ώρες ώρες πάλι
έρχεται συσσωρευμένη μια απίστευτη θλίψη
και γαντζώνεται σαν αράχνη στο στήθος
κάνει εκεί τη φωλιά της
πιάνει την ψυχή για θήραμα της
και τρέφεται από αυτή
λίγο λίγο
έτσι ώστε να μην πεθαίνει
και ασταμάτητα να ψυχορραγεί
ανήμπορη να αντιδράσει
αιχμάλωτη στον ιστό της
και στα αιχμηρά της δόντια
Την αισθάνομαι με σωματικό πόνο
το στήθος μουδιάζει και σφίγγει το στομάχι
με κρατάει εκεί—δέσμιο της
και η αναπνοή μου λιγοστεύει
το σώμα λυγάει και σωριάζεται χάμω
συνεχίζοντας να ζει και να την υποφέρει
Όταν την συνηθίσω
και την κάνω φίλη—καλοδεχούμενη—
όταν μάθω να πονώ χωρίς σημασία καμία να δίνω
όταν μάθω να ανέχομαι την ύπαρξη της
και με πνεύμα περιφρόνησης την αγνοήσω
τότε απομακρύνεται.
Δεν πάει μακριά όμως
παραμονεύει κάπου εκεί—σε μια γωνία—
κρύβεται μα εγώ την βλέπω
Kι όταν με πετύχει ξέγνοιαστο
και δει πως κάποια επιπόλαιη χαρά
πάει να με πλησιάσει
όταν δει πως φεύγω επικίνδυνα μακριά της
Επιστρέφει!
και κρατάει ένα μεγάλο μαχαίρι
ή πολλά μαχαίρια μαζί
και με καρφώνει στο στομάχι
με διπλώνει στα δύο
με σωριάζει κάτω
απίστευτα ΚΑΤΩ…
και κάνει πάλι τη φωλιά της
στο στήθος, στη ψυχή
αιχμαλωτίζει τις αισθήσεις και όλη μου την ύπαρξη
Την έχω μάθει πια
Θα εγκατασταθεί εδώ για όσο θελήσει
κι έπειτα θα φύγει πάλι
για να επιστρέψει
ξανά και ξανά…
~
από τη συλλογή Νόσο της Ποίησης, εκδ. Ίαμβος, 2009
πηγή το ιστολόγιο του ποιητή
έρχεται συσσωρευμένη μια απίστευτη θλίψη
και γαντζώνεται σαν αράχνη στο στήθος
κάνει εκεί τη φωλιά της
πιάνει την ψυχή για θήραμα της
και τρέφεται από αυτή
λίγο λίγο
έτσι ώστε να μην πεθαίνει
και ασταμάτητα να ψυχορραγεί
ανήμπορη να αντιδράσει
αιχμάλωτη στον ιστό της
και στα αιχμηρά της δόντια
Την αισθάνομαι με σωματικό πόνο
το στήθος μουδιάζει και σφίγγει το στομάχι
με κρατάει εκεί—δέσμιο της
και η αναπνοή μου λιγοστεύει
το σώμα λυγάει και σωριάζεται χάμω
συνεχίζοντας να ζει και να την υποφέρει
Όταν την συνηθίσω
και την κάνω φίλη—καλοδεχούμενη—
όταν μάθω να πονώ χωρίς σημασία καμία να δίνω
όταν μάθω να ανέχομαι την ύπαρξη της
και με πνεύμα περιφρόνησης την αγνοήσω
τότε απομακρύνεται.
Δεν πάει μακριά όμως
παραμονεύει κάπου εκεί—σε μια γωνία—
κρύβεται μα εγώ την βλέπω
Kι όταν με πετύχει ξέγνοιαστο
και δει πως κάποια επιπόλαιη χαρά
πάει να με πλησιάσει
όταν δει πως φεύγω επικίνδυνα μακριά της
Επιστρέφει!
και κρατάει ένα μεγάλο μαχαίρι
ή πολλά μαχαίρια μαζί
και με καρφώνει στο στομάχι
με διπλώνει στα δύο
με σωριάζει κάτω
απίστευτα ΚΑΤΩ…
και κάνει πάλι τη φωλιά της
στο στήθος, στη ψυχή
αιχμαλωτίζει τις αισθήσεις και όλη μου την ύπαρξη
Την έχω μάθει πια
Θα εγκατασταθεί εδώ για όσο θελήσει
κι έπειτα θα φύγει πάλι
για να επιστρέψει
ξανά και ξανά…
~
από τη συλλογή Νόσο της Ποίησης, εκδ. Ίαμβος, 2009
πηγή το ιστολόγιο του ποιητή
Ο Χρήστος Αντισθένης Ζάχος γεννήθηκε στην Αθήνα το 1978. Παρακολούθησε μαθήματα ηλεκτρολογίας και σπούδασε στο τμήμα Μουσικής Τεχνολογίας και Ακουστικής. Η πρώτη του εμφάνιση στα γράμματα ήταν το 2009 με την ποιητική συλλογή “Η Nόσος της Ποίησης” από τις εκδόσεις Ίαμβος. Τίτλοι βιβλίων: Η νόσος της ποίησης (Ίαμβος, 2009). Η μούσα και ο ποιητής (Ίαμβος, 2009). Κραταιά ως θάνατος αγάπη (Ίαμβος, 2010). Οι εμπειρίες ενός πνιγμένου (Γαβριηλίδης, 2011). Χ-έγερση υποσυνειδήτου Ποιήματα και πεζά (Οι Εκδόσεις των Συναδέλφων, 2014). Ασημαντότητες (Κύμα, 2018 / Ιδιωτική Έκδοση, 2019)