1
Ξερεις την κομη που εγραψε τον ανεμο? Τις ματιες που παραλληλισανε το χρονο?
Τη σιωπη που ενιωσε τον εαυτο της?
Αλλα εισαι εσυ μια νυχτερινη επινοηση που αρεσκεται στις βροχερες
εκμυστηρευσεις. Που αρεσκεται στο τριιστιο ξανοιγμα του ποντου. Εισαι μια
περιπτωση ακατορθωτη που οταν ναυαγησει βασιλευει. Μια φανταχτερη καταστροφη
εισαι'''
Ξερεις την κομη που εγραψε τον ανεμο? Τις ματιες που παραλληλισανε το χρονο?
Τη σιωπη που ενιωσε τον εαυτο της?
Αλλα εισαι εσυ μια νυχτερινη επινοηση που αρεσκεται στις βροχερες
εκμυστηρευσεις. Που αρεσκεται στο τριιστιο ξανοιγμα του ποντου. Εισαι μια
περιπτωση ακατορθωτη που οταν ναυαγησει βασιλευει. Μια φανταχτερη καταστροφη
εισαι'''
Α! Θελω να'ρθουν τα στοιχεια που ξερουν ν'αρπαζουν. Η μεση των
συλλογισμων μου θα ευφρανει την καμπυλη τους διαθεση. Οταν ανεβουν
μεγαλωνοντας τα δαχτυλιδια ο ξαφνικος ουρανος θα παρει το χρωμα της
προτελευταιας μου αμαρτιας
Ενω η τελευταια θα γοητευεται ακομη απο τα μοναχικα τουτα λογια!
2
Ενα ποδοβολητο τελειωνει στην ακρη της ακοης. Μια σουρωμενη καταιγιδα χυμαει
μεσ'στο νεανικο στηθος που σπαταλαει την ανεξηγητη φεγγοβολη του.
Η επιθυμια εχει μια πολυ ψηλη κορμοστασια και στις παλαμες της καιει η
απουσια.
Η επιθυμια γενναει το δρομο της οπου θελει να περπατησει. Φευγει'''
Κι ενας λαος απο χερια προς εκεινη αναβει θαυμασμου παραναλωμα!
3
Τι ομορφη! Εχει παρει τη μορφη της σκεψης που την αισθανεται οταν αυτη
αισθανεται πως της ειναι αφιερωμενη'''
4
Στ'αμπελια που δεν εχουνε ηλικια κρυφτηκαν οι καλοκαιρινες μου εγκαταλειψεις.
Ενας κυματισμος ονειρου τραβηχτηκε τ'αφησε κει δε ρωτησε. Στα κουφα διχτυα
τους το βομβο στριφογυρισαν σμηνη μελισσες. Τα στοματα μοιασανε στα χρωματα
φυγαν μεσ'απο τ'ανθη. Τα νερα πολυ πρωινα σταματησαν τη μιλια τους νυχτερινη
κι αθικτη.
Ειναι για να μην ξερεις πια τιποτε.
Κι ομως πισω απο τ'αγνοημενο αυτο βουναλακι υπαρχει ενα συναισθημα. Δεν εχει
δακρυα ουτε συνειδηση.
Δε φευγει δεν επιστρεφει.
5
Ενα διχτυ αορατο συγκρατει τον ηχο που αποκοιμισε πολλες αληθειες. Αναμεσα
στα πορτοκαλια του δειλινου της γλιστρα η αμφιβολια. Φυσαει το αμεριμνο
στομα. Η γιορτη του κανει να λαμπουν οι επιθυμητες επιφανειες. Μπορει να
πιστεψει κανεις ως και τον εαυτο του. Να νιωσει την παρουσια της ηδονης ως
μεσ'στις κορες των ματιων του.
Των ματιων του που ρεουνε απο την πλατη του ερωτα. Και βρισκουνε την
παρθενικη τους ασελγεια μεσα στη διαφανη δροσια της πιο νυχτερινης χλοης μου.
6
Ενα ζαρκαδι τρεχει την κορυφογραμμη. Κι εσυ δεν ξερεις τιποτε γι'αυτο ειναι
τοσο καθαρο το διαστημα. Κι αν μαθεις ποτε η βροχη που θα σε κατακλυσει
λυπητερη θα ειναι.
Φευγα ζαρκαδι! Ποθε κοντα στη λυτρωση σου φευγα ζωη σαν κορυφογραμμη.
