Παραμερίζοντας ένα παλιό φόρεμα με τ’ άρωμά της
βρήκα τούτο το χαρτί γραμμένο σε δύσκολες ώρες
στο πίσω μέρος ενός μηνύματος για διασκέδαση.
Πικρές εικόνες ανάμεσα στα λόγια και η ψυχή
όμοια με το σαλίγκαρο πού΄χει κολλήσει σ΄ένα κλωνάρι.
Έξω έβρεχε. Η μέρα ήταν θολή.
Ο κόσμος σα να μην υπήρξε ποτέ.
Μου μιλούσε για τα πουλιά. Κάτω από το κυπαρίσσι
το χώμα μύριζε με τη βροχή. Και τα πουλιά
τα κοίταζα στα μάτια της μονάχα.
βρήκα τούτο το χαρτί γραμμένο σε δύσκολες ώρες
στο πίσω μέρος ενός μηνύματος για διασκέδαση.
Πικρές εικόνες ανάμεσα στα λόγια και η ψυχή
όμοια με το σαλίγκαρο πού΄χει κολλήσει σ΄ένα κλωνάρι.
Έξω έβρεχε. Η μέρα ήταν θολή.
Ο κόσμος σα να μην υπήρξε ποτέ.
Μου μιλούσε για τα πουλιά. Κάτω από το κυπαρίσσι
το χώμα μύριζε με τη βροχή. Και τα πουλιά
τα κοίταζα στα μάτια της μονάχα.
Το βράδυ εκείνο δεν πήγαμε στη φιλική διασκέδαση.
Αφήσαμε να ξεχαστεί το μήνυμα.
Την αυγή τα πουλιά κατεβήκαν πλήθος από το φωταγωγό.
Ο Γιώργης Παυλόπουλος (Πύργος Ηλείας, 1924 – Πύργος Ηλείας, 2008) ήταν Έλληνας ποιητής της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς. Το 1942 γράφτηκε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, αλλά εγκατέλειψε τις σπουδές του για να αφοσιωθεί στην ποίηση. Εργάστηκε για πολλά χρόνια ως λογιστής και γραμματέας στον ιδιωτικό τομέα. Πρωτοδημοσίευσε ποιήματά του το 1943, στο περιοδικό "Οδυσσέας", που εξέδιδε με φίλους του στον Πύργο. Ποιήματα και κείμενά του δημοσιεύτηκαν σε πολλά ελληνικά και ξένα λογοτεχνικά έντυπα και ανθολογίες. Συνεργάστηκε με τον φίλο του ποιητή Τάκη Σινόπουλο, σε μια πειραματική γραφή κοινών ποιημάτων, τα οποία συμπεριέλαβε ο Σινόπουλος στο έργο του. Ήταν επίσης φίλος με τον Γιώργο Σεφέρη. Εξέδωσε τις ποιητικές συλλογές: "Το κατώγι" (1971), "Το σακί" (1980), "Τα αντικλείδια" (1988), "Τριαντατρία χαϊκού" (1990), "Λίγος άμμος" (1997), "Ποιήματα 1943-1997" (συγκεντρωτική έκδοση, Νεφέλη, 2001), "Πού είναι τα πουλιά" (2004) και "Να μη τους ξεχάσω" (2008). Τα ποιήματά του μεταφράστηκαν σε πολλές ξένες γλώσσες και περιελήφθησαν και σε σχολικά βιβλία. Ήταν ιδρυτικό μέλος της Εταιρείας Συγγραφέων. Επίσης, ασχολήθηκε ερασιτεχνικά με τη ζωγραφική. Τα ποιήματά του, όλα σε ελεύθερο στίχο, έχουν έντονα βιωματικό χαρακτήρα. «Αυτό που γράφω το έχω ζήσει», είχε πει ο ίδιος. Στα πρώτα του ποιήματα σκιαγραφούνται οι τραυματικές εμπειρίες της Κατοχής και του Εμφυλίου. Στα τελευταία του ποιήματα, ο λόγος του επικεντρώνεται στις υπαρξιακές αγωνίες του ανθρώπου: τον έρωτα και το θάνατο.