Μόνο με την Αγάπη σου
μπορώ να επιζήσω.
Να μη χαθώ μέσα στο μαύρο δάσος.
Ν’ αψηφήσω τον άγριο σκύλο
που μ’ ακολουθεί σα’ να ‘ναι ο ίσκιος μου.
Μόνο με την Αγάπη σου.
Να χτίσω ένα άλλο πρόσωπο.
Να γίνω πάλι ένα μικρό αγόρι.
Αθώο σαν το τρεχούμενο νερό.
Και να γνωρίζω τον κόσμο
μ’ ένα καινούργιο θάμπωμα.
μπορώ να επιζήσω.
Να μη χαθώ μέσα στο μαύρο δάσος.
Ν’ αψηφήσω τον άγριο σκύλο
που μ’ ακολουθεί σα’ να ‘ναι ο ίσκιος μου.
Μόνο με την Αγάπη σου.
Να χτίσω ένα άλλο πρόσωπο.
Να γίνω πάλι ένα μικρό αγόρι.
Αθώο σαν το τρεχούμενο νερό.
Και να γνωρίζω τον κόσμο
μ’ ένα καινούργιο θάμπωμα.
Μόνο με την Αγάπη σου
μπορώ να λέω τραγούδια από άλλους, άγνωστους
τόπους.
Να γίνομαι ένας γρύλος άγρυπνος∙
και να κεντώ τ’ όνομα σου, με στίχους αέρινους.
Να μιλώ μόνο για σένα.
Να σε καλημερίζω μ’ έναν φοβισμένο κορυδαλλό
κρυμμένον στο στήθος μου∙
και να μου αποκρίνεσαι μ’ ένα ξεχασμένο μου ποίημα.
Μόνο για την Αγάπη σου.
Μπορώ να περνάω την κάθε μου μέρα
απαγγέλλοντας τους πικρούς στεναγμούς
και αγιογραφώντας τους αίνους
απ’ το μέγα θαύμα του Έρωτα.
Να σου λέω τέλος καληνύχτα
και να με παίρνεις μαζί σου, στον ύπνο σου.
Για να με σεργιανίσεις μεθυσμένον
στα μαγεμένα σου όνειρα.
Μόνο με και για την Αγάπη σου
μπορώ να γίνομαι όλο και πιο ανθρώπινος.
Να φαίνομαι όλο και λιγότερο λυπημένος.
Ο Θανάσης Κωσταβάρας (Ανακασιά Βόλου, 1927 - Αθήνα, 2007) ήταν ποιητής
και θεατρικός συγγραφέας. Με το τέλος του πολέμου έρχεται στην Αθήνα και
γράφεται στην Οδοντιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών το 1946. Το
Νοέμβριο του 1948 εκτοπίζεται στη Μακρόνησο, όπου παρέμεινε τέσσερα
χρόνια. Με την απόλυσή του ολοκληρώνει τις σπουδές του και ξεκινά να
εργάζεται ως οδοντίατρος. Το 1953 εμφανίστηκε στη λογοτεχνία με την
ποιητική συλλογή «Πρελούντια», την οποία όμως αποκήρυξε αργότερα. Έγραψε
συνολικά είκοσι ποιητικές συλλογές. Συνεργάστηκε με τα περιοδικά
«Επιθεώρηση Τέχνης», «Αντί», «Λέξη», «Μανδραγόρας». Ήταν ένα από τα
ιδρυτικά μέλη της Εταιρείας Συγγραφέων. Σύζυγός του ήταν η δοκιμιογράφος
Αγγελική Κωσταβάρα. Ανήκει στην πρώτη μεταπολεμική γενιά. Η ποίησή του
χαρακτηρίζεται «ποίηση της ήττας» (όπως και η ποίηση των Μανόλη
Αναγνωστάκη, Τάσου Λειβαδίτη και άλλων ποιητών της γενιάς αυτής). Ο όρος
«ποίηση της ήττας» εισήχθη από τον Βύρωνα Λεοντάρη, σ' ένα κείμενό του,
του 1963, με θέμα τα ποιήματα «Ο γυρισμός» του Θ. Κωσταβάρα και
«Μαθητεία» του Τίτου Πατρίκιου. Στο κείμενο αυτό έχουν τεθεί ως μότο
στίχοι του Κωσταβάρα. Προσοχή: ο Λεοντάρης επισημαίνει ότι ως
«ποίηση της ήττας» εννοείται η ήττα της ανθρωπότητας και του πολιτισμού
και όχι η στρατιωτικοπολιτική ήττα της Αριστεράς. Η συγκεκριμένη ποίηση
δεν παραπέμπει σε ηττοπάθεια ή συνθηκολόγηση.