Παράξενα μεσ’ το ντουνιά!
δεν δίνουν πέτρα στο φονιά να κάτσει
και βλέπεις ώμους σκαλιστούς,
ασημοχρυσοκεντητούς,
και κάθονται κι ευφραίνονται,
ντουνιά που έχουν κάψει.
Εάν σκοτώσεις ένανε
αλίμονο σε σένανε.
Σκότωσε κόσμο και ντουνιά
να μη σε πουν ποτέ φονιά – να σε θαυμάζουν.
Και να σου κάνουν εορτή
κάθε χρονιά τη μέρα αυτή,
κι όλοι να σε δοξάζουν.
Εάν σκοτώσεις ένανε
αλίμονο σε σένανε.
Κάψανε πόλεις και χωριά
–στον φόνο είχαν απλοχεριά μεγάλη–
για μετά θάνατο τιμή,
χρυσή τους κάνουν προτομή
οι όμοιοί τους οι άλλοι.
Εάν σκοτώσεις ένανε
αλίμονο σε σένανε.
Ακόμα και στις εκκλησιές,
στις τρεις καμάρες ιερές
τους ευλογάνε.
Και με καντήλια ασημωτά
και με ντουζίνες θυμιατά,
τους μοσχοθυμιατάνε.
Εάν σκοτώσεις ένανε
αλίμονο σε σένανε.
δεν δίνουν πέτρα στο φονιά να κάτσει
και βλέπεις ώμους σκαλιστούς,
ασημοχρυσοκεντητούς,
και κάθονται κι ευφραίνονται,
ντουνιά που έχουν κάψει.
Εάν σκοτώσεις ένανε
αλίμονο σε σένανε.
Σκότωσε κόσμο και ντουνιά
να μη σε πουν ποτέ φονιά – να σε θαυμάζουν.
Και να σου κάνουν εορτή
κάθε χρονιά τη μέρα αυτή,
κι όλοι να σε δοξάζουν.
Εάν σκοτώσεις ένανε
αλίμονο σε σένανε.
Κάψανε πόλεις και χωριά
–στον φόνο είχαν απλοχεριά μεγάλη–
για μετά θάνατο τιμή,
χρυσή τους κάνουν προτομή
οι όμοιοί τους οι άλλοι.
Εάν σκοτώσεις ένανε
αλίμονο σε σένανε.
Ακόμα και στις εκκλησιές,
στις τρεις καμάρες ιερές
τους ευλογάνε.
Και με καντήλια ασημωτά
και με ντουζίνες θυμιατά,
τους μοσχοθυμιατάνε.
Εάν σκοτώσεις ένανε
αλίμονο σε σένανε.
πηγή
Ο Στέλιος Δουμένης γεννήθηκε στη Σαλαμίνα. Την δεκαετία του 1940 μετά δυσκολίας κατορθώνει να μάθει γράμματα. Από πολύ νωρίς και για βιοποριστικούς λόγους ασχολήθηκε με διάφορα επαγγέλματα, όπως του κτηνοτρόφου, πτηνοτρόφου, σερβιτόρου αλλά και του Κουρέα. Παράλληλα ασχολήθηκε με την μουσική, τον στίχο και την ποίηση. Την μουσική υπηρέτησε κατά βάση μετά το 1950.
Γράφει χαρακτηριστικά η Ευγενία Σπετσιώτου-Μέλλιου για την ποίηση του Στέλιου Δουμένη: Διαβάζοντας ποιήματα του Στέλιου Δουμένη φέρνεις στον νου σου Δροσίνη, Πορφύρα, αγγίζεις τις χορδές του Βάρναλη και αντιλαμβάνεσαι πως οι σκέψεις και ο προβληματισμός του Ρίτσου έχουν κοινή αφετηρία τις ίδιες πηγές από τις οποίες ήπιε νερό και δροσίστηκε, δίψασε πάλι και αγωνίστηκε ένας απλός βιοπαλαιστής εμπλουτισμένος με τις ευαισθησίες της φυλής του. πηγή