Στις 16 Οκτωβρίου του 1854 γεννήθηκε η πιο ιδιοφυής και φιλελεύθερη λογοτεχνική πένα, όχι μόνο του 19ου αιώνα, αλλά ίσως όλων των εποχών, ο Όσκαρ Ουάιλντ. Φιλέλληνας, φιλελεύθερος, φιλήδονος, δανδής, λογοτέχνης και θεατρικός συγγραφέας, ο Ιρλανδός Ουάιλντ ερωτεύθηκε και προδόθηκε από τον ίδιο τον έρωτα, δέχτηκε σφοδρές κριτικές για τα έργα του, αλλά αποθεώθηκε από το κοινό του. Τελικά πέθανε πάμφτωχος,
ταπεινωμένος και θλιμμένος στο Παρίσι, το 1900, αφήνοντας μια τεράστια παρακαταθήκη έργων και αποφθεγμάτων, που παραμένουν διαχρονικά και επίκαιρα.
ταπεινωμένος και θλιμμένος στο Παρίσι, το 1900, αφήνοντας μια τεράστια παρακαταθήκη έργων και αποφθεγμάτων, που παραμένουν διαχρονικά και επίκαιρα.
Η ζωή του Όσκαρ Ουάιλντ – Τα πρώτα χρόνια
Ο Όσκαρ Φίνγκαλ Ο’ Φλάχερτι Ουίλς Ουάιλντ (όπως ήταν το πλήρες ονοματεπώνυμό του) γεννιέται στο Δουβλίνο, στις 16 Οκτωβρίου 1854, από δύο εξέχοντες, γνωστούς και πνευματώδεις γονείς με αγγλικές ρίζες , τον Ουίλιαμ και την Τζέιν Ουάιλντ. Είχε έναν αδελφό, τον Ουίλλι και τρία ετεροθαλή αδέλφια από τον πρώτο γάμο του πατέρα του.
Ο πατέρας του ήταν διάσημος χειρουργός ωτορινολαρυγγολόγος και λαογράφος που τιμήθηκε το 1864 με τον τίτλο του Σερ για τις ιατρικές υπηρεσίες που παρείχε στη χώρα του. Η μητέρα του ήταν πολύ γνωστή ποιήτρια και υπέρμαχος της ενωμένης Ιρλανδίας που κληροδότησε στους δύο γιους της τη λατρεία της για την ποίηση και το θαυμασμό της για το αρχαίο ελληνικό πνεύμα, με αποτέλεσμα ο μικρός Όσκαρ -σε ηλικία μόλις 12 ετών- να απαγγέλει απ’ έξω ολόκληρα αποσπάσματα από τα έπη του Ομήρου.
Ο Ουάιλντ μέχρι την ηλικία των 9 ετών θα λάβει την απαραίτητη κλασσική παιδεία με τη μορφή της κατ’ οίκον διδασκαλίας, ενώ θα μιλά άπταιστα Γαλλικά και Γερμανικά, ήδη από μικρότερη ηλικία. Με τη συμπλήρωση των 10 χρόνων του, θα αρχίσει τη φοίτησή του στο Portora Royal School, το οποίο απείχε 160 χιλιόμετρα από το Δουβλίνο.
Πλέον, η οικογένεια Ουάιλντ έχει μετακομίσει σε μεγαλύτερο και πολυτελέστατο σπίτι που θα της δώσει τη δυνατότητα να διοργανώνει σουαρέ με επιφανείς καλεσμένους, όπως τους Τζορτζ Πετρί, Σέρινταν Λε Φανού, Σάμουελ Φέργκιουσον και Ουίλιαμ Χάμιλτον.
Η ενηλικίωση και οι πανεπιστημιακές σπουδές
Έχοντας πια φτάσει στην ενηλικίωση και έχοντας ολοκληρώσει με επιτυχία τη φοίτησή του στο σχολείο, γίνεται δεκτός με υποτροφία στο κολέγιο Τρίνιτυ του Λονδίνου, σπουδάζοντας για τρία χρόνια κλασσική φιλολογία, και συγκατοικώντας με τον αδελφό του, Ουίλλι.
