Μποτίλια. Έχει γραμμένο στην ετικέτα
το κόστος παραγωγής και σκαλισμένο το πεπρωμένο
της. Τι τύχη να μη φοβάται το νόημα της επιθυμίας.
Τα δαπανήματα μοιράζονται δίκαια, ισομέγεθα και
ισοσκελισμένα, όπως δίκαιες ισομεγέθεις και
ισοσκελισμένες είναι οι καχυποψίες μου.
Σου προσφέρω φιλοξενία στο εκκενωμένο
σπιτικό.
Η φθορά των σκουληκιών χάρτινη στη χάρτινη
συλλογή του Θεού και υποταγμένη στα
φτερνοπατήματα, στ’ ακροπατήματα
Κουβαλάς κι ανάσκελα φτιάχνεις έναν άλλον ουρανό.
Ριχτό ως τη γη, με τις συννεφιές του,
μ’ αγγέλους με φακούς, με κύπελλα αργυρά και καταγής
οι πράξεις της ζητωκραυγής, οι πράξεις
του ολοκληρωτικού θανάτου νοσοκόμα
σπρώχνει τη βαριεστημάρα του με φάρμακα
και συ εξακολουθείς "μεριμνάς και τυρβάζεις".
Γιατί δεν απολαμβάνεις την κατανόηση του
μετανιωμένου εχθρού; του νέου σύμμαχου,
γιατί δε δέχεσαι να είσαι η τυχερή να φας
και τις δικές μου τύψεις;
Γιατί, όταν σε παρατηρώ, βλέπω την πλάτη σου
να παραμένει νεανική, το δέρμα σου λείο;
γιατί; Κι όλο το άλλο κορμί ζαρωμένο
κι αγιάτρευτο;
Ξεφλουδίζεις την αδιαντροπιά νερό
τα μπράτσα, γέρνεις γριά ρυτιδωμένη
κι αφτιασίδωτη στο πηγάδι αντικλείδι
ο καθρέφτης.
το κόστος παραγωγής και σκαλισμένο το πεπρωμένο
της. Τι τύχη να μη φοβάται το νόημα της επιθυμίας.
Τα δαπανήματα μοιράζονται δίκαια, ισομέγεθα και
ισοσκελισμένα, όπως δίκαιες ισομεγέθεις και
ισοσκελισμένες είναι οι καχυποψίες μου.
Σου προσφέρω φιλοξενία στο εκκενωμένο
σπιτικό.
Η φθορά των σκουληκιών χάρτινη στη χάρτινη
συλλογή του Θεού και υποταγμένη στα
φτερνοπατήματα, στ’ ακροπατήματα
Κουβαλάς κι ανάσκελα φτιάχνεις έναν άλλον ουρανό.
Ριχτό ως τη γη, με τις συννεφιές του,
μ’ αγγέλους με φακούς, με κύπελλα αργυρά και καταγής
οι πράξεις της ζητωκραυγής, οι πράξεις
του ολοκληρωτικού θανάτου νοσοκόμα
σπρώχνει τη βαριεστημάρα του με φάρμακα
και συ εξακολουθείς "μεριμνάς και τυρβάζεις".
Γιατί δεν απολαμβάνεις την κατανόηση του
μετανιωμένου εχθρού; του νέου σύμμαχου,
γιατί δε δέχεσαι να είσαι η τυχερή να φας
και τις δικές μου τύψεις;
Γιατί, όταν σε παρατηρώ, βλέπω την πλάτη σου
να παραμένει νεανική, το δέρμα σου λείο;
γιατί; Κι όλο το άλλο κορμί ζαρωμένο
κι αγιάτρευτο;
Ξεφλουδίζεις την αδιαντροπιά νερό
τα μπράτσα, γέρνεις γριά ρυτιδωμένη
κι αφτιασίδωτη στο πηγάδι αντικλείδι
ο καθρέφτης.
~
H Ρούλα Αλαβέρα γεννήθηκε (1942), σπούδασε και εργάστηκε στη Θεσσαλονίκη. Πρωτοεμφανίσθηκε στην ποίηση το 1964 και το 2005 εκδόθηκαν δύο συγκεντρωτικοί τόμοι με την ποιητική της δουλειά α) 1964-1984, β) 1985-2005, εκδ. Νέας Πορείας. Ορισμένες από τις μελέτες της και τις ποιητικές πρόζες-διηγήματα, δημοσιεύτηκαν στα λογοτεχνικά περιοδικά Νέα Πορεία, Ευθύνη, Εντευκτήριο, Παρέμβαση, κ.α. Συνεργάστηκε κατά καιρούς με τις εφημερίδες Αυγή και Αγγελιοφόρο και το Κρατικό Ραδιόφωνο Θεσσαλονίκης και Αθήνας. Ήταν από τους βασικούς συνεργάτες της Νέας Πορείας. Ποιήματα μεταφράστηκαν γερμανικά, ιταλικά, σερβικά, γαλλικά, βουλγάρικα, ρουμανικά, αλβανικά. Ποιητική δουλειά της μελοποίησαν οι Γιώργος Θέμελης, Δήμητρης Ζαφειρέλης, Κώστας Βόμβόλος και οι αδελφοί Κατσιμίχα. Ήταν παντρεμένη με τον πεζογράφο Τηλέμαχο Αλαβέρα. [Βιογραφία]