Έχουν βρει τη δύναμη να ζήσουν, τη δύναμη να πεθάνουν για
μετάλια και νίκες που χαρίζουν αξιώματα;
Αγωνίζονται, μάχονται, πολεμούν εκείνο τον τυφλό
που έχει την εντύπωση πως βλέπει,-
αυτός δεν μπορεί να δει ότι ο δήμιος είναι
δούλος κι ότι όποιος μισεί δεν μένει αλώβητος. Ω, εσύ λαμπερό
αμετακίνητο άστρο, ω εσύ ταραχώδη
ωκεανέ που εφορμάς μέχρις ότου καθετί ασήμαντο ν’ αφανιστεί
κατά πώς επιθυμεί, το πελώριο
κύμα αναγκάζει εμάς τους παρατηρητές να γνωρίσουμε
το βάθος. Χαθήκανε στη θάλασσα προτού να πολεμήσουν! Ω
άστρο του Δαβίδ, άστρο της Βηθλεέμ
ω μαύρο αυτοκρατορικό λιοντάρι
του Κυρίου – έμβλημα
του ανατέλλοντος κόσμου – έλα, επιτέλους, μαζί μας, μη μας
αφήνεις. Υπάρχει το στέμμα του μίσους και κάτω απ’ αυτό όλα είναι
θάνατος. Υπάρχει κι εκείνο της αγάπης και χωρίς αυτό κανένας δεν
είναι βασιλιάς. Οι ευλογημένοι άθλοι δοξάζουν
το φωτοστέφανο. Όπως η μετάδοση
της αρρώστιας την αρρώστια μόνο γεννά
η μετάδοση της πίστης γεννά την πίστη.
Μάχονται σε ερήμους και σπηλιές, σώμα
με σώμα, σε τάγματα και επιλαρχίες
Μάχονται ώστε ίσως Εγώ
να συνέλθω πια απ’ αυτή την αρρώστια, Τον
Εαυτό μου. Κάποιοι την περνούν ελαφριά, κάποιοι πεθαίνουν. “Ο άνθρωπος
για τον άνθρωπο λύκος” και κατασπαράζουμε
τους εαυτούς μας. Κανένας εχθρός δεν θα μπορούσε
να επιφέρει μεγαλύτερο ρήγμα στην
άμυνά μας. Όποιος οδηγεί
έναν τυφλό κάποια στιγμή μπορεί να του ξεφύγει, όμως
ο Ιωβ που αποθαρρύνθηκε από ψεύτικες συμπόνιες έμαθε
ότι τίποτα δεν είναι τόσο ανατρεπτικό
όσο ένας τυφλός που
έχει τη δυνατότητα να βλέπει. Ω, εσείς ζωντανοί κι όμως νεκροί,
υπερήφανοι που δεν βλέπετε, ω ταπεινό φθαρτό σώμα της γης
με πόση οίηση πορεύεσαι
η εμπιστοσύνη γεννά τη δύναμη κι η πίστη κρύβει
μέσα της στοργή. Παίρνουμε
όρκο, δίνουμε υπόσχεση
σ’ αυτούς που αγωνίζονται – ναι, είναι μια υπόσχεση – “Ποτέ δεν
θα νιώσουμε μίσος για μαύρους, λευκούς, κόκκινους, κίτρινους, Εβραίους
Ιουδαίους, παρίες”. Δεν είμαστε
ικανοί να
δώσουμε τον όρκο μας. Με τα δόντια μάχονται
αγωνίζονται και πολεμούν, – κάποιοι αγαπάμε αυτόν που γνωρίζουμε
κάποιοι αγαπάμε αλλά δεν γνωρίζουμε – αυτό μπορεί
οι καρδιές να το αισθάνονται και να μην παραλύουν.