Διακοσμεί το δωμάτιό του εκκεντρικά, με φτερά παγωνιού, λουλούδια και γαλάζιες πορσελάνες, που η ομορφιά τους τον αναγκάζει να αποσυρθεί από έναν άτυπο ανταγωνισμό μαζί τους: «Κάθε μέρα γίνεται όλο και πιο δύσκολο να ανταγωνιστώ τις γαλάζιες πορσελάνες μου», παραδέχθηκε με ναρκισσισμό.
Στο Τρίνιτυ θα έρθει σε επαφή με τον καθηγητή φιλολογίας Τζων Μάχαφυ και κατ’ επέκταση με την αρχαία ελληνική γραμματεία. Αργότερα, θα ομολογήσει περήφανα ότι «ο Μάχαφυ ήταν ο λόγος που μου έμαθε κάθε τι ελληνικό». Μαζί οικοδόμησαν μια αγαστή συνεργασία αρχικά, με την από κοινού συμμετοχή τους στο βιβλίο του Μάχαφυ «Η κοινωνική ζωή στην Ελλάδα από τον Όμηρο ως τον Μένανδρο», και εν συνεχεία με ένα ταξίδι στην Ελλάδα, το οποίο παραλίγο να του στοιχίσει τη διαγραφή του από το κολέγιο, καθώς δεν ειδοποίησε ότι θα έλειπε ένα ολόκληρο εξάμηνο από τα καθήκοντά του.
Ο Ιρλανδός λογοτέχνης επίσης, συμμετείχε ως εξέχον μέλος στη «Φιλοσοφική κοινωνία», μια κλειστή ομάδα φοιτητών του Τρίνιτυ, με εβδομαδιαίες συναντήσεις, στις οποίες ο ίδιος εξήρε τη σημασία των Σούϊνμπουρν και Ροσέτι. Τα χρόνια θα περάσουν γρήγορα και ο Ουάιλντ θα αποφοιτήσει από το Τρίνιτυ, κλείνοντας με τον πιο εμφατικό και διαπρεπή τρόπο τη φοίτησή αυτή (1874). Θα αποφοιτήσει, όντας πρώτος στο έτος του, έχοντας εξασφαλίσει πλήρης υποτροφία στο δεύτερο έτος, και τιμώμενος με το Χρυσό Μετάλιο Μπέρκλεϊ, μια ύψιστη διάκριση για φοιτητή που αρίστευσε στις ελληνικές σπουδές. Ήταν περήφανος για αυτά, αλλά για την εκπαίδευση είχε μια διαφορετική άποψη.
Η συνέχεια των σπουδών και ο «Αισθητισμός»
Το μέλλον πλέον του ανήκει και το έχει ήδη σχεδιάσει. Σκοπεύει να συνεχίσει τις σπουδές του, δίνει εξετάσεις στο κολέγιο Magdalene της Οξφόρδης και καταφέρνει να εισέλθει με χαρακτηριστική άνεση. Θα συνεχίσει να διαπρέπει, πριν καν φτάσει στο πτυχιακό στάδιο, αφού θα βραβευθεί με το βραβείο Newdigate για το ποίημά του «Ραβένα».
Κατά τη διάρκεια των σπουδών του, κυρίως λόγω της τριβής του με τους καθηγητές Τζον Ράσκιν και Ουόλτερ Πίτερ, ο Προτεστάντης Όσκαρ θα σκεφθεί πολύ σοβαρά να γίνει Καθολικός, κάτι που πραγματοποίησε λίγο πριν πεθάνει.
Αφιερώθηκε στο γράψιμο και έγινε ο εισηγητής των ρευμάτων του «Αισθητισμού» και του «Παρακμιακού κινήματος». Πίστευε στη «θεραπευτική Τέχνη» κι όχι στην Τέχνη για την Τέχνη, καθώς η Τέχνη δε βελτιώνει την κοινωνία. Επιπλέον, εκείνη την περίοδο αύξησε ιδιαίτερα την κοινωνικότητά του. Γοητευμένος από τις μασονικές τελετές και τις ενδυμασίες, αποφάσισε να ενταχθεί στη μασονική στοά «Apollo», φτάνοντας μέχρι το βαθμό του «Ανώτερου Διδασκάλου».
Ο Ουάιλντ συνεχίζει να αριστεύει και όταν θα αποφοιτήσει -το Νοέμβριο του 1878- με άριστα, θα γίνει από τους ελάχιστους φοιτητές, που αρίστευσαν και στους δύο κύκλους σπουδών. Στη συνέχεια, αποφασίζει να εγκατασταθεί στο Λονδίνο.
