Του Κ. Α. Ναυπλιώτη. Η πίστη του Επίκουρου στην ύπαρξη, ως φαινόμενη πραγματικότητα, ανοίγει τον δρόμο για την αναζήτηση τής αλήθειας μέσω τού κόσμου των φαινομένων και αποτελεί τη μόνη ασφαλή βάση τής επιστήμης (1). Εδώ όμως παρεμβαίνει η έρευνα η οποία ασχολείται με δύο πράγματα. δηλ.
η μία περί των πραγμάτων και η έρευνα (που ασχολείται) με σκέτα λόγια “περί φίλην την φωνήν”. Η διαδικασία πρόσληψης και σχηματισμού των εννοιών είναι η βάση στο γνωσιολογικό σύστημα τού Επίκουρου. Έτσι το κάθε αντικείμενο θα πρέπει να δηλώνεται με μιά λέξη (παντί ὀνόματι) ή αλλιώς το πρωταρχικό όνομα κάθε αντικειμένου πρέπει να είναι ξεκάθαρο (ἐναργές). Μαθαίνουμε να χρησιμοποιούμε λέξεις με πράγματα που συλλαμβάνουν άμεσα οι αισθήσεις μας, κι έτσι, όταν προφέρεται μια λέξη, έχουμε την “πρόληψη” αυτού στο οποίο η λέξη αναφέρεται.
Όσο οι προσλήψεις παραμένουν προσκολλημένες στις λέξεις - ονομασίες των λέξεων στους όρους και στις έννοιες που χρησιμοποιούμε όταν ταυτοποιούμε τα αντικείμενα της εμπειρίας μας, είναι πάντοτε εφικτή μια αληθής θεωρία για τη φύση του κόσμου.
Μαθαίνουμε να συνδέουμε λέξεις με τα πράγματα στα οποία έχουμε εκχωρήσει τις λέξεις μας (ὑποταγμένα τοῖς φθόγγοις) ώστε να αποφεύγουμε τη χρήση κενών λέξεων. Πρέπει να χρησιμοποιούμε τις λέξεις που ανταποκρίνονται στις προσλήψεις(προλήφεις) μας, διότι αν αφήσουμε τις λέξεις αδέσποτες θα γίνουν άστοχες και ανεξέλεγκτες. Ενώ είναι προνόμιο ωρίμου μελέτης η εύκολη χρήση των εννοιών αναφέροντας κάθε μια απ’ αυτές σε στοιχειώδη γεγονότα και απλούς όρους.
Ο Λουκρήτιος* γράφει πως αρχικά η γλώσσα των ανθρώπων “έμοιαζε” με αυτή των ζώων, που ανάλογα με τη διάθεσή τους π.χ πόνο, χαρά, στοργή έβγαζαν ανάλογους ήχους. Έτσι και οι άνθρωποι εκφράζονται ανάλογα σε αντίστοιχες περιπτώσεις. Είναι φανερό πως οι πρώτες έννοιες των λέξεων ήταν απλές και διαμορφωμένες από την εμπειρία. Αργότερα εισάγονται λέξεις με μεταφορικές σημασίες που οδηγούν στην αμφισημία και δεν ανταποκρίνονται πάντα στην αποκάλυψη της πραγματικότητας.
Με αυτό τον τρόπο υπάρχει ο κίνδυνος, η γλώσσα να αποκτήσει ανεξάρτητη υπόσταση και τα πράγματα να περάσουν στη σφαίρα της αφαίρεσης και της θεωρίας εάν η γλώσσα δεν συγκροτείται ή δεν συντίθεται ανάλογα, με τρόπο ώστε να γίνεται δυνατή η ξεκάθαρη αντίληψη αυταπόδεικτων εννοιών που συμβάλλουν στην παραγωγή υλικής συνείδησης.
Στην επιστολή- χαιρετισμό προς Ηρόδοτο** ο φιλόσοφος επιχειρεί να συμπυκνώσει τις αρχές που πρέπει να μας οδηγούν στην έρευνα της φύσης.
