Προσφιλές μου ταίρι, δίχως νὰ στὸ πῶ,
τὸ καταλαβαίνεις ὅτι σ᾿ ἀγαπῶ.
Κι ἂν μὲ σὲ κακιώνω στὴ κακή μου ὥρα
κι ἀρχινᾷ μουρμούρα καὶ κακογλωσσιά,
μοῦ ἀρέσει νά ῾χω καὶ ὀλίγη μπόρα,
μοῦ ἀρέσει λίγη φουσκοθαλασσιά.
Δίχως πεῖσμ᾿ ἀγάπη, δίχως λίγη πίκρα,
δὲν ἀξίζει διόλου καὶ δὲν ἔχει γλύκα.
Βάστα μου, γυναῖκα, μοῦτρα σοβαρὰ
καὶ κλωστὴ σοῦ κόβω, κάκια σοῦ κρατῶ,
ἐπειδὴ νομίζω πὼς καμμιὰ φορά
κι η πολλὴ μπουνάτσα φέρνει ἐμετό.
Προσφιλές μου ταίρι, δίχως νὰ στὸ πῶ,
τὸ καταλαβαίνεις ὅτι σ᾿ ἀγαπῶ.
Σ᾿ ἀγαπῶ μὲ γέλια, μὰ καὶ θυμωμένη
κι ἂν ποτὲ γυρίζω νὰ ἰδῶ καμμιά,
πάντα ὅμως κτῆμα ἰδικό σου μένει
ἡ καρδιά μου ὅλη καὶ …ἡ ἀσχημιά.
Ο Γεώργιος Σουρής (Ερμούπολη, 1853 - Νέο Φάληρο, 1919) ήταν σατιρικός
ποιητής και ένας από τους σπουδαιότερους της νεότερης Ελλάδας, έχοντας
χαρακτηριστεί ως «σύγχρονος Αριστοφάνης». Κατά την διάρκεια της ζωής του
προτάθηκε για Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας συνολικά 5 φορές. Στις 2
Απριλίου 1883, σε ηλικία 30 ετών έβγαλε το πρώτο φύλλο της εφημερίδας
του, που ο Γεώργιος Δροσίνης τη βάφτισε «Ο Ρωμηός», που ήταν μια έμμετρη
εβδομαδιαία σατιρική εφημερίδα. Ο «Ρωμηός» κυκλοφόρησε ως τις 17
Νοεμβρίου 1918 (τελευταίο φύλλο), λίγο πριν το θάνατο του Σουρή, για 36
χρόνια και 8 μήνες, σε 1.444 συνολικά τεύχη και 2 παραρτήματα. Το 1897 ο
Σουρής διώχθηκε ποινικά, για το ποίημά του «Ο Φασουλής συνομιλεί με την
κυρίαν Φασουλήν», που δημοσιεύτηκε στις 25 Ιανουαρίου στον «Ρωμηό». Η
Εισαγγελία Αθηνών, εξέδωσε ένταλμα σύλληψης του ποιητή και ένταλμα
κατάσχεσης του συγκεκριμένου τεύχους, θεωρώντας ότι περιείχε υβριστικούς
υπαινιγμούς για το θεσμό της Βασιλείας γενικά, και της Βασίλισσας Όλγας
ιδιαίτερα. Οι επίμαχοι στίχοι, που ενόχλησαν τους δικαστικούς
λειτουργούς ήταν οι παρακάτω : «...Κυρά Γιώργαινα γυρίστρα, κυρά
Γιώργαινα μπεκρού θα γενείς πομπή του κόσμου του μεγάλου και μικρού,
κυρά Γιώργαινα να λείψουν τα μεθύσια τα πολλά, κυρά Γιώργαινα σου λέω
δεν στεκόμαστε καλά», αφού σε αυτούς γινόταν αναφορά στην φημολογούμενη
αγάπη της Βασίλισσας στο αλκοόλ. Του απαγγέλθηκε κατηγορία «επί
εξυβρίσει του ιερού προσώπου της Βασιλίσσης» και κάθισε στο εδώλιο του
κατηγορουμένου. Αθωώθηκε όμως καθώς στην απολογία του είπε πως σατίριζε
τη γυναίκα του. Το έργο του χαρακτηριζόταν από την ποιητική του
γονιμότητα και την πληθώρα των στίχων του. Έγραφε πάντα καλοπροαίρετα
σχολιάζοντας το λαό, τους άρχοντες, τους Βασιλείς, χωρίς ωστόσο να
βρίζει. Συχνά αυτοσαρκαζόταν και έξοχο δείγμα αυτοσαρκασμού είναι το
ποίημα «Η Ζωγραφιά μου». Η γλώσσα του είναι μικτή. Χρησιμοποιεί πολύ τη
δημοτική, αλλά συχνά στα ποιήματά του υπάρχουν αρκετές λόγιες λέξεις και
φράσεις, για λόγους είτε μετρικούς είτε σατιρικούς. [Βιογραφία]