Τί κρίμα που τα βιβλία
μας γεμίζουν αγκαλιές
από τριαντάφυλλα κι αστέρια
και μετά περνάνε!
Τι βαθύ πόνο δίνει
να κοιτάς τις αγιοτράπεζες
βασάνων και πόνων
που σηκώνει μια καρδιά!
μας γεμίζουν αγκαλιές
από τριαντάφυλλα κι αστέρια
και μετά περνάνε!
Τι βαθύ πόνο δίνει
να κοιτάς τις αγιοτράπεζες
βασάνων και πόνων
που σηκώνει μια καρδιά!
................
Ένα βιβλίο ποιημάτων
είναι το φθινόπωρο νεκρό:
οι στίχοι είναι τα μαύρα
φύλλα λευκών τοπίων
Κι η φωνή που τους διαβάζει
είναι του ανέμου η πνοή
που τους μπήγει σταστήθη
-Νοσταλγικές αποστάσεις-
Ο ποιητής είναι ένα δέντρο
με φρούτα της θλίψης
και φύλλα μαραμένα
απ’ της αγάπης το κλάμα
Ο ποιητής είναι το μέντιουμ
της Φύσης
που εξηγεί το μεγαλείο της
μέσα απ’ τις λέξεις
Ο ποιητής καταλαβαίνει
όλο το ακατανόητο
και κάνει όσα μισούνται
να αγαπιούνται ξανά
Ξέρει πως τα μονοπάτια
είναι όλα αδιαπέραστα
γι αυτό από κει πάει
τη νύχτα, γαλήνιος
Στα ποιητικά βιβλία
ανάμεσα σ’ αιμάτινα ρόδα
περνάνε τα θλιβερά
και αιώνια καραβάνια
Που κάνουν τον ποιητή,
σαν κλαίει τα δειλινά
κυκλωμένος και ζωσμένος
από τα ίδια τα φαντάσματά του
Η ποίηση είναι πίκρα
ουράνιο μέλι που αναβρύζει
από μια αόρατη κυψέλη
που φτιάχνουν οι ψυχές
Ποίηση είναι το αδύνατο
που γίνεται δυνατό. Μια άρπα
που αντί για χορδές έχει
καρδιές και