Ακούστε. Εγώ είμαι ο γκρεμιστής, γιατί ειμ’ εγώ κι ο χτίστης,
ο διαλεχτός της άρνησης κι ο ακριβογιός της πίστης.
Και θέλει και το γκρέμισμα νου και καρδιά και χέρι.
Στου μίσους τα μεσάνυχτα τρέμει ενός πόθου αστέρι.
Κι αν είμαι της νυχτιάς βλαστός, του χαλασμού πατέρας,
πάντα κοιτάζω προς το φως το απόμακρο της μέρας.
Εγώ ο σεισμός ο αλύπητος, εγώ κι ο ανοιχτομάτης,
του μακρεμένου αγναντευτής, κι ο κλέφτης κι ο απελάτης,
ο διαλεχτός της άρνησης κι ο ακριβογιός της πίστης.
Και θέλει και το γκρέμισμα νου και καρδιά και χέρι.
Στου μίσους τα μεσάνυχτα τρέμει ενός πόθου αστέρι.
Κι αν είμαι της νυχτιάς βλαστός, του χαλασμού πατέρας,
πάντα κοιτάζω προς το φως το απόμακρο της μέρας.
Εγώ ο σεισμός ο αλύπητος, εγώ κι ο ανοιχτομάτης,
του μακρεμένου αγναντευτής, κι ο κλέφτης κι ο απελάτης,
και με το καρυοφύλλι μου και με το απελατίκι
την πολιτεία την κάνω ερμιά, γη χέρσα το χωράφι.
Κάλλιο φυτρώστε, αγριαγκαθιές, και κάλλιο ουρλιάξτε, λύκοι,
κάλλιο φουσκώστε, ποταμοί, και κάλλιο ανοίχτε, τάφοι,
και, δυναμίτη, βρόντηξε και σιγοστάλαξε, αίμα,
παρά σε πύργους άρχοντας και στους ναούς το Ψέμα.
Των πρωτογέννητων καιρών η πλάση με τ’ αγρίμια
ξανάρχεται. Καλώς να ‘ρθεί. Γκρεμίζω την ασκήμια.
Ειμ’ ένα ανήμπορο παιδί που σκλαβωμένο το ‘χει
το δείλιασμα, κι όλο ρωτά μήτε ναι, μήτε όχι”
δεν του αποκρίνεται κανείς και πάει κι όλο προσμένει
το λόγο που δεν έρχεται, και μια ντροπή το δένει.
Μα το τσεκούρι μοναχά στο χέρι σαν κρατήσω,
και το τσεκούρι μου ψυχή μ’ ένα θυμό περίσσο.
Τάχα ποιος μάγος, ποιο στοιχειό του δούλεψε τ’ ατσάλι
και νιώθω φλόγα την καρδιά και βράχο το κεφάλι,
και θέλω να τραβήξω εμπρός και πλατωσιές
ν’ ανοίξω,
και μ’ ένα Ναι να τιναχτώ, μ’ ένα Όχι να βροντήξω;
Καβάλα στο νοητάκι
μου, δεν τρέμω σας, όποιοι είστε,
γρικάω, βγαίνει από μέσα του μια προσταγή: Γκρεμίστε!
Ο Κωστής Παλαμάς (Πάτρα, 1859 - Αθήνα, 27 1943) ήταν ποιητής,
πεζογράφος, θεατρικός συγγραφέας, ιστορικός και κριτικός της
λογοτεχνίας. Θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες ποιητές, με
σημαντική συνεισφορά στην εξέλιξη και ανανέωση της νεοελληνικής
ποίησης. Αποτέλεσε κεντρική μορφή της λογοτεχνικής γενιάς του 1880,
πρωτοπόρος, μαζί με τον Νίκο Καμπά και τον Γεώργιο Δροσίνη, της
αποκαλούμενης Νέας Αθηναϊκής (ή Παλαμικής) σχολής. Η κηδεία του έμεινε
ιστορική, καθώς μπροστά σε έκπληκτους Γερμανούς κατακτητές, χιλιάδες
κόσμου τον συνόδευσαν στην τελευταία του κατοικία, στο Α΄ νεκροταφείο
Αθηνών, ψάλλοντας τον εθνικό ύμνο. Η οικία του Παλαμά στην Πάτρα σώζεται
ως σήμερα στην οδό Κορίνθου 241. [Βιογραφία]