Όσοι είναι εραστές πορνών και κάνουν τρέλες
είν’ ευτυχείς, είν’ φρέσκοι-φρέσκοι και χορτάτοι·
εμέ όμως μού ’χουνε τα χέρια ρέψει – κάτι
θα φταίει τ’ ότι σφιχταγκάλιαζα νεφέλες…
Με των αστέρων τις φανταχτερές κινήσεις
τα βάθη τ’ ουρανού γιορτάζουν φλογισμένα·
κι ενώ τα μάτια μου χαζεύουν θαμπωμένα,
δεν βλέπουν ειμή μόνο ηλίων αναμνήσεις.
Εζήτησα στου στερεώματος την άψη
ματαίως νά ’βρω πού ’ν’ το τέλος, πού ’ν’ η μέση·
ποιο να ’χει, αλήθεια, μάτι πύρινο μπορέσει
εμένα τις φτερούγες να μου κατακάψει;
Ριγμένος στην ερωτική τού κάλλους δίνη
δεν θα ’χω την τιμή που πιότερο τιμάει:
στ’ απύθμενα να δώσω τ’ όνομά μου χάη
που μνήμα μού ’χουν με το πέσιμό μου γίνει.
~
Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής