Είναι λεπτός, σα κλωναράκι. Αξύριστος και σκυθρωπός.
Τρία μερόνυχτα τώρα από κάτω του
τρίζει το στρώμα.
Μια ορειχάλκινη σκιά κρέμεται στον τοίχο.
Και τα χείλη σφιγμένα, αχνίζοντας, ξερογλείφονται.
«Γεια σου, - λέει βραχνά, - στην ρωσική ποίηση.
Να σας δώσω ένα μπιστολάκι; Ή, μήπως, ένα ξυράφι;
Είστε μεγαλοφυΐα; Τότε θα πρέπει να είστε πιο κυνικός απέναντι στο χάος …
Μήπως, όμως, μετανιώσουμε; . .
Είστε μεγαλοφυΐα; Τότε θα πρέπει να είστε πιο κυνικός απέναντι στο χάος …
Μήπως, όμως, μετανιώσουμε; . .
Θα σαλιώσουμε την εφημεριδούλα και μετά από ένα λεπτό
Θα ξεδιπλώσουμε την αυτοκριτική, σα στριφτό τσιγάρο; …»
Γιατί σε αγκαλιάζει μπροστά μου;
Γιατί δοκιμάζει το κασκόλ μου;
Και μισοκλείνοντας τα ματιά λιμπίζεται τα τσιγάρα μου …
Πίσω μου σ’ εχώ! Πίσω μου !
SOS!
1963
~
Μετάφραση από τα ρωσικά Δημήτρης Β. Τριανταφυλλίδης
πηγή
Γιατί σε αγκαλιάζει μπροστά μου;
Γιατί δοκιμάζει το κασκόλ μου;
Και μισοκλείνοντας τα ματιά λιμπίζεται τα τσιγάρα μου …
Πίσω μου σ’ εχώ! Πίσω μου !
SOS!
1963
~
Μετάφραση από τα ρωσικά Δημήτρης Β. Τριανταφυλλίδης
πηγή