Είχα κουραστεί να είμαι γυναίκα,
μ’ είχαν κουράσει τα κουταλάκια και τα βαζάκια,
μ’ είχαν κουράσει το στόμα και τα στήθη μου,
μ’ είχαν κουράσει τα καλλυντικά και τα μετάξια.
Ακόμα κάθονταν οι άντρες στο τραπέζι μου,
γύρω από την κούπα που τους πρόσφερα μαζεύονταν.
Κούπα γεμάτη σταφύλια μαβιά,
οι μύγες να ζυγώνουν για τη μυρωδιά,
μέχρι και ο πατέρας μου ήρθε με το λευκό του οστό.
Όμως εμένα με είχε κουράσει το φύλο των πραγμάτων.
Εχθές το βράδυ είδα ένα όνειρο
και μίλησα σ’ αυτό και είπα:
«Εσύ είσαι η απάντηση.
Εσύ θα ζήσεις πιο πολύ κι από τον άντρα μου κι απ’ το
μ’ είχαν κουράσει τα κουταλάκια και τα βαζάκια,
μ’ είχαν κουράσει το στόμα και τα στήθη μου,
μ’ είχαν κουράσει τα καλλυντικά και τα μετάξια.
Ακόμα κάθονταν οι άντρες στο τραπέζι μου,
γύρω από την κούπα που τους πρόσφερα μαζεύονταν.
Κούπα γεμάτη σταφύλια μαβιά,
οι μύγες να ζυγώνουν για τη μυρωδιά,
μέχρι και ο πατέρας μου ήρθε με το λευκό του οστό.
Όμως εμένα με είχε κουράσει το φύλο των πραγμάτων.
Εχθές το βράδυ είδα ένα όνειρο
και μίλησα σ’ αυτό και είπα:
«Εσύ είσαι η απάντηση.
Εσύ θα ζήσεις πιο πολύ κι από τον άντρα μου κι απ’ το
πατέρα».
Σ’ αυτό το όνειρο υπήρχε μία πόλη από αλυσίδες
όπου η Ιωάννα θανατώθηκε φορώντας ρούχα αντρικά
και ανεξήγητη ήταν η φύση των αγγέλων.
Κανείς τους δεν ανήκε στο ίδιο είδος,
ένας με μία μύτη, άλλος με ένα αυτί στο χέρι του,
άλλος μασούλαγε ένα αστέρι και κατέγραφε την τροχιά του,
καθένας τους σαν ένα ποίημα που υπάκουε στον εαυτό του,
τις λειτουργίες του Θεού εκτελούσαν,
χώριζαν τους ανθρώπους.
«Εσύ είσαι η απάντηση»
είπα και εισήλθα,
πλαγιάζοντας στις πύλες της πόλης.
Τότε οι αλυσίδες δέθηκαν γύρω μου σφιχτά
κι έχασα το συνηθισμένο φύλο μου, την τελική μου
διάσταση.
Ο Αδάμ βρισκόταν στ’ αριστερά μου
και η Εύα στα δεξιά μου
και οι δύο απόλυτα ασύμβατοι με τον κόσμο της λογικής.
Πλέξαμε τα μπράτσα μας μαζί
και πετάξαμε προς τον ήλιο.
Δεν ήμουν πια γυναίκα,
δεν ήμουν ούτε το ένα, ούτε το άλλο.
Ω, κόρες της Ιερουσαλήμ,
ο βασιλιάς με έφερε στην κάμαρά του.
Είμαι μαύρη και είμαι πανέμορφη.
Με άνοιξαν και με έγδυσαν.
Δεν έχω χέρια ή πόδια.
Είμαι ολόκληρη ένα δέρμα, ίδια ψάρι.
Δεν είμαι περισσότερο γυναίκα
απ’ όσο ήταν άντρας ο Χριστός.
Σ’ αυτό το όνειρο υπήρχε μία πόλη από αλυσίδες
όπου η Ιωάννα θανατώθηκε φορώντας ρούχα αντρικά
και ανεξήγητη ήταν η φύση των αγγέλων.
Κανείς τους δεν ανήκε στο ίδιο είδος,
ένας με μία μύτη, άλλος με ένα αυτί στο χέρι του,
άλλος μασούλαγε ένα αστέρι και κατέγραφε την τροχιά του,
καθένας τους σαν ένα ποίημα που υπάκουε στον εαυτό του,
τις λειτουργίες του Θεού εκτελούσαν,
χώριζαν τους ανθρώπους.
«Εσύ είσαι η απάντηση»
είπα και εισήλθα,
πλαγιάζοντας στις πύλες της πόλης.
Τότε οι αλυσίδες δέθηκαν γύρω μου σφιχτά
κι έχασα το συνηθισμένο φύλο μου, την τελική μου
διάσταση.