Το Λονδίνο και η οικογένεια
Μετά την αποφοίτησή του λοιπόν, εγκαθίσταται στο Λονδίνο, το οποίο θα συνταράξει και θα καταπλήξει συθέμελα με το οξυδερκές πνεύμα του και την εγωκεντρική εμφάνισή του. Μακριά μαλλιά, γούνες και κοσμήματα συνθέτουν την εμφάνισή του. Την περίοδο εκείνη (1878 κ.εξ.), εκδίδει την πρώτη του ποιητική συλλογή, τα «Ποιήματα» («Poems»), και ξεκινά μια σειρά προγραμματισμένων διαλέξεων με θέμα τον «Αγγλικό Διαφωτισμό στην Τέχνη», που αρχικά θα είναι 50 σε Η.Π.Α. και Καναδά, αλλά αργότερα -λόγω της μεγάλης τους ζήτησης- θα γίνουν 150, με τους κριτικούς να τον λοιδωρούν, αλλά με το κοινό να τον θαυμάζει και να τον επευφημεί.
Κόστανς Λόιντ |
Καταφέρνει να συνενώσει ανομοιογενή λαϊκά πλήθη από διάφορα κοινωνικά στρώματα. Από τη μια πίνει ουίσκι με μεταλλωρύχους, από την άλλη παρίσταται σε διαλέξεις σε πολυτελή σαλόνια. Το 1883, έχοντας καθιερωθεί ως ένας επιφανής διανοούμενος, δοκιμάζει την τύχη του στο θέατρο, ανεβάζοντας με μεγάλη επιτυχία τη «Δούκισσα της Πάδουας». Τα έσοδα από τις διαλέξεις και από τις εισπράξεις του δίνουν τη δυνατότητα να ταξιδέψει στο Παρίσι, όπου θα μείνει για λίγο (Φεβρουάριος – Μάιος 1883). Τον Αύγουστο του 1883 θα ανεβάσει στη Νέα Υόρκη, όπου θα μεταβεί μετά το Παρίσι, τη «Βέρα», η οποία όμως δε θα ανέβει λόγω κριτικών. Την επόμενη χρονιά (1984), θα παντρευτεί τον έρωτα της ζωής του, την Κόστανς Λόιντ, κόρη ενός πλουσίου συμβούλου της Βασίλισσας και μαζί της θα αποκτήσει δύο γιους, τον Βίβιαν και τον Κύριλλο, για χάρη των οποίων θα γράψει το παραμύθι «Ο ευτυχισμένος πρίγκηπας», και που αργότερα θα εντάξει σε συλλογή παραμυθιών.
Ο Ουάιλντ παράλληλα θα γράψει δοκίμια, δημοσιογραφικά κείμενα, κριτικές και διαλόγους σε περιοδικά και εφημερίδες, ενώ θα επιμεληθεί την έκδοση του περιοδικού The Lady’s World, που θα μετονομάσει σε The Woman’s World. Όντας ευαισθητοποιημένος καλλιτέχνης, θα γίνει ο μοναδικός που θα υπογράψει την αίτηση του Τζο Μπέρναρντ Σω, για την αποφυλάκιση των συλληφθέντων που ευθύνονταν για το μακελειό του 1886 στο Σικάγο, οι οποίοι εντέλει εκτελέστηκαν.
Το έργο του μέχρι το τέλος της ζωής του
Την ίδια περίοδο (1890-1), θα εκδώσει δύο ακόμα ποιητικές συλλογές, «Το Έγκλημα του Λόρδου Άρθουρ Σάβιλ και άλλες ιστορίες» και το αφιερωμένο στη γυναίκα του «Σπίτι με τις Ροδιές». Στη συνέχεια, θα γράψει «Το Πορτρέτο του Ου. Χ.», το οποίο θα δημοσιεύσει σε μηνιαίο σκωτσέζικο περιοδικό. Ακολουθεί το δοκίμιό του «Η παρακμή του ψεύδους» και η σατυρική βιογραφία για τον κατά συρροή δολοφόνο Τόμας Γκρίφιθς με τίτλο «Πένα, μολύβι και δηλητήριο», ενώ μετά θα γράψει τη «Ψυχή του ανθρώπου στο σοσιαλισμό», τασσόμενος υπέρ ενός Αναρχισμού για τους καλλιτέχνες.