7
Παραμυθια γαλουχησαν τη βλαστηση της ηλικιας αυτης που ανεβαζει τις
νεραντζιες και τις λεμονιες ως την εκπληξη των ματιων μου. Τι θα ηταν η
ευτυχια με το ακατορθωτο σωμα της αν ειχε μπερδευτει μεσ'στις ερωτοτροπιες των
χλωρων αυτων εκμυστηρευσεων? Δυο χερια περιμενουνε. Στον αγκωνα τους
στηριζεται ολοκληρη γη. Στην αναμονη τους ολοκληρη ποιηση. Πισω απ'το λοφο
υπαρχει το μονοπατι που χαραξε η φρεσκια περπατηξια της διαφανης εκεινης
κορης. Ειχε φυγει μεσ'απο το πρωι των ματιων μου (καθως τα βλεφαρα ειχανε
κανει το χατιρι του ηλιου τους) ειχε κρυφτει πισω απ'τον ισκιο της επιθυμιας
μου-κι οταν μια θεληση πηγε να την κανει δικη της αυτη χαθηκε φυσημενη απο
στοργικους ανεμους που η προστασια τους ητανε φωτεινη. Το μονοπατι αγαπησε το
λοφο κι αυτος πια ξερει καλα το μυστικο.
Ελα λοιπον αλαργινη εξαφανιση! Τιποτε αλλο δεν ποθουν περισσοτερο οι αγκαλιες
των κηπων. Στην αφη της παλαμης σου θ'αναγαλλιασουν οι καρποι που τωρα
μετεωριζονται ασκοποι. Στο διαφανο στηριγμα της κορμοστασιας σου τα δεντρα θα
βρουν τη μακροχρονια εκπληρωση των ψιθυρισμενων τους απομονωσεων. Στην πρωτη
σου ξεγνοιασια θ'αυξησουν τα χορταρια σαν ελπιδες. Η παρουσια σου θα δροσισει
τη δροσια.
Τοτε θ'ανοιξεις μεσα μου τα ριπιδια των συναισθηματων. Δακρυα συνειδησεων
πολυτιμες πετρες επιστροφες κι απουσιες. Κι ενω θα τρεχει ο ουρανος κατω
απ'τις γεφυρες των πλεγμενων χεριων μας ενω οι πιο πολυτιμοι καλυκες θα
ταιριαζουνε στα μαγουλα μας θα δωσουμε το σχημα του ερωτα που λειπει απο τις
ορασεις αυτες
Τοτε θα δωσουμε
Στη λειτουργια των δυσκολωτερων ονειρων μια σιγουρη παλινορθωση!
Ο Οδυσσέας Ελύτης (πραγματικό όνομα: Οδυσσέας Αλεπουδέλης) (Ηράκλειο
Κρήτης, 1911 - Αθήνα, 1996), ήταν ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες
ποιητές, μέλος της λογοτεχνικής γενιάς του '30. Βραβεύτηκε το 1960 με το
Κρατικό Βραβείο Ποίησης και το 1979 με το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας,
ο δεύτερος και τελευταίος μέχρι σήμερα Έλληνας που τιμήθηκε με βραβείο
Νόμπελ. Στα γράμματα ο Ελύτης εμφανίστηκε το 1935, ο φίλος και ομότεχνός
του Γιώργος Σαραντάρης τον φέρνει σε επαφή με τη λογοτεχνική συντροφιά,
που εξέδιδε το πρωτοποριακό περιοδικό Νέα Γράμματα. Την αποτελούσαν,
μεταξύ άλλων, οι Γιώργος Σεφέρης, Γιώργος Θεοτοκάς, Γιώργος Κατσίμπαλης
και Ανδρέας Καραντώνης. Στα Νέα Γράμματα θα δημοσιευτεί το πρώτο του
δόκιμο ποίημα με τίτλο Του Αγαίου, με την υπογραφή: Ελύτης. Η γνωριμία
του τον ίδιο χρόνο με τον Ανδρέα Εμπειρίκο ενίσχυσε τις επαναστατικές
υπερρεαλιστικές του απόψεις. Γνωστότερα ποιητικά του έργα είναι τα Άξιον Εστί, ο Ήλιος ο πρώτος
και οι Προσανατολισμοί. Διαμόρφωσε ένα προσωπικό ποιητικό ιδίωμα και
θεωρείται ένας από τους ανανεωτές της ελληνικής ποίησης. Πολλά ποιήματά
του μελοποιήθηκαν, ενώ συλλογές του έχουν μεταφραστεί μέχρι σήμερα σε
πολλές ξένες γλώσσες. Το έργο του περιλαμβάνει ακόμα μεταφράσεις
ποιητικών και θεατρικών έργων. Υπήρξε μέλος της Διεθνούς Ένωσης Κριτικών
Έργων Τέχνης και της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Κριτικής, αντιπρόσωπος στις
Rencontres Internationales της Γενεύης και Incontro Romano della Cultura
της Ρώμης. Πέρα από το ποιητικό του έργο, ο Ελύτης άφησε σημαντικά
δοκίμια, συγκεντρωμένα στους τόμους Ανοιχτά Χαρτιά (1974) και Εν Λευκώ
(1992), καθώς και αξιόλογες μεταφράσεις Ευρωπαίων ποιητών και θεατρικών
συγγραφέων. [Βιογραφία]