Ο Αδάμ βρισκόταν στ’ αριστερά μου
και η Εύα στα δεξιά μου
και οι δύο απόλυτα ασύμβατοι με τον κόσμο της λογικής.
Πλέξαμε τα μπράτσα μας μαζί
και πετάξαμε προς τον ήλιο.
Δεν ήμουν πια γυναίκα,
δεν ήμουν ούτε το ένα, ούτε το άλλο.
Ω, κόρες της Ιερουσαλήμ,
ο βασιλιάς με έφερε στην κάμαρά του.
Είμαι μαύρη και είμαι πανέμορφη.
Με άνοιξαν και με έγδυσαν.
Δεν έχω χέρια ή πόδια.
Είμαι ολόκληρη ένα δέρμα, ίδια ψάρι.
Δεν είμαι περισσότερο γυναίκα
απ’ όσο ήταν άντρας ο Χριστός.
~
Μετάφραση: Δήμητρα Σταυρίδου
Η Anne Sexton, (1928-1974) ήταν Αμερικανίδα ποιήτρια και συγγραφέας (για ένα διάστημα δούλεψε και ως μοντέλο). Μια γυναίκα καταθλιπτική, βασανισμένη από προσωπικά βιώματα από την παιδική της κιόλας ηλικία και μια συνέχεια προβληματική με αλλεπάλληλες εισόδους σε κλινικές και ψυχιατρικά ιδρύματα, απόπειρες αυτοκτονίας και προσπάθειες απόδρασης από την καθημερινότητα. Το 1956 (στα 28 της) με την καθοδήγηση του ψυχιάτρου της η Σέξτον αρχίζει να γράφει ποιήματα με σκοπό να βρει κάτι δημιουργικό και ταυτόχρονα θεραπευτικό για την υγεία της. Ποτέ της όμως δεν κατάφερε να νικήσει την κατάθλιψή της..
Ήταν απ’ τα πρωταγωνιστικά μέλη του αμερικανικού κινήματος της Εξομολογητικής Ποίησης και από τις σπουδαιότερες ποιήτριες των αμερικανικών γραμμάτων. Το 1967 κέρδισε το Βραβείο Πούλιτζερ για τη συλλογή της Live or Die.
Με τον ποιητικό της λόγο ΜΊΛΗΣΕ ΑΝΟΙΧΤΆ ΓΙΑ ΖΗΤΉΜΑΤΑ ΌΠΩΣ η εμμηνόρροια, η έκτρωση, ο αυνανισμός και για τη μοιχεία που έως τότε δεν είχαν αγγίξει άλλοι ποιητές. Η Σέξτον δεν δίστασε να φέρει στο φως θραύσματα από το “πιο βαθύ και πιο σπασμένο κομμάτι (της)”, γράφοντας για πρώτη φορά τόσο ανοιχτά για τις εμπειρίες της από τις ψυχιατρικές κλινικές, τον αλκοολισμό του πατέρα της, τη βαριά επιρροή της μητέρας της στη ζωή της, την παιδική ηλικία, αλλά και τους εραστές της, τη μητρότητα, τη θηλυκότητα, την τρέλα και βεβαίως το θάνατο. Ήδη από την έκδοση της πρώτης ποιητικής συλλογής της το 1960, τα ποιήματά της είχαν τεράστια απήχηση σε κοινό και κριτικούς και η ίδια ήταν εξαιρετικά δημοφιλής καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής της.
Η ΊΔΙΑ ΈΛΕΓΕ: «Υπήρξα θύμα του Αμερικανικού Ονείρου, του μικροαστισμού, του οράματος της μεσαίας τάξης. Το μόνο που ήθελα ήταν ένα κομμάτι ζωή, να παντρευτώ, να κάνω παιδιά (έκανε 2). Νόμιζα ότι οι εφιάλτες, τα οράματα, οι δαίμονες, θα έφευγαν αν υπήρχε αρκετή αγάπη για να τα καταλαγιάσει. Έκανα τ’ αδύνατα δυνατά να ζήσω μια συμβατική ζωή, γιατί έτσι μεγάλωσα, γιατί αυτό ήταν που ήθελε ο σύζυγος μου για μένα. ΑΛΛΆ ΔΕΝ ΓΊΝΕΤΑΙ να χτίζεις μικρούς φράχτες για να κρατάς τους εφιάλτες απ’ έξω. Το γυαλί έσπασε κάπου στα είκοσι οχτώ μου».
