Το βράδυ θα πέφτει πάντα στα νερά. Γείρε στην προκυμαία
όταν μακραίνουν τα φώτα της πόλης και πες δεν έμεινε τίποτα
στα λιόδεντρα που δένονται με τη θάλασσα. Όπου κι αν πας
θ’ αρχίζεις ένα αίσθημα και θα τ’ αφήνεις μισό τελειωμένο
όταν μακραίνουν τα φώτα της πόλης και πες δεν έμεινε τίποτα
στα λιόδεντρα που δένονται με τη θάλασσα. Όπου κι αν πας
θ’ αρχίζεις ένα αίσθημα και θα τ’ αφήνεις μισό τελειωμένο
Γείρε και πες δεν έμεινε τίποτα
μια ξεραμένη μέδουσα πάνω στον βράχο
το χέρι μου ανεπαίσθητα στον ώμο και η μαλακή γραμμή του ορίζοντα
στα μάτια σου
~
Από τη συλλογή Δύσκολος θάνατος (1954)
Ο Νίκος Ασλάνογλου, (Θεσσαλονίκη, 1931 - Αθήνα, 1996), είναι σημαντικός
μεταπολεμικός Έλληνας ποιητής. Το ψευδώνυμο Αλέξης διάλεξε στα εφηβικά
του χρόνια από τον ομώνυμο ήρωα του Ντοστογιέφσκι στο έργο του "Ταπεινοί
και καταφρονεμένοι". Εργάστηκε ως βιβλιοθηκάριος στο Αριστοτέλειο
Πανεπιστήμιο, ως καθηγητής σε φροντιστήριο ξένων γλωσσών, ως
επιστημονικός συνεργάτης στην Αρχιτεκτονική Σχολή Θεσσαλονίκης και μετά
το 1980, οπότε εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, ως επιμελητής και λογοτεχνικός
σύμβουλος στον εκδοτικό οίκο Ευσταθιάδη. Στη λογοτεχνία πρωτοεμφανίστηκε
το 1952 με την πολυγραφημένη έκδοση του έμμετρου θεατρικού μονοπράκτου
έργου Θάλασσα και συγχρονισμός, απόσπασμα του οποίου δημοσίευσε το 1953
στις σελίδες του φοιτητικού περιοδικού "Πυρσός". Στο ίδιο περιοδικό
υπήρξε επίσης μέλος της συντακτικής επιτροπής (1953-1955) και δημοσίευσε
οχτώ ακόμη ποιήματα. Βασικό στέλεχος του περιοδικού του Ντίνου
Χριστιανόπουλου "Διαγώνιος" (1958-1962), συνεργάστηκε επίσης με τα
περιοδικά "Διάλογος", "Καινούρια Εποχή", "Ευθύνη", "Ausblicke" και τις
εφημερίδες "Δράσις" και "Ναυτεμπορική". Πέθανε στην Αθήνα. Η ποίηση του
Ασλάνογλου δέχτηκε επιδράσεις από τα καλλιτεχνικά ρεύματα του
νεοσυμβολισμού και του υπαρξισμού, ενώ καθοριστικό ρόλο στη γραφή του
έχουν η ανάμνηση εμπειριών και βιωμάτων, η θεματική της μετεμφυλιακής
ελληνικής πραγματικότητας και επιρροές από την ποίηση του Σεφέρη, του
Καρυωτάκη, του Άγρα. Από τη μεταφραστική λογοτεχνική του δραστηριότητα
σημειώνουμε τις Εκλάμψεις του Ρεμπώ. [Βιογραφία]