῶς
σου, λιώνοντας τὴν εἰκόνα σου σ᾿ ἄχνινα συννεφάκια.
Κι ἐνῷ κάτω ἀπ᾿ τὴ στέγη μου γέρνω τὸ μέτωπό μου
κι ἀκούω σκυμμένος τοῦ δικοῦ μου κόσμου τὶς καμπάνες,
ἀπ᾿ ἔξω ὑπάρχεις ἐσύ: φῶς, στερέωμα, οὐρανός,
Κι ἐνῷ κάτω ἀπ᾿ τὴ στέγη μου γέρνω τὸ μέτωπό μου
κι ἀκούω σκυμμένος τοῦ δικοῦ μου κόσμου τὶς καμπάνες,
ἀπ᾿ ἔξω ὑπάρχεις ἐσύ: φῶς, στερέωμα, οὐρανός,
Ο Νικηφόρος Βρεττάκος (Κροκεές Λακωνίας, 1912 – Πλούμιτσα Λακωνίας,
1991) ήταν Έλληνας ποιητής, πεζογράφος, μεταφραστής, δοκιμιογράφος και
ακαδημαϊκός. Θεωρείται ένας από τους μεγαλύτερους Έλληνες ποιητές. Είχε
προταθεί 4 φορές για το Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας, ενώ επίσης έλαβε
άλλα πολλά βραβεία, όπως το βραβείο Ουράνη, το Πρώτο βραβείο κρατικής
ποίησης κ.α. Το συγγραφικό έργο του Νικηφόρου Βρεττάκου, δύναται να
χωριστεί σε 4 μέρη. Την παρθενική του εμφάνιση, ο Νικηφόρος Βρεττάκος,
στον χώρο της λογοτεχνίας, την έκανε το 1929, με τη δημοσίευση κάποιων
πρωτόλειων ποιημάτων του από τα μαθητικά του χρόνια με τίτλο Κάτω από
σκιές και φώτα (εκδόθηκαν το 1933). Μέχρι και το 1940 εξέδωσε έξι
συλλογές, τις οποίες συγκέντρωσε στον τόμο Γκριμάτσες του ανθρώπου.
Πολλές ποιητικές συλλογές, ακολούθησαν, έως το 1951 (χρονιά θεωρούμενη
ως δεύτερο ορόσημο στην καλλιτεχνική του πορεία), που εξέδωσε με τίτλο
Τα ποιήματα 1929-1951, τον δεύτερο συγκεντρωτικό τόμο με ποιήματά του.
Εκείνη την περίοδο παρατηρείται η στροφή του Βρεττάκου από τον νεανικό
λυρισμό, στην έντονη δραματική γραφή. Ακολούθησε η τρίτη και ωριμότερη
περίοδος της δημιουργίας του, στην οποία επιχείρησε μια εξισορρόπηση
αυτών των δύο στοιχείων, του λυρικού στοιχείου και του δραματικού, στην
υπηρεσία του ηθικού και κοινωνικού προβληματισμού του. Αυτή την περίοδο
ασχολείται με έννοιες όπως φως, φύση, αγάπη και αγνότητα. Η τέταρτη και
τελευταία ποιητική περίοδος (1975-1990) μπορεί να χαρακτηριστεί από
αισιοδοξία, η οποία έχει διάρκεια. Στα ποιήματά του μιλά για μια πιο
ανθρώπινη ζωή, καθώς και για μια διαρκή εγρήγορση και επανάσταση. Ο
Βρεττάκος, τιμήθηκε από πολλούς δήμους σε όλη την Ελλάδα και
ανακηρύχτηκε επίτιμος πρόεδρος της Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών μαζί με
τους Γιάννη Ρίτσο και Γιώργο Βαλέτα το 1984, όπως επίσης επίτιμος
Πρόεδρος της Εταιρείας Γραμμάτων και Τεχνών του Πειραιά κ.ά. [Βιογραφία]