Ποιὰ θέληση θεοῦ μᾶς κυβερνάει,
ποιὰ μοῖρα τραγικὴ κρατάει τὸ νῆμα
τῶν ἄδειων ἡμερῶν ποὺ τώρα ζοῦμε
σὰν ἀπὸ μιὰ κακή, παλιὰ συνήθεια;
Πρὶν φτάσουμε στὴ μέση αὐτοῦ τοῦ δρόμου,
ἐχάσαμε τὴ χρυσὴ πανοπλία,
καὶ μόνο τὸ μεγάλο ἐρώτημά μας
ὁλοένα πιὸ σφιχτὰ μᾶς περιβάλλει.
ποιὰ μοῖρα τραγικὴ κρατάει τὸ νῆμα
τῶν ἄδειων ἡμερῶν ποὺ τώρα ζοῦμε
σὰν ἀπὸ μιὰ κακή, παλιὰ συνήθεια;
Πρὶν φτάσουμε στὴ μέση αὐτοῦ τοῦ δρόμου,
ἐχάσαμε τὴ χρυσὴ πανοπλία,
καὶ μόνο τὸ μεγάλο ἐρώτημά μας
ὁλοένα πιὸ σφιχτὰ μᾶς περιβάλλει.
Χωρὶς πίστη κι ἀγάπη, χωρὶς ἕρμα,
ἐγίναμε τὸ λάφυρο τοῦ ἀνέμου,
ποὺ ἀναστρέφει τὸ πέλαγος. Θὰ βροῦμε
τουλάχιστον τὸ βυθὸ τῆς ἀβύσσου;
Οἱ ἄνθρωποι φεύγουν, ἢ ὅταν πλησιάζουν,
στέκουν γιὰ λίγο πάνω μας, ἀκοῦνε
στὴν ἔρημη βοή, μάταιη καὶ κούφια
σὰ νὰ χτυποῦν τὸ πόδι σὲ μιὰ στέρνα.
Κοιτάζουνε μὲ φόβο, μὲ ἀπορία,
ἔπειτα φεύγουν πάλι στοὺς ἀγῶνες,
καὶ μόνο τὸ συναίσθημα κρατοῦνε
τοῦ μακρινοῦ, ἀόριστου κινδύνου.
Εἶναι κάτι φριχτὲς ἀνταποδόσεις.
Εἶναι στὸν οὐρανὸ μιὰ σιδερένια,
μιὰ μεγάλη πυγμή, ποὺ δὲ συντρίβει,
μὰ τιμωρεῖ, κι ἀδιάκοπα πιέζει.
ἐγίναμε τὸ λάφυρο τοῦ ἀνέμου,
ποὺ ἀναστρέφει τὸ πέλαγος. Θὰ βροῦμε
τουλάχιστον τὸ βυθὸ τῆς ἀβύσσου;
Οἱ ἄνθρωποι φεύγουν, ἢ ὅταν πλησιάζουν,
στέκουν γιὰ λίγο πάνω μας, ἀκοῦνε
στὴν ἔρημη βοή, μάταιη καὶ κούφια
σὰ νὰ χτυποῦν τὸ πόδι σὲ μιὰ στέρνα.
Κοιτάζουνε μὲ φόβο, μὲ ἀπορία,
ἔπειτα φεύγουν πάλι στοὺς ἀγῶνες,
καὶ μόνο τὸ συναίσθημα κρατοῦνε
τοῦ μακρινοῦ, ἀόριστου κινδύνου.
Εἶναι κάτι φριχτὲς ἀνταποδόσεις.
Εἶναι στὸν οὐρανὸ μιὰ σιδερένια,
μιὰ μεγάλη πυγμή, ποὺ δὲ συντρίβει,
μὰ τιμωρεῖ, κι ἀδιάκοπα πιέζει.
~
Ποιητική συλλογή: 'Ελεγεία και Σάτιρες' (1927)
Ποιητική συλλογή: 'Ελεγεία και Σάτιρες' (1927)