Ήτανε τόσο, η ψυχή του, κουρασμένη…
―Κι ένιωθε, αλήθεια, τόσο ματωμένη
την καρδιά…―
Τη νύχτα προπαντός.―
Σαν οπτασία
πολύχρωμη περνούσαν από μπρος του,
―Κι ένιωθε, αλήθεια, τόσο ματωμένη
την καρδιά…―
Τη νύχτα προπαντός.―
Σαν οπτασία
πολύχρωμη περνούσαν από μπρος του,
μες στους καπνούς, παράξενες κυρίες,
και σοβαροί, αμίλητοι, αρχόντοι.
Μα όλοι ήταν τόσο ξένοι, τόσο ξένοι…
― Κι ω, την καρδιά του τη φτωχιά, τη μαραμένη…
Κι ύστερα, μες στο θάμπος, πώς χανόταν
κι αυτός, σιωπηλά, στις συντροφιές…
πως ένιωθε μονάχος… ―Ούτε καν
τα βήματά του ακούγονταν
μες στα παχιά χαλιά…
Κι ω η αγαπημένη του γωνιά, η ερημικιά…
Κι όταν, κατόπιν, άρχιζεν η ορχήστρα
(τόσο παθιάρικα και τόσο αρμονικά…)
οι θύμησες πώς ξύπναγαν, πικρά…
―Δυο μάτια που κοιτάζαν ντροπαλά,
ένα πυκνό και μυρωμένο δάσος…
ένα σπιτάκι αγαπημένο… μακριά…
εκεί… σα ζωγραφιά μισοσβησμένη…
Μα έπαυε η μουσική ― κι όλα πώς φεύγαν
με του βιολιού την τελευταία δοξαριά…
(― Γκαρσόν!… Πού είν’ το γκαρσόν;!… ―κει μακριά…)
Και σηκωνόταν (κι ω το μίσος, ως το μίσος,
πώς θέριευε…)
― και σηκωνότανε καρτετικά.
Γιατί ήταν τόσο, η ψυχή του κουρασμένη
― κι ένιωθε αλήθεια τόσο ματωμένη
την καρδιά…
~
Περιοδικό Αλεξανδρινή Τέχνη, Χρονιά Β’, Ιούλιος 1928, τεύχος 8ο
πηγή
και σοβαροί, αμίλητοι, αρχόντοι.
Μα όλοι ήταν τόσο ξένοι, τόσο ξένοι…
― Κι ω, την καρδιά του τη φτωχιά, τη μαραμένη…
Κι ύστερα, μες στο θάμπος, πώς χανόταν
κι αυτός, σιωπηλά, στις συντροφιές…
πως ένιωθε μονάχος… ―Ούτε καν
τα βήματά του ακούγονταν
μες στα παχιά χαλιά…
Κι ω η αγαπημένη του γωνιά, η ερημικιά…
Κι όταν, κατόπιν, άρχιζεν η ορχήστρα
(τόσο παθιάρικα και τόσο αρμονικά…)
οι θύμησες πώς ξύπναγαν, πικρά…
―Δυο μάτια που κοιτάζαν ντροπαλά,
ένα πυκνό και μυρωμένο δάσος…
ένα σπιτάκι αγαπημένο… μακριά…
εκεί… σα ζωγραφιά μισοσβησμένη…
Μα έπαυε η μουσική ― κι όλα πώς φεύγαν
με του βιολιού την τελευταία δοξαριά…
(― Γκαρσόν!… Πού είν’ το γκαρσόν;!… ―κει μακριά…)
Και σηκωνόταν (κι ω το μίσος, ως το μίσος,
πώς θέριευε…)
― και σηκωνότανε καρτετικά.
Γιατί ήταν τόσο, η ψυχή του κουρασμένη
― κι ένιωθε αλήθεια τόσο ματωμένη
την καρδιά…
~
Περιοδικό Αλεξανδρινή Τέχνη, Χρονιά Β’, Ιούλιος 1928, τεύχος 8ο
πηγή
Ο Νίκος Χάγερ-Μπουφίδης (1899-1950) γεννήθηκε στην Αθήνα και καταγόταν
από τον πατέρα του από τη Γερμανία. Πέρασε τα παιδικά του χρόνια στην
Πάτρα και στη συνέχεια έζησε με την οικογένειά του στο Κάιρο της
Αιγύπτου, όπου τέλειωσε τη σχολή Lycee Francais. Μετά το τέλος των
σπουδών του εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, όπου εργάστηκε στην Εθνική
Τράπεζα, και πέθανε από καρκίνο του πνεύμονα. Κατά τη διάρκεια της
γερμανικής κατοχής πήρε μέρος στην Εθνική Αντίσταση και στον εμφύλιο
διώχτηκε και φυλακίστηκε στις φυλακές Χατζηκώστα για τα αριστερά
πολιτικά του φρονήματα. Πρωτοεμφανίστηκε στο χώρο της λογοτεχνίας το
1916 με δημοσιεύσεις στίχων στο περιοδικό Αρμονία και το 1918
κυκλοφόρησε η πρώτη ποιητική συλλογή του, με τίτλο Τραγούδια σε
μοντέρνους σκοπούς. Συνεργάστηκε με διάφορα αθηναϊκά περιοδικά, όπως τα
Γράμματα (Αλεξάνδρειας), Βωμός, Αλεξανδρινή Τέχνη, Απόλλων, Μούσα,
Κριτική και Τέχνη, Αργώ, Ελεύθερα Γράμματα και άλλα, όπου δημοσίευσε
ποικίλα κείμενα, υπογράφοντας άλλοτε με το πραγματικό του ονοματεπώνυμο
και άλλοτε με το ψευδώνυμο Άρις Ίσαντρος. Ασχολήθηκε επίσης με την
πεζογραφία (Τρεις νύχτες ηδονής, 1927), το θέατρο (Το δράμα της
κοκαΐνης, 1928) και το δοκίμιο. Το 1928 τιμήθηκε με το πρώτο βραβείο της
Εταιρείας Ελλήνων Θεατρικών Συγγραφέων για το μονόπρακτο έργο Παραμονή
Πρωτοχρονιάς, που έγραψε από κοινού με τον Κωστή Βελμύρα. Το λογοτεχνικό
έργο του Χάγερ–Μπουφίδη τοποθετείται από τους μελετητές της λογοτεχνίας
στο χώρο της λογοτεχνίας του Μεσοπολέμου, ειδικότερα στην νεορομαντική
και νεοσυμβολιστική τάση της, και παρουσιάζει έντονα στοιχεία
πεσιμισμού, κοσμοπολιτισμού και επιρροές από το καβαφικό έργο και
γάλλους συγγραφείς όπως ο Verlaine και ο Francis Jammes. Εργογραφία
(πρώτες αυτοτελείς εκδόσεις) Ι.Ποίηση • Τραγούδια σε μοντέρνους σκοπούς,
1918. • Τα μοντέρνα και το καινούργιο μανιφέστο, 1919. • Τα Ιωνικά κι
οι ανοιξιάτικες αγάπες, 1922. • Δέκα ποιήματα, 1930. • Η δεύτερη ζωή,
έκδοση Κύκλου, 1935. • Αυτοβιογραφία, 1942. • Τα παράλληλα, 1946.
ΙΙ.Θέατρο • Η νύχτα · Δράμα μονόπραχτο, 1916. • Με τα μάτια της αγάπης ·
Δράμα εις πράξιν. Χαλκίδα, χ.χ. (ekebi.gr)