Γράφει: ...και πρώτα – πρώτα Ηρόδοτε, να ορίσουμε με ακρίβεια τις έννοιες που αντιστοιχούν στις λέξεις (ὑποτεταγμένα τοῑς φθόγγοις δεῖ εἰληφέναι). Μόνο έτσι μπορούμε, ανάγοντας σ’ αυτές τις έννοιες, τις γνώμες, τις έρευνες και τις απορίες, να φτάσωμε σε κρίσεις. Διαφορετικά θα πελαγώνουμε, οι αποδείξεις μας θα χάνωνται στο άπειρο και θα παίζωμε με άδειες λέξεις (κενούς φθόγγους ἔχωμεν). Πρέπει απαραίτητα να είναι σαφές το πρωταρχικό νόημα (τό πρῶτον ἐννόημα) της κάθε λέξης, χωρίς τη βοήθεια καμιάς πρόσθετης απόδειξης, αν θέλουμε να αναφερόμαστε σε κάτι συγκεκριμένο...χωρίς να εκφέρουμε γνώμες. Έτσι θα πρέπει να υπάρχει απόλυτη ταυτοποίηση λέξης και αντικειμένου ή σημαίνοντος και σημαινομένου. Άρα είναι απαραίτητη η βεβαιότητα για το πρωταρχικό νόημα κάθε λέξης, κάθε όρου και κάθε έννοιας, πριν προχωρήσουμε στην έρευνα τού φυσικού κόσμου. Έτσι, το αντικείμενο που αρχικά έχει δηλωθεί με μια λέξη (παντί ὀνόματι) μάς λέει πως το πρωταρχικό νόημα που έχει αποδοθεί σε κάθε λέξη, είναι ξεκάθαρο (ἐναργές). Αντιλαμβανόμαστε λοιπόν πως σύμφωνα με τη φιλοσοφία τού Επίκουρου, η γλώσσα δεν είναι ζήτημα απλής σύμβασης μεταξύ των ανθρώπων που συμφωνούν για τη σημασία των ήχων και, τελικά, των συμβόλων που επινοούν αυθαίρετα, αλλά μάλλον έχει τη βάση της στη φυσική αλληλεπίδραση των ατόμων με το περιβάλλον τους ώστε να τις έχουμε ως συγκεκριμένα σημεία αναφοράς στις κρίσεις μας, αλλά και όταν αναζητούμε λύσεις σε άλυτα προβλήματα, και, κατά δεύτερο λόγο να αναζητούμε τις σχέσεις μεταξύ τους. Οι λέξεις- ονομασίες εμφανίζονται ως φυσικές αντιδράσεις, φυσικές υλικές οντότητες· και οι ήχοι που εκπέμπονται για να εκφράσουν αισθητηριακές εμπειρίες και συναισθήματα, έχουν αιτιώδη σύνδεση που θα ταίριαζε με οποιαδήποτε “συμπεριφορική” θεωρία τής γλώσσας.
Ο φιλόσοφός μας εντοπίζει τα γενεσιουργά αίτια της γλώσσας στη φύση, σε αρμονία με τις πολυποίκιλες εκδηλώσεις της· χλευάζοντας τις αντίπαλες φιλοσοφικές θεωρίες που εξηγούν τη γένεση της γλώσσας ως προϊόντος επινόησης και σύμβασης. Συνεπώς οι λέξεις (ὀνάματα) αρχικά δεν προέκυψαν ως προϊόν σύμβασης μεταξύ των ανθρώπων, αλλά υπήρχαν διαφορές ανάλογα με τα συναισθήματα και τις παραστάσεις των ανθρώπων από τόπο σε τόπο. Όλη η έρευνα και επομένως όλη η γνώση (επιστήμη) για τον φυσικό κόσμο βασίζεται στις στοιχειώδεις λέξεις, ονομασίες και όρους που παράγονται από τη φυσική αλληλεπίδραση μεταξύ του υποκειμένου και του περιβάλλοντός του δηλ. του κόσμου των φαινομένων. Οι λέξεις- ονομασίες ως οι πλέον στοιχειώδεις γλωσσικές οντότητες- εμφανίζονται ως φυσικές αντιδράσεις ως φυσικές υλικές οντότητες, και ήχοι που εκπέμπονται αυθόρμητα για να ταυτοποιήσουν ή να εκφράσουν εμπειρίες και συναισθήματα. Άρα λέξη και αντικείμενο έχουν αιτιώδη σύνδεση & σχέση. “Αρχή παιδεύσεως η των ονομάτων επίσκεψις” μας λέει ο Επίκτητος και συνεχίζοντας συμπληρώνει “ἄλλο γάρ ἐστί ἡ χρήσις, ἄλλο ἡ παρακολούθησις” (δηλ. η ετυμολογία). Η ετυμολογία καθιερώθηκε αργότερα για να αποφεύγεται η λανθασμένη χρήση των λέξεων και εννοιών της επιστημονικής σκέψης. Όμως το σύστημα της γνωσιολογίας του Επίκουρου όχι μόνο στηρίζεται, αλλά απαιτεί εμπειρική επικύρωση· επιμένοντας στην εγκυρότητα της μαρτυρίας των αισθήσεων οι οποίες θα αποτυπωθούν στη γλώσσα με έναν επαληθεθεύσιμο τρόπο.
