Μολιέρος (Molière)

«Ο κατά φαντασίαν ασθενής» (1673)

722 Ποιητές - 8.171 Ποιήματα

Επιλογή της εβδομάδας..

Οδυσσέας Ελύτης, «Το Μονόγραμμα»

Θά πενθώ πάντα -- μ’ακούς; -- γιά σένα, μόνος, στόν Παράδεισο Ι Θά γυρίσει αλλού τίς χαρακιές  Τής παλάμης, η Μοίρα, σάν κλειδούχο...

Κωνσταντίνα Σώζου-Κύρκου, «Πού Ωφελεί να Έχουμε Ονόματα;»

 Το πρώτο πράγμα που θυμάμαι, αυτό που μ’ έφερε στη ζωή είναι η στιγμή που η μέδουσά μου – ποιο ήταν τ’ όνομά της αλήθεια; – όταν η μαγική αυτή μέδουσα έστρεψε το βλέμμα της πάνω μου. Άρχισε να λικνίζεται και να περιστρέφεται γύρω μου σα φωσφορίζων δορυφόρος, προκαλώντας κύματα ζεστά σαν ανάσες που έσκαγαν πάνω στις τραχιές μου γωνίες, κι εγώ στεκόμουν εκεί και τη χάζευα, κι ανατρίχιαζα. Έμοιαζε με φάρο, με μάτια σπινθηροβόλα που αντανακλούσαν το φως του ήλιου και το αντικαθρέφτιζαν σε μένα, κι εγώ έτρεμα. Τα ντελικάτα πόδια της, σαν ηλεκτρικά καλώδια, μ’ ακούμπαγαν στους ώμους και μ’ έκαιγαν ή με πάγωναν, δεν ξέρω.


Μετά πετάχτηκε ψηλά, το εύπλαστο κορμάκι της μια αραχνοΰφαντη ομπρέλα που φτερούγιζε, με καλούσε, υποσχόταν προστασία ενάντια στο παγωμένο νερό του ωκεανού, στα λογιών λογιών κατακάθια και φύκια που διεκδικούσαν τη δική τους περιοχή στο δύσκαμπτο σώμα μου, χαράζοντάς το.  Και την εμπιστεύτηκα. Κοίταξα ψηλά και είδα τον εαυτό μου μέσα απ’ το διάφανο σώμα της. Δεν ήμουν ένας απλός βράχος πια, αλλά ένα ασύλληπτα όμορφο πλάσμα που δεν γνώριζα καν ότι υπήρχε και λάτρεψα τον εαυτό μου όσο λάτρεψα κι αυτήν. Και μετά ξεδιπλώθηκε πάνω μου σαν αλεξίπτωτο που προσγειώνεται σε γνώριμο έδαφος, απελευθέρωσε καυτά ρεύματα, πυρώθηκε κι άχνισε –κι αυτή κι εγώ μαζί– και φοβήθηκα ότι θα γίνει στάχτη, όταν μου ψιθύρισε, «Μην ανησυχείς. Τ’ όνομά μου είναι ‘αθάνατη τσούχτρα’».

Το αίμα μου έτρεξε σαν τρελό στις φλέβες μου και δρόσισε το τσουρουφλισμένο μου κορμί. «Αθάνατη τσούχτρα», επανέλαβα και της χαμογέλασα, και θέλησα να της πω και το δικό μου όνομα, αλλά, ποιο ήταν αλήθεια;

Κι αυτή συρρικνώθηκε, για χάρη μου, για χάρη μας, και μετατράπηκε σ’ ένα βολβό προσκολλημένο πάνω μου και μικρά κλαδάκια ξεφύτρωσαν – πρέπει να μοιάζαμε με δέντρο έτσι σφιχταγκαλιασμένοι, και ξεχάσαμε εντελώς τα ονόματά μας. Στο κάτω κάτω, πού ωφελεί να έχουμε ονόματα αφού αυτά αλλάζουν στο χρόνο; Ούτως ή άλλως, μπορούμε να ξανασυστηθούμε όταν έρθει ο καιρός ν’ αρχίσουν όλα ξανά.

~
από το βιβλίο Καρπούζι με φέτα, Εκδ. Παράξενες Μέρες
πηγή

Η Κωνσταντίνα Σώζου-Κύρκου γεννήθηκε το 1968 και μεγάλωσε σ’ ένα μικρό ορεινό χωρίο του Ξηρομέρου. Μετακόμισε στην Αθήνα το 1985 για σπουδές, όπου και μένει από τότε. Σπούδασε Διοίκηση Επιχειρήσεων (σχολή που ποτέ δεν συμπάθησε) και γι’ αυτό μελέτησε και απέκτησε το Diploma for Overseas Teachers of English με σκοπό να διδάξει Αγγλικά σε φροντιστήρια, που πάντα αγαπούσε. Κατόπιν σπούδασε Λογοτεχνία με το Βρετανικό Open University και πήρε το Μεταπτυχιακό της στη Δημιουργική Γραφή με το Lancaster University. Ειδικεύτηκε στη γραφή διηγημάτων και πολλά απ’ αυτά (άλλοτε γραμμένα στην Αγγλική, άλλοτε στα Ελληνικά), έχουν δημοσιευτεί σε λογοτεχνικά περιοδικά και ανθολόγια σε Ελλάδα και εξωτερικό, ενώ άλλα έχουν διακριθεί σε διεθνείς αλλά και Ελληνικούς διαγωνισμούς. Δεν μπορεί να προσδιορίσει η να περιορίσει τη θεματολογία των ιστοριών της παρά να της δώσει τη γενικευμένη ορολογία ο,τιδήποτε έχει να κάνει με την ανθρώπινη φύση, θέματα οικουμενικά και διαχρονικά, θέματα που θέτουν ερωτήματα παρά δίνουν απαντήσεις’. Εργογραφία: Καρπούζι με φέτα (2019). Γύρω στα Μεσάνυχτα (2019). Παράξενοι Έρωτες (2017).

Αντώνης Σαμαράκης (1919-2003)

«Το άγγελμα της ημέρας»

Μην πεις ποτέ σου: «Είναι αργά!» κι αν χαμηλά έχεις πέσει. κι αν λύπη τώρα σε τρυγά κι έχεις βαθιά πονέσει.

Κι αν όλα μοιάζουν σκοτεινά κι έρημος έχεις μείνει. μην πεις ποτέ σου: «Είναι αργά!» -τ' ακούς;- ό,τι  κι αν γίνει

Ο Μικρός Πρίγκιπας: «Αντίο», είπε η αλεπού. «Να το μυστικό μου. Είναι πολύ απλό: Μόνο με την καρδιά βλέπεις αληθινά. Την ουσία δεν τη βλέπουν τα μάτια»

𝓜πάμπης 𝓚υριακίδης