Εμένα τούτο με γιατρεύει. μήπως όμως είμαι αυτό
στο οποίο δεν μπορώ να δώσω πίστη; Κάποιοι
στο χιόνι, κάποιοι στους γκρεμούς, κάποιοι στους βάλτους
λίγο λίγο ή περισσότερο
μάχονται, αγωνίζονται και πολεμούν ώστε εκεί που
υπήρχε ο θάνατος εκεί να υπάρχει τώρα
η ζωή. ” Όταν ο άνθρωπος είναι έρμαιο του θυμού του
τον κυβερνούν αλλότριες δυνάμεις. Όταν κρατά
τις θέσεις του με καρτερικότητα κι υπομονή
η υπομονή, που σημαίνει δράση ή αλλιώς
ομορφιά”, η άμυνα του στρατιώτη
κι η πιο ανθεκτική πανοπλία για
τη μάχη. Ο κόσμος ένα ορφανοτροφείο. Άραγε θα
έχουμε ποτέ ειρήνη δίχως θλίψη;
χωρίς τις εκκλήσεις των νεκρών για
βοήθεια η ειρήνη δεν θα έρθει; Ω
γαλήνια μορφή πάνω απ’ την τέφρα, δεν μπορώ
να κοιτάξω κι όμως πρέπει. Αν αυτοί οι σπουδαίοι υπομονετικοί
νεκροί – όλα αυτά τα βάσανα
και οι πληγωμένες υπάρξεις κι η αιματοχυσία –
μπορούν να μας διδάξουν πώς να ζήσουμε, τότε
ο θάνατος τους δεν πήγε χαμένος.
Καρδιά που έχεις σκληρύνει από το μίσος, ω εσύ καρδιά από σίδερο
το σίδερο παραμένει σίδερο μέχρι να γίνει σκουριά.
Δεν υπήρξε ποτέ κανένας πόλεμος που
δεν ξεκίνησε από μέσα μας. Οφείλω
να πολεμήσω μέχρι να κυριεύσω εντός μου αυτό που
προκαλεί τον πόλεμο, αλλά δεν θα το πίστευα.
Μέσα μου τίποτα δεν έπραξα
Ω, έγκλημα όμοιο με του Ιούδα!
Η ομορφιά είναι αιώνια
κι ο άνθρωπος εφήμερος.
~
μετάφραση: Βικτωρία Καπλάνη
πηγή
μετάλια και νίκες που χαρίζουν αξιώματα;
Αγωνίζονται, μάχονται, πολεμούν εκείνο τον τυφλό
που έχει την εντύπωση πως βλέπει,-
αυτός δεν μπορεί να δει ότι ο δήμιος είναι
δούλος κι ότι όποιος μισεί δεν μένει αλώβητος. Ω, εσύ λαμπερό
αμετακίνητο άστρο, ω εσύ ταραχώδη
ωκεανέ που εφορμάς μέχρις ότου καθετί ασήμαντο ν’ αφανιστεί
κατά πώς επιθυμεί, το πελώριο
κύμα αναγκάζει εμάς τους παρατηρητές να γνωρίσουμε
το βάθος. Χαθήκανε στη θάλασσα προτού να πολεμήσουν! Ω
άστρο του Δαβίδ, άστρο της Βηθλεέμ
ω μαύρο αυτοκρατορικό λιοντάρι
του Κυρίου – έμβλημα
του ανατέλλοντος κόσμου – έλα, επιτέλους, μαζί μας, μη μας
αφήνεις. Υπάρχει το στέμμα του μίσους και κάτω απ’ αυτό όλα είναι
θάνατος. Υπάρχει κι εκείνο της αγάπης και χωρίς αυτό κανένας δεν
είναι βασιλιάς. Οι ευλογημένοι άθλοι δοξάζουν
το φωτοστέφανο. Όπως η μετάδοση
της αρρώστιας την αρρώστια μόνο γεννά
η μετάδοση της πίστης γεννά την πίστη.
