Εγώ σου μιλάω με δακτυλιές σολ και μι και λα
ματιάς αφής κι ανάμνησης
φωτιάς και δέντρου
Το νέφος εκεί μας τυλίγει
και μας κόβει στη μέση
μας κόβει απ΄ την ανατολή στη δύση
κόβει τη νύχτα των ποδιών και των χεριών σε αφανισμό φωτισμένο
Αν δεν είναι φως το χέρι σου στα μαλλιά μου
τι είναι;
Το ερώτημα μισανοιγμένο πλέει νυχτιάτικο νούφαρο
που γεννήθηκε μόλις πέθανε
και δεν το φύτεψε το τίποτα
το τίποτα που φύτεψε το τίποτά του στα λυγερά ανηφόρια της οδύνης
Ο κρατήρας μου καπνίζει
τ’ αναμμένα χέρια σε περπατάνε
Φυτρώνω και φυτρώνεις πέντε και πέντε δέκα δέντρα
κι όλα έχουν γίνει δάσος
που δεν μένει χωρίς φεγγαρόφως
χωρίς πάχνη και μάτια φτερωτών
ματιάς αφής κι ανάμνησης
φωτιάς και δέντρου
Το νέφος εκεί μας τυλίγει
και μας κόβει στη μέση
μας κόβει απ΄ την ανατολή στη δύση
κόβει τη νύχτα των ποδιών και των χεριών σε αφανισμό φωτισμένο
Αν δεν είναι φως το χέρι σου στα μαλλιά μου
τι είναι;
Το ερώτημα μισανοιγμένο πλέει νυχτιάτικο νούφαρο
που γεννήθηκε μόλις πέθανε
και δεν το φύτεψε το τίποτα
το τίποτα που φύτεψε το τίποτά του στα λυγερά ανηφόρια της οδύνης
Ο κρατήρας μου καπνίζει
τ’ αναμμένα χέρια σε περπατάνε
Φυτρώνω και φυτρώνεις πέντε και πέντε δέκα δέντρα
κι όλα έχουν γίνει δάσος
που δεν μένει χωρίς φεγγαρόφως
χωρίς πάχνη και μάτια φτερωτών
Δημήτρης Π. Παπαδίτσας (Σάμος, 1922 - Αθήνα, 1987) ήταν Έλληνας ιατρός
και ποιητής. Σπούδασε ιατρική στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, όπου το 1958
ανακηρύχτηκε διδάκτορας. Τις σπουδές του συνέχισε στο Μόναχο, όπου
ειδικεύτηκε στην ορθοπεδική. Εργάστηκε ως γιατρός σε πολλά μέρη της
Ελλάδας. Το 1976 εγκαταστάθηκε στην Αθήνα και εργάστηκε σε ίδρυμα
Αναπήρων. Υπήρξε συνιδρυτής του περιοδικού "Πρώτη Ύλη" (1958-1959) μαζί
με τον Ε. Χ. Γονατά και συνεργάστηκε με τα λογοτεχνικά περιοδικά
"Νεανική Φωνή", "Νέα Εστία", "Ο Στόχος", "Ευθύνη" κ.α. Την πρώτη του
επίσημη εμφάνιση στο χώρο της λογοτεχνίας πραγματοποίησε το 1943 με την
ποιητική συλλογή "Το φρέαρ με τις φόρμιγγες". Στα πρώτα του ποιητικά
βήματα ο Παπαδίτσας προσπάθησε να εκφράσει την αγωνία του για μια
αναμόρφωση του κόσμου, μέσα από αντισυμβατικές γλωσσικές και θεματικές
επιλογές και με επιρροές από το ρεύμα του υπερρεαλισμού και την
αρχαιοελληνική προσωκρατική φιλοσοφία. Στην πορεία του προς την
ωριμότητα οδηγήθηκε προς μια απόπειρα γεφύρωσης του χάσματος ανάμεσα στη
γήινη πραγματικότητα και το ποιητικό σύμπαν, μέσω ενός ενορατικού λόγου
και με επιρροές από το ρομαντισμό του Hoelderlin. Τιμήθηκε δύο φορές με
το 1ο Κρατικό Βραβείο Ποίησης, το 1964 (για τη συλλογή «Ποιήματα Ι
(1941-1963)») και το 1981 (για τη συλλογή «Δυοειδής λόγος») και με το
Βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών (Ίδρυμα Ουράνη) το 1984 για το σύνολο του
έργου του. Το 1985 τιμήθηκε με μετάλλιο από το Δήμο Νίκαιας. Υπήρξε
μέλος της Επιτροπής Απονομής Κρατικών Λογοτεχνικών Βραβείων (1974) και
της Εθνικής Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών. Ποιήματά του μεταφράστηκαν στα
αγγλικά, γαλλικά, ιταλικά, φλαμανδικά, ουγγρικά, πολωνικά και ρωσικά.