Ἦταν ἕνα βαθὺ κι ἐξαίσιο βράδυ.
-Βράδυ λεπτὸ κι ἀσύλληπτο, Χιμαίρας!-
Ποτέ, τόσο πολύ, τέλος ἡμέρας,
δὲν εἶχε λάμψει τόσο, σὰ πετράδι...
Κατέβαινε τὸ φῶς -μιὰ ὠχρὴ ἀγωνία-,
σὲ κήπους, ὅλο βάλσαμα γιομάτους,
τ᾿ ἄνθη μεθοῦσαν ἀπὸ τ᾿ ἄρωμά τους,
μέσα σε μιὰν ἀνείπωτη ἁρμονία...
-Βράδυ λεπτὸ κι ἀσύλληπτο, Χιμαίρας!-
Ποτέ, τόσο πολύ, τέλος ἡμέρας,
δὲν εἶχε λάμψει τόσο, σὰ πετράδι...
Κατέβαινε τὸ φῶς -μιὰ ὠχρὴ ἀγωνία-,
σὲ κήπους, ὅλο βάλσαμα γιομάτους,
τ᾿ ἄνθη μεθοῦσαν ἀπὸ τ᾿ ἄρωμά τους,
μέσα σε μιὰν ἀνείπωτη ἁρμονία...
Δὲν εἶχε κἂν ὑπάρξει τέτοια δύση,
μήτε στὸ νοῦ τῶν πιὸ γλυκῶν ζωγράφων.
Ἀκόμα καὶ τὰ μάρμαρα τῶν τάφων,
μιὰ δόξα μυστικὰ τά ῾χε κερδίσει...
Κι ὅταν τὸ θάμπος ἄρχιζε νὰ φθάνει
κι ἡ νύχτα τ᾿ ἀργὰ μάγια νὰ κλώθει,
τὸ φεγγάρι, παντοῦ, σὰ φλόγα ἁπλώθη...
Κι ἦταν τὸ βράδυ αὐτὸ πού ῾χα πεθάνει...
Ο Ναπολέων Λαπαθιώτης (Αθήνα, 1888 – Αθήνα, 1944) ήταν Έλληνας ποιητής
του μεσοπολέμου. Η μητέρα του, Βασιλική Παπαδοπούλου, ήταν ανιψιά του
Χαρίλαου Τρικούπη. Άρχισε να γράφει ποιήματα από παιδί. Έζησε για
περισσότερα από 40 χρόνια στο διώροφο νεοκλασικό της οικογένειάς του
κάτω από τον λόφο του Στρέφη, στην Αθήνα. Εκεί έγραψε το μεγαλύτερο
μέρος του ποιητικού έργου του αλλά και εκεί αυτοκτόνησε τη νύχτα της 7ης
προς 8η Ιανουαρίου 1944, φτωχός και καταπονημένος από τα ναρκωτικά. Η
κηδεία του έγινε με έρανο των φίλων του. Εκτός από ποιήματα, έγραψε
επίσης πάνω από 100 πεζογραφήματα, πολλές δεκάδες διηγήματα, καθώς και
επιφυλλίδες και κριτικά και αισθητικά κείμενα. Το έργο του βρίσκεται
διασκορπισμένο σε περιοδικά και εφημερίδες. Η μοναδική του ποιητική
συλλογή δημοσιεύτηκε το 1939, ενώ μετά τον θάνατό του, ο Άρης Δικταίος
εξέδωσε, το 1964, τα ποιήματά του. [Βιογραφία]