Μάχονται σε ερήμους και σπηλιές, σώμα
με σώμα, σε τάγματα και επιλαρχίες
Μάχονται ώστε ίσως Εγώ
να συνέλθω πια απ’ αυτή την αρρώστια, Τον
Εαυτό μου. Κάποιοι την περνούν ελαφριά, κάποιοι πεθαίνουν. “Ο άνθρωπος
για τον άνθρωπο λύκος” και κατασπαράζουμε
τους εαυτούς μας. Κανένας εχθρός δεν θα μπορούσε
να επιφέρει μεγαλύτερο ρήγμα στην
άμυνά μας. Όποιος οδηγεί
έναν τυφλό κάποια στιγμή μπορεί να του ξεφύγει, όμως
ο Ιωβ που αποθαρρύνθηκε από ψεύτικες συμπόνιες έμαθε
ότι τίποτα δεν είναι τόσο ανατρεπτικό
όσο ένας τυφλός που
έχει τη δυνατότητα να βλέπει. Ω, εσείς ζωντανοί κι όμως νεκροί,
υπερήφανοι που δεν βλέπετε, ω ταπεινό φθαρτό σώμα της γης
με πόση οίηση πορεύεσαι
η εμπιστοσύνη γεννά τη δύναμη κι η πίστη κρύβει
μέσα της στοργή. Παίρνουμε
όρκο, δίνουμε υπόσχεση
σ’ αυτούς που αγωνίζονται – ναι, είναι μια υπόσχεση – “Ποτέ δεν
θα νιώσουμε μίσος για μαύρους, λευκούς, κόκκινους, κίτρινους, Εβραίους
Ιουδαίους, παρίες”. Δεν είμαστε
ικανοί να
δώσουμε τον όρκο μας. Με τα δόντια μάχονται
αγωνίζονται και πολεμούν, – κάποιοι αγαπάμε αυτόν που γνωρίζουμε
κάποιοι αγαπάμε αλλά δεν γνωρίζουμε – αυτό μπορεί
οι καρδιές να το αισθάνονται και να μην παραλύουν.
Εμένα τούτο με γιατρεύει. μήπως όμως είμαι αυτό
στο οποίο δεν μπορώ να δώσω πίστη; Κάποιοι
στο χιόνι, κάποιοι στους γκρεμούς, κάποιοι στους βάλτους
λίγο λίγο ή περισσότερο
μάχονται, αγωνίζονται και πολεμούν ώστε εκεί που
υπήρχε ο θάνατος εκεί να υπάρχει τώρα
η ζωή. ” Όταν ο άνθρωπος είναι έρμαιο του θυμού του
τον κυβερνούν αλλότριες δυνάμεις. Όταν κρατά
τις θέσεις του με καρτερικότητα κι υπομονή
η υπομονή, που σημαίνει δράση ή αλλιώς
ομορφιά”, η άμυνα του στρατιώτη
κι η πιο ανθεκτική πανοπλία για
τη μάχη. Ο κόσμος ένα ορφανοτροφείο. Άραγε θα
έχουμε ποτέ ειρήνη δίχως θλίψη;
χωρίς τις εκκλήσεις των νεκρών για
βοήθεια η ειρήνη δεν θα έρθει; Ω
γαλήνια μορφή πάνω απ’ την τέφρα, δεν μπορώ
να κοιτάξω κι όμως πρέπει. Αν αυτοί οι σπουδαίοι υπομονετικοί
νεκροί – όλα αυτά τα βάσανα
και οι πληγωμένες υπάρξεις κι η αιματοχυσία –
μπορούν να μας διδάξουν πώς να ζήσουμε, τότε
ο θάνατος τους δεν πήγε χαμένος.
Καρδιά που έχεις σκληρύνει από το μίσος, ω εσύ καρδιά από σίδερο
το σίδερο παραμένει σίδερο μέχρι να γίνει σκουριά.
Δεν υπήρξε ποτέ κανένας πόλεμος που
δεν ξεκίνησε από μέσα μας. Οφείλω
να πολεμήσω μέχρι να κυριεύσω εντός μου αυτό που
προκαλεί τον πόλεμο, αλλά δεν θα το πίστευα.
Μέσα μου τίποτα δεν έπραξα
Ω, έγκλημα όμοιο με του Ιούδα!
Η ομορφιά είναι αιώνια
κι ο άνθρωπος εφήμερος.
~
μετάφραση: Βικτωρία Καπλάνη
πηγή