Σχετικά με τη γλώσσα και την ομιλία, ο Επικούρειος φιλόσοφος ο οποίος εξέφραζε και τις απόψεις – θέσεις τού δασκάλου του, Διογένης Οινοανδέας*** γράφει: “Όσο για την ομιλία, δηλαδή τα ρήματα και τα ουσιαστικά που για πρώτη φορά αναφώνησαν οι γεννημένοι από τη γη άνθρωποι, ας μην παρουσιάζουμε τον Ερμή ως τον πρώτο διδάξαντα, όπως κάνουν μερικοί, είναι ολοφάνερο ότι πρόκειται για ανοησίες.... Γιατί θα έπρεπε να τα συγκεντρώσει με μιά προσταγή και αφού τα συγκεντρώσει, ν’ αρχίσει να δίνει εντολές κρατώντας ένα ραβδί σα δάσκαλος, να ακουμπάει το κάθε τι και να λέει, “τούτο δω θα ονομάζεται πέτρα κι αυτό ξύλο κι αυτό άνθρωπος ή σκυλί ή βόδι ή γάιδαρος...”. Είναι φανερό λοιπόν πως ο φιλόσοφός μας υποστηρίζει με ενθουσιασμό την θεωρία τού δασκάλου του για τη φυσική γλώσσα και χλευάζει τις θεωρίες που υποστηρίζουν τη γένεση της γλώσσας ως προϊόντος επινόησης και σύμβασης. Φαίνεται δε ότι σύμβαση μπορεί να υπάρξει, μόνο με την υπέρβαση της αρχικής γλωσσικής σύλληψης με βοηθό τη δημιουργική σκέψη ως τη γενέθλια πράξη του πολιτισμού.
Ωστόσο κατά τον Επίκουρο η εγκυρότητα της μαρτυρίας που παρέχει ο νούς συναγωνίζεται την εγκυρότητα της μαρτυρίας των αισθήσεων. Έτσι η γνωσιολογία βασίζεται ή μάλλον απαιτεί εμπειρική επικύρωση μέσω τής επικούρειας θεωρίας της φυσικής γλώσσας.
Σημειώσεις - προσθήκες
(1) Με μια πιό προσεκτική και ίσως περισσότερο διεισδυτική ματιά σε αρκετά κρίσιμα χωρία σχετικά με τη φιλοσοφία του Επίκουρου, μπορεί να αντιληφθεί κανείς πως μέσω της “νοητιχής” (νοητικής) και ενορατικής προσήλωσης στη σύλληψη εννοιών,αλλά και να βοηθηθεί στη σύλληψη ιδιαίτερα “ξεκάθαρων” και αυταπόδεικτων εννοιών της επιστημονικής σκέψης. Να σημειώσουμε ακόμα επί του προκειμένου, πως ο Νίτσε δεν είχε άδικο όταν διαπιστώνει ότι: “η επιστήμη έχει βαλθεί να επιβεβαιώσει τον Επίκουρο”
* Ο Τίτος Λουκρήτιος Κάρος ήταν Ρωμαίος επικούρειος φιλόσοφος και ποιητής. Γεννήθηκε στην Πομπηία της Ιταλίας το 98 ή 94 π.Χ και πέθανε το 55 – 53 π.Χ. Το μόνο γνωστό έργο του είναι το “Περί φύσεως των πραγμάτων”. Είναι γνωστό ότι από το τεράστιο έργο των Επικουρείων σώθηκαν ελάχιστα.
** Προφανώς δεν αναφέρεται στον ιστορικό Ηρόδοτο (484- 426 π.Χ) αλλά στον Ηρόδοτο μαθητή του Επίκουρου φιλόσοφο και γιατρό από τον οποίο διασώθηκαν 3 βιβλία, το 1 “Περί Επικούρου” αφιέρωσε στον δάσκαλό του. Εκτός από τον Ιστορικό Ηρόδοτο υπάρχουν ακόμα 5 με το ίδιο όνομα...
*** Ο Διογένης ο Οινοανδέας ήταν Επικούρειος φιλόσοφος και έζησε τον 2ο αι. μ.Χ στα Οινόανδα της Λυκίας στη Μ. Ασία 100 χλμ βόρεια του Καστελόριζου (Βικιπαίδεια). ΠΗΓΗ