Ποιος είσαι συ που στάθηκες πεισματικά μπροστά μου,
και των ματιών σου τα πετράδια
σαν πυρωμένα κάρβουνα ξεσκίζουν και τρυπούν
τα τρίδιπλά μου τα σκοτάδια;
Ποιος είσαι συ που τάραξες βαθιά τη μοναξιά μου;
Δε βλέπεις απ’ τον κόσμο αυτό πως είμαι πια φευγάτη;
Μήτε γυρεύω τίποτα, μήτε μπορώ να δώσω.
Τα φλογισμένα μάτια σου του κάκου με πονούν.
Και μοναχά το χέρι να σ’ απλώσω,
θα ’ναι κι αυτό μια βδελυρή, που δε μου στέκει, απάτη.
Το ντύμα μου το σάρκινο μου το' λυωσε η ψυχή μου,
κι έπεσε απάνω του βαρύς της λησμονιάς ο λίθος.
Τα γήινα τα στολίδια μου ξεφτίσανε κι αυτά.
κι είν’ η καρδιά σε τέτοιο βύθος!
Φύγε, το δρόμο τώρα πια θα πάρω μοναχή μου.
Είμαι του ίδιου μου εαυτού μια ανάλαφρη σκιά,
νεράκι π' αργοσώνουμαι μακρυά από την πηγή μου.
Γύρισε πίσω, εγώ τραβώ για τ' άυλα τα νησιά.
Κι αν μου τρυπάει τα σπλάχνα μου του πόθου σου η ματιά,
του κάκου! στάλα αιμάτινη δεν τρέχει απ’ την πληγή μου.
(Ανέκδοτο)
και των ματιών σου τα πετράδια
σαν πυρωμένα κάρβουνα ξεσκίζουν και τρυπούν
τα τρίδιπλά μου τα σκοτάδια;
Ποιος είσαι συ που τάραξες βαθιά τη μοναξιά μου;
Δε βλέπεις απ’ τον κόσμο αυτό πως είμαι πια φευγάτη;
Μήτε γυρεύω τίποτα, μήτε μπορώ να δώσω.
Τα φλογισμένα μάτια σου του κάκου με πονούν.
Και μοναχά το χέρι να σ’ απλώσω,
θα ’ναι κι αυτό μια βδελυρή, που δε μου στέκει, απάτη.
Το ντύμα μου το σάρκινο μου το' λυωσε η ψυχή μου,
κι έπεσε απάνω του βαρύς της λησμονιάς ο λίθος.
Τα γήινα τα στολίδια μου ξεφτίσανε κι αυτά.
κι είν’ η καρδιά σε τέτοιο βύθος!
Φύγε, το δρόμο τώρα πια θα πάρω μοναχή μου.
Είμαι του ίδιου μου εαυτού μια ανάλαφρη σκιά,
νεράκι π' αργοσώνουμαι μακρυά από την πηγή μου.
Γύρισε πίσω, εγώ τραβώ για τ' άυλα τα νησιά.
Κι αν μου τρυπάει τα σπλάχνα μου του πόθου σου η ματιά,
του κάκου! στάλα αιμάτινη δεν τρέχει απ’ την πληγή μου.
(Ανέκδοτο)
Η Θεώνη Δρακοπούλου (Κωνσταντινούπολη, 1885 - Αθήνα, 1968) ήταν ηθοποιός
και ποιήτρια, γνωστή και με το ψευδώνυμο Μυρτιώτισσα. Η ποίηση ήταν
διέξοδος στον ρομαντικό και συναισθηματικό χαρακτήρα της Θεώνης
Δρακοπούλου. Είναι από τις σημαντικότερες γυναικείες φυσιογνωμίες στο
χώρο της νεοελληνικής ποίησης. Το ποιητικό έργο της Μυρτιώτισσας
κυριαρχείται από έντονο λυρισμό, ενώ συχνά θέματά της είναι η φύση και
το δίπτυχο έρωτας-θάνατος. Άνθρωπος με ιδιαίτερες ευαισθησίες, έγραφε,
απελπισμένη, για τον έρωτα αλλά και γεμάτη αγάπη για τη φύση, ποιήματα
τα οποία διέτρεχαν το πάθος και η ειλικρίνεια. Καθοριστική για την
ποιητική της έκφραση στάθηκε η γνωριμία και ο έρωτάς της με τον ποιητή Λορέντζο Μαβίλη.
Μετά τον δραματικό θάνατο του τελευταίου στη μάχη του Δρίσκου το 1912, η
27χρονη Μυρτιώτισσα στράφηκε στην ποίηση για να εκφράσει τον πόνο της. [Βιογραφία]