Πώς θα είναι όλα
όταν όλοι με αφήσουν;
Ποιό αναλγητικό τα σπλάχνα μου θα υπνώσει,
από το στόμα να μη χυθούν
αλαλάζοντας;
Πως θα είναι τα φώτα της πόλης τότε;
Στις κόρες των ματιών θα μαραθούν.
Τον αποχωρισμό πως θα βαστάω
που αθόρυβα γλιστράει σαν ίσκιος από χθες,
με τα μεταξωτά του λουριά
να σφίγγουν στο λαιμό το κλάμα;
Όλοι αμέριμνοι
σε ταχύτητες.
Και εγώ, σε κάθε φανάρι κόκκινο
ένα δάκρυ αφήνω να λειάνει το δρόμο
να κυλίσουν οι αγαπημένοι.
όταν όλοι με αφήσουν;
Ποιό αναλγητικό τα σπλάχνα μου θα υπνώσει,
από το στόμα να μη χυθούν
αλαλάζοντας;
Πως θα είναι τα φώτα της πόλης τότε;
Στις κόρες των ματιών θα μαραθούν.
Τον αποχωρισμό πως θα βαστάω
που αθόρυβα γλιστράει σαν ίσκιος από χθες,
με τα μεταξωτά του λουριά
να σφίγγουν στο λαιμό το κλάμα;
Όλοι αμέριμνοι
σε ταχύτητες.
Και εγώ, σε κάθε φανάρι κόκκινο
ένα δάκρυ αφήνω να λειάνει το δρόμο
να κυλίσουν οι αγαπημένοι.
Η Ελένη (Suela) Ντούξη γεννήθηκε το 1979 στους Αγίους Σαράντα της Αλβανίας και ζει στην Αθήνα από το 1993. Σπούδασε Θεολογία στο ΕΚΠΑ και κλασική κιθάρα. Τίτλοι βιβλίων: Μείον δεκάξι (Μελάνι, 2016 - Βραβείο Πρωτοεμφανιζόμενου Συγγραφέα στην Ποίηση του περιοδικού "Αναγνώστης", το 2017). Αντιδραστήρας (Ενύπνιο, 2020)