Μολιέρος (Molière)

«Ο κατά φαντασίαν ασθενής» (1673)

Μολιέρος (Molière)

«Ο Ταρτούφος» (1664)

Μολιέρος (Molière)

«Ο αρχοντοχωριάτης» (1670)

Ουίλλιαμ Σαίξπηρ

«Όνειρο Θερινής Νυκτός»

Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα

«Ματωμένος Γάμος»

Αντουάν Ντε Σαιντ- Εξυπερύ

«Ο μικρός πρίγκηπας»

Αντόν Τσέχωφ

«Ένας αριθμός»

Ντάριο Φο

«Ο τυχαίος θάνατος ενός Αναρχικού»

Ευγένιος Ιονέσκο

«Ρινόκερος»

Μπέρτολτ Μπρεχτ

«Αν οι καρχαρίες ήταν άνθρωποι»

722 Ποιητές - 8.171 Ποιήματα

Επιλογή της εβδομάδας..

Οδυσσέας Ελύτης, «Το Μονόγραμμα»

Θά πενθώ πάντα -- μ’ακούς; -- γιά σένα, μόνος, στόν Παράδεισο Ι Θά γυρίσει αλλού τίς χαρακιές  Τής παλάμης, η Μοίρα, σάν κλειδούχο...

Γιώργος Θ. Βαφόπουλος, «Το καλεντάρι»

Ιδού, επέστη το πλήρωμα
του τρίτου έτους
της ουρανίας Σου
μεταστάσεως.

Των γλυκών Σου ενθυμίων
την πυξίδα μ' ευλάβειαν ανοίγω.

Αγιότητος άρωμα,
του μαρτυρίου Σου μόσχος,
στο κελί της μονώσεώς μου
διαχέει την θείαν ουσία του.

Ταπεινών ενθυμίων αντίκρυσμα.
Ευλαβής δακρύων σπονδή.

Ιδού, ανασύρω το λεπτό Σου θερμόμετρο,
σ' υποθερμίας βαθμό
σταματημένο.
Ιδού, εγγίζω
με τρέμοντα δάκτυλα
το φτωχό Σου χτενάκι,
των μαλλιών Σου χαλινάρι γλυκό.

Αλλά το δακρύρρυτο βλέμμα μου,
σ’ ευλαβείας αχλύν τυλιγμένο,
σταματά στο μικρό καλεντάρι,
όπου το βλέφαρο
της τελευταίας σου εγκοσμίας ημέρας
εκοιμήθη βαρύ.

«Δεκαέξι του μηνός Απριλίου.
Αγάπης, Ειρήνης, Χιονίας, μαρτύρων».
Του μαρτυρίου Σου το τελείωμα,
το ξανάνθισμα του δικού μου.

Των γλυκών Σου ενθυμίων
την πυξίδα μ' ευλάβεια σφραγίζω.
Των πτωχών Σου ενθυμίων ο πλούτος,
με των πλουσίων μου δακρύων
την πτωχεία συγκερνάται.

«Αγάπης, Ειρήνης, Χιονίας, μαρτύρων».

Εν Αγάπη μένε.
Εν Ειρήνη αναπαύου.
Λευκοτέρα χιόνος.
 
1938
~
 
 Ο Γεώργιος Θ. Βαφόπουλος (Γευγελή, 1903 - Θεσσαλονίκη, 1996)   πρωτοεμφανίστηκε στο χώρο της λογοτεχνίας το 1921 με δημοσιεύσεις ποιημάτων του στα περιοδικά Σφαίρα (Γυναίκα) και Νουμάς (Ελεγείο στους αδικοσκοτωμένους). Το 1923 επισκέφτηκε για πρώτη φορά την Αθήνα, γράφτηκε στη Μαθηματική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και εργάστηκε ως αντιγραφέας στη Μεγάλη Γραμματική της Ελληνικής Γλώσσης του Γ.Χατζιδάκη. Επέστρεψε στη Θεσσαλονίκη λόγω προβλημάτων υγείας και το 1924 ανέλαβε τη διεύθυνση του περιοδικού Μακεδονικά Γράμματα, από κοινού με τον Κ.Κόκκινο. Το 1927 με εισήγηση του Κωστή Παλαμά δημοσιεύτηκαν στη Νέα Εστία εφτά ποιήματά του. Το 1932 διορίστηκε στο Δήμο Θεσσαλονίκης. Το 1938 ίδρυσε τη Δημοτική Βιβλιοθήκη Θεσσαλονίκης (την οποία διηύθυνε ως το 1963).  Κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής αποσπάστηκε στη Δημοτική Βιβλιοθήκη της Αθήνας, όπου γνωρίστηκε με τον Ι.Μ.Παναγιωτόπουλο, τον Γιώργο Θέμελη (με τους οποίους συνδέθηκε στενά), τη Γαλάτεια Καζαντζάκη, τον Καίσαρα Εμμανουήλ, το Στέλιο Ξεφλούδα, τον Τάσο Αθανασιάδη, τον Τέλλο Άγρα, και άλλους λογοτέχνες. Το 1983 με δωρεά του ποιητή και της Αναστασίας Γερακοπούλου (2η σύζυγος) ιδρύθηκε το Βαφοπούλειο Πολιτιστικό Κέντρο Θεσσαλονίκης. Το συγγραφικό και ποιητικό έργο του Γιώργου Βαφόπουλου είναι πλουσιότατο. Μέσα σε αυτό απεικονίζεται η ζωή της πόλης επί Tουρκοκρατίας και ως τον B' Παγκόσμιο Πόλεμο, με πάρα πολλά στοιχεία. Ένα από αυτά τα έργα είναι και η τελευταία μελέτη του Το παραμύθι της Θεσσαλονίκης, το οποίο έγραψε το 1993. Ξεκίνησε από το νεοσυμβολισμό και την ανανεωμένη παράδοση, με επιρροές από τον Παλαμά, τον Kαβάφη, τον Mποντλέρ και τον Kαρυωτάκη. Στράφηκε αργότερα με την Προσφορά, προς τους νέους εκφραστικούς τρόπους, σχεδόν ταυτόχρονα με το κίνημα του υπερρεαλισμού, χωρίς να παρακολουθεί τα συνθήματά του. Η ποιητική του φυσιογνωμία σχηματίστηκε μέσα στην τελευταία πενταετία του μεσοπολέμου και το σημαντικότερο μέρος του έργου του το έδωσε έπειτα από τον πόλεμο και την Kατοχή. [Βιογραφία]

Αντώνης Σαμαράκης (1919-2003)

«Το άγγελμα της ημέρας»

Μην πεις ποτέ σου: «Είναι αργά!» κι αν χαμηλά έχεις πέσει. κι αν λύπη τώρα σε τρυγά κι έχεις βαθιά πονέσει.

Κι αν όλα μοιάζουν σκοτεινά κι έρημος έχεις μείνει. μην πεις ποτέ σου: «Είναι αργά!» -τ' ακούς;- ό,τι  κι αν γίνει

Ο Μικρός Πρίγκιπας: «Αντίο», είπε η αλεπού. «Να το μυστικό μου. Είναι πολύ απλό: Μόνο με την καρδιά βλέπεις αληθινά. Την ουσία δεν τη βλέπουν τα μάτια»

𝓜πάμπης 𝓚υριακίδης