Κοιτώντας το βλέμμα σου, θαρρούσα πως έβλεπα,
πρώτη φορά, ουρανό που κυμάτιζε.
Στο βάθος του ανταύγειες υποπράσινες σύνθεταν
από φως, ένα αγίασμα. Νύχτωνε κι όμως
Θαρρούσα πως σάλευαν στους τοίχους λουλούδια,
σάμπως χαράζοντας πέρα σε κάποιο
βάθος ν’ ανταύγαζε. Τα μάτια σου δέσποζαν.
Θωρώντας αυτή τους την ατλάζινη κίνηση
να πηγαίνει και να ‘ρχεται, δε μπορούσα να ειπώ
τι ακριβώς μου θυμίζανε. Μπορεί την Αγία
Άννα στους βράχους, ορθή, με του σύμπαντος
το διάφανο στέφανο γύρω στο στήθος της.
Μπορεί κάτι άλλο που τόχα συλλάβει
ο ίδιος εγώ, αλλά μούκαψε τη σκέψη και χάθηκε.
Θαρρούσα πως έβλεπα τη γιορτή των χρωμάτων,
τη γιορτή της φωτιάς, τη γιορτή του νερού
και της βλάστησης.
Κι όλα
μαζί, σ’ ένα όρθιο ποτάμι που ανέβαινε
και χύνονταν επάνω στον γαλάζιο ουρανό,
σε δυό οροπέδια, που αχτιδίζαν δυό διάφανες
λίμνες: τα μάτια σου.
Ποιος είναι άραγε
απ’ τους δυό μεγαλύτερος; ο κόσμος ή ο άνθρωπος;
Σε λίγο, βαδίζαμε μόνοι, κοιτάζοντας
πέρα στο βάθος. Είχεν απ’ ώρα
δύσει ο ήλιος. Πρίν να προφτάσει,
γλυκός σαν μετέωρο μάτι παιδιού,
ν’ ανατείλει ο έσπερος, πήραν να γίνονται
πράγματα άλλα μές στον ορίζοντα.
Μέσα στο ημίφως σηκωνόνταν αυλαίες.
Άναψεν άξαφνα όλα τα μέσα
φώτα του ο κόσμος
λατομείο του ήλιου.
Άπ’ αύριο θ’ αρχίζω να χτίζω.
~
Ο Νικηφόρος Βρεττάκος (Κροκεές Λακωνίας, 1912 – Πλούμιτσα Λακωνίας,
1991) ήταν Έλληνας ποιητής, πεζογράφος, μεταφραστής, δοκιμιογράφος και
ακαδημαϊκός. Θεωρείται ένας από τους μεγαλύτερους Έλληνες ποιητές. Είχε
προταθεί 4 φορές για το Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας, ενώ επίσης έλαβε
άλλα πολλά βραβεία, όπως το βραβείο Ουράνη, το Πρώτο βραβείο κρατικής
ποίησης κ.α. Το συγγραφικό έργο του Νικηφόρου Βρεττάκου, δύναται να
χωριστεί σε 4 μέρη. Την παρθενική του εμφάνιση, ο Νικηφόρος Βρεττάκος,
στον χώρο της λογοτεχνίας, την έκανε το 1929, με τη δημοσίευση κάποιων
πρωτόλειων ποιημάτων του από τα μαθητικά του χρόνια με τίτλο Κάτω από
σκιές και φώτα (εκδόθηκαν το 1933). Μέχρι και το 1940 εξέδωσε έξι
συλλογές, τις οποίες συγκέντρωσε στον τόμο Γκριμάτσες του ανθρώπου.
Πολλές ποιητικές συλλογές, ακολούθησαν, έως το 1951 (χρονιά θεωρούμενη
ως δεύτερο ορόσημο στην καλλιτεχνική του πορεία), που εξέδωσε με τίτλο
Τα ποιήματα 1929-1951, τον δεύτερο συγκεντρωτικό τόμο με ποιήματά του.
Εκείνη την περίοδο παρατηρείται η στροφή του Βρεττάκου από τον νεανικό
λυρισμό, στην έντονη δραματική γραφή. Ακολούθησε η τρίτη και ωριμότερη
περίοδος της δημιουργίας του, στην οποία επιχείρησε μια εξισορρόπηση
αυτών των δύο στοιχείων, του λυρικού στοιχείου και του δραματικού, στην
υπηρεσία του ηθικού και κοινωνικού προβληματισμού του. Αυτή την περίοδο
ασχολείται με έννοιες όπως φως, φύση, αγάπη και αγνότητα. Η τέταρτη και
τελευταία ποιητική περίοδος (1975-1990) μπορεί να χαρακτηριστεί από
αισιοδοξία, η οποία έχει διάρκεια. Στα ποιήματά του μιλά για μια πιο
ανθρώπινη ζωή, καθώς και για μια διαρκή εγρήγορση και επανάσταση. Ο
Βρεττάκος, τιμήθηκε από πολλούς δήμους σε όλη την Ελλάδα και
ανακηρύχτηκε επίτιμος πρόεδρος της Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών μαζί με
τους Γιάννη Ρίτσο και Γιώργο Βαλέτα το 1984, όπως επίσης επίτιμος
Πρόεδρος της Εταιρείας Γραμμάτων και Τεχνών του Πειραιά κ.ά. [Βιογραφία]