ΌΠΟΤΕ πλησίαζαν τα γενέθλια της ετοιμαζόταν ν’ αυτοκτονήσει. Το προσπάθησε πολλές φορές -μέχρι να το καταφέρει. Ένα μήνα πριν κλείσει τα 46 χρόνια, έκρυψε τα τσιγάρα της πίσω από μια ανθισμένη γλάστρα, πήγε στο γκαράζ κι άναψε τη μηχανή της κόκκινης Cougar. (αυτοκτονία με εισπνοή μονοξειδίου του άνθρακα)
ΜΕ ΤΗ ΦΡΑΣΗ "Θα ξεκινήσω με ένα ποίημα που περιγράφει τι είδους ποιήτρια είμαι, τι είδους γυναίκα είμαι, οπότε, εάν δεν σας αρέσει, μπορείτε να φύγετε πριν συνεχίσω." ΞΕΚΙΝΟΎΣΕ ΠΆΝΤΑ τις δημόσιες αναγνώσεις της. Καθόταν στο κέντρο του αμφιθεάτρου, έβγαζε τα παπούτσια της, άναβε ένα τσιγάρο και άρχιζε.. Τίτλοι βιβλίων
Ήταν απ’ τα πρωταγωνιστικά μέλη του αμερικανικού κινήματος της Εξομολογητικής Ποίησης και από τις σπουδαιότερες ποιήτριες των αμερικανικών γραμμάτων. Το 1967 κέρδισε το Βραβείο Πούλιτζερ για τη συλλογή της Live or Die.
Με τον ποιητικό της λόγο ΜΊΛΗΣΕ ΑΝΟΙΧΤΆ ΓΙΑ ΖΗΤΉΜΑΤΑ ΌΠΩΣ η εμμηνόρροια, η έκτρωση, ο αυνανισμός και για τη μοιχεία που έως τότε δεν είχαν αγγίξει άλλοι ποιητές. Η Σέξτον δεν δίστασε να φέρει στο φως θραύσματα από το “πιο βαθύ και πιο σπασμένο κομμάτι (της)”, γράφοντας για πρώτη φορά τόσο ανοιχτά για τις εμπειρίες της από τις ψυχιατρικές κλινικές, τον αλκοολισμό του πατέρα της, τη βαριά επιρροή της μητέρας της στη ζωή της, την παιδική ηλικία, αλλά και τους εραστές της, τη μητρότητα, τη θηλυκότητα, την τρέλα και βεβαίως το θάνατο. Ήδη από την έκδοση της πρώτης ποιητικής συλλογής της το 1960, τα ποιήματά της είχαν τεράστια απήχηση σε κοινό και κριτικούς και η ίδια ήταν εξαιρετικά δημοφιλής καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής της.
Η ΊΔΙΑ ΈΛΕΓΕ: «Υπήρξα θύμα του Αμερικανικού Ονείρου, του μικροαστισμού, του οράματος της μεσαίας τάξης. Το μόνο που ήθελα ήταν ένα κομμάτι ζωή, να παντρευτώ, να κάνω παιδιά (έκανε 2). Νόμιζα ότι οι εφιάλτες, τα οράματα, οι δαίμονες, θα έφευγαν αν υπήρχε αρκετή αγάπη για να τα καταλαγιάσει. Έκανα τ’ αδύνατα δυνατά να ζήσω μια συμβατική ζωή, γιατί έτσι μεγάλωσα, γιατί αυτό ήταν που ήθελε ο σύζυγος μου για μένα. ΑΛΛΆ ΔΕΝ ΓΊΝΕΤΑΙ να χτίζεις μικρούς φράχτες για να κρατάς τους εφιάλτες απ’ έξω. Το γυαλί έσπασε κάπου στα είκοσι οχτώ μου».
ΌΠΟΤΕ πλησίαζαν τα γενέθλια της ετοιμαζόταν ν’ αυτοκτονήσει. Το προσπάθησε πολλές φορές -μέχρι να το καταφέρει. Ένα μήνα πριν κλείσει τα 46 χρόνια, έκρυψε τα τσιγάρα της πίσω από μια ανθισμένη γλάστρα, πήγε στο γκαράζ κι άναψε τη μηχανή της κόκκινης Cougar. (αυτοκτονία με εισπνοή μονοξειδίου του άνθρακα)
ΜΕ ΤΗ ΦΡΑΣΗ "Θα ξεκινήσω με ένα ποίημα που περιγράφει τι είδους ποιήτρια είμαι, τι είδους γυναίκα είμαι, οπότε, εάν δεν σας αρέσει, μπορείτε να φύγετε πριν συνεχίσω." ΞΕΚΙΝΟΎΣΕ ΠΆΝΤΑ τις δημόσιες αναγνώσεις της. Καθόταν στο κέντρο του αμφιθεάτρου, έβγαζε τα παπούτσια της, άναβε ένα τσιγάρο και άρχιζε.. Τίτλοι βιβλίων