Το 1891 θα εκδώσει -το εν μέρει βιογραφικό- «Πορτραίτο του Ντόριαν Γκρέι», το οποίο θα προκαλέσει σάλο και θα συζητηθεί για χρόνια. Θα μεταβεί για λίγο ξανά στο Παρίσι, θα γνωριστεί με το σπουδαίο Γάλλο συμβολιστή Στεφάν Μαλαρμέ, θα ανεβάσει (ενώ βρίσκεται προσωρινά στη φυλακή), στα γαλλικά, την παράσταση «Σαλώμη» και θα επιστρέψει (αφού αποφυλακισθεί) στην Οξφόρδη.
Το έργο του θα γίνει αφορμή να γραφτούν όπερες, κοντσέρτα, οπερέτες, ορατόρια και κλασσική μουσική, βάσει των όσων έγραψε. Συγκεκριμένα, καλλιτέχνες όπως ο James Blunt, U2, Motley Crue και οι Libertines αναφέρουν στα τραγούδια τους τον Ντόριαν Γκρέι, ενώ μουσική γράφτηκε και για κάποια θεατρικά έργα του.
Η γνωριμία που οδήγησε τον Ουάιλντ στο θάνατο
Στην Οξφόρδη, στα μέσα του 1891, ο Ουάιλντ θα γνωρίσει τον 20χρονο φοιτητή Άλφρεντ Ντάγκλας. Ο Ντάγκλας ήταν όμορφος, ευφυής, κακομαθημένος και αριστοκράτης, δηλαδή ο τέλειος συνδυασμός για το δανδή και φιλήδονος Ουάιλντ. Οι δυο τους θα αναπτύξουν στενή φιλία και ο Ντάγκλας θα τον μυήσει στην ανδρική πορνεία.
Ο πατέρας του Ντάγκλας όμως, μαρκήσιος του Κουίνσμπερι, μη βλέποντας με καλό μάτι τη μεταξύ τους σχέση, μηνύει τον Ουάιλντ για ομοφυλοφιλία, καθώς η ομοφυλοφιλία ήταν διά νόμου απαγορευμένη στην βικτωριανή Αγγλία. Ο Ουάιλντ χάνει τη δίκη και καταδικάζεται σε δύο χρόνια καταναγκαστικών έργων (Μάιος 1895). Μέσα στη φυλακή η υγεία του κλονίζεται, ψυχολογικά και σωματικά.
Αποφυλακίζεται το Μάιο του 1897, εκδίδοντας τη «Μπαλάντα της φυλακής του Ρέντιγκ», εξωτερικεύοντας τις εμπειρίες του. Επίσης, μέσα στη φυλακή έγραψε και το «De profundis», στο οποίο κατηγορεί ευθέως τον Ντάγκλας, ότι τον εκμεταλεύτηκε, απομυζώντας του τεράστια ποσά για χαρτοπαιξία και αλκοόλ. Έτσι, έκανε ένα είδος αυτοκριτικής και απολογισμού, απογυμνώνοντας τον εαυτό του από κάθε καθωσπρεπισμό και δικαιολογία. Το βιβλίο θα εκδοθεί 8 χρόνια μετά το θάνατό του και βάσει όρων, που έθεσε ο ίδιος ο Όσκαρ, θα παραχωρηθεί σε συλλογή στο Βρετανικό Μουσείο, μετά το 1960.
Ο Ουάιλντ λίγο μετά την αποφυλάκισή του, θα ταξιδέψει στο αγαπημένο του Παρίσι, όπου θα διαγνωσθεί με μηνιγγοεγκεφαλίτιδα. Θα αφήσει την τελευταία του πνοή το 1900, πάμφτωχος, ταπεινωμένος και θλιμμένος, και έχοντας ασπασθεί λίγο νωρίτερα τον Καθολικισμό.
