Ονειρεύομαι τά σιωπηλά σου χέρια
πού πάνω στα κύματα ουριοδρομούνε
τραχιά ιδιότροπα
τυραννικά ως δεσπόζουν στο κορμί μου επάνω
μαραίνομαι ανατριχιάζω
ο νούς μου πάει στους αστακούς
ακόρεστες οι περιστρεφόμενες αντένες
ξένουν το σπέρμα των ναρκωμένων
καραβιώνε
πού πάνω στα κύματα ουριοδρομούνε
τραχιά ιδιότροπα
τυραννικά ως δεσπόζουν στο κορμί μου επάνω
μαραίνομαι ανατριχιάζω
ο νούς μου πάει στους αστακούς
ακόρεστες οι περιστρεφόμενες αντένες
ξένουν το σπέρμα των ναρκωμένων
καραβιώνε
τ’ απλώνουν ύστερα στις κορυ-
φογραμμές επάνω, στον ορίζοντα
κορυφογραμμές οκνές πασπαλισμένες
με ψαρίσια σκόνη
εκεί πού όλες τις νύχτες παπαδοκορδώνομαι
μπουκωμένο στόμα χέρια σκεπαστά
θαλάσσιος υπνοβάτης με φεγγάρι
αλατισμένη.
~
απόδοση: Έκτωρ Κακναβάτος
πηγή
πηγή