Ο Όσκαρ Ουάιλντ και η Ελλάδα
«Ήμουν σχεδόν δεκαέξι χρόνων, όταν άρχισα να αντιλαμβάνομαι το θαύμα και το κάλλος της αρχαίας ελληνικής ζωής. Ξαφνικά, μου φάνηκε πως έβλεπα λευκές φιγούρες να ρίχνουν πορφυρές σκιές πάνω στις ηλιόλουστες παλαίστρες, ομάδες γυμνών νέων και νεαρών παρθένων να κινούνται μέσα σ’ ένα βαθύ γαλάζιο φόντο, σα να ήταν πάνω στη ζωφόρο του Παρθενώνα…
Από αγάπη σε όλα αυτά, άρχισα να μελετώ ελληνικά με ενθουσιασμό και όσο πιο πολύ τα μελετούσα, τόσο περισσότερο μαγευόμουν… Από μικρός συνήθιζα να ταυτίζομαι με κάθε ξεχωριστό χαρακτήρα που διάβαζα στα βιβλία, αλλά, εκεί ανάμεσα στα δεκαπέντε με δεκαέξι, παρατήρησα, με κάποια απορία, ότι μου ήταν πιο εύκολο να με φαντάζομαι ως Αλκιβιάδη ή Σοφοκλή, παρά ως Αλέξανδρο ή Καίσαρα».
Αυτά ήταν τα λόγια του Όσκαρ Ουάιλντ, που εκστόμισε όταν πρωτοεπισκέφθηκε την Ελλάδα, τον Απρίλιο του 1877, με τον τότε καθηγητή του Τζ. Μάχαφυ. Έμεινε ένα εξάμηνο στη γη των αρχαίων Ελλήνων και επισκέφθηκε την Κόρινθο, τη Ζάκυνθο, το Άργος, την Ανδρίτσαινα, το Κατάκολο, την Κέρκυρα, και φυσικά την Ακρόπολη. Περιηγήθηκε στη γη που πάντα θαύμαζε, ξεναγήθηκε στο Ναό των Βασσών, ενώ παρακολούθησε από κοντά ανασκαφές στο Κατάκολο.
Ναι, ήμουν παρών κατά τη διάρκεια της ανασκαφής, όπου σήκωσαν το μέγα Απόλλωνα απ’ το φουσκωμένο ποταμό. Είδα το λευκό τεντωμένο χέρι του να εμφανίζεται πάνω απ’ το νερό. Το πνεύμα του θεού εξακολουθούσε να ζει μέσα στο μάρμαρο». Στην πραγματικότητα όμως, είχε βρεθεί το κεφάλι του.
Ο Ουάιλντ, αφού επισκέφθηκε το αρχαίο θέατρο του Άργους, δήλωσε, πριν αποχωρήσει από τη χώρα μας:
«Οι Έλληνες ήσαν έθνος τεχνοκριτών και ανακάλυψαν την κριτική της τέχνης, όπως και κάθε άλλο είδος κριτικής. Σε τελευταία ανάλυση, ποιο είναι το κυριότερο χρέος μας στους Έλληνες; Το κριτικό πνεύμα, απλούστατα. Και το πνεύμα αυτό, που το άσκησαν επίσης, και σε ζητήματα επιστήμης και θρησκείας, ηθικής και μεταφυσικής, πολιτικής και παιδείας, το άσκησαν επίσης και σε ζητήματα τέχνης.
Μας άφησαν το τελειότερο, ως τώρα, σύστημα κριτικής πάνω σε δύο υπέρτατες και ευγενέστατες τέχνες, τη Ζωή και τη Λογοτεχνία».
Επίλογος
Ο Ουάιλντ ήταν ένας αριστοκράτης Ιρλανδός καλλιτέχνης που άφησε διάχυτο το διαχρονικό και επίκαιρο πνεύμα του στη λογοτεχνία μέχρι σήμερα. Δεν κρύφτηκε ποτέ πίσω από δικαιολογίες και έζησε τη δική του ζωή, με τα όποια πάθη και τους έρωτες, που τα συνόδευαν. Διάλεξε να διατηρήσει ανέπαφο, ανεπηρέαστο και απαρασάλευτο τον εαυτό του μπροστά στις σειρήνες, αλλά όχι στους πειρασμούς. Λοιδορήθηκε, αλλά το κοινό ήταν με το μέρος του. Στην τελική, ήθελε να είναι ο εαυτός του, και όπως έλεγε πάντα με εγωπάθεια:
«Να είσαι ο εαυτός σου, όλοι οι άλλοι ρόλοι είναι πιασμένοι.» Πηγή
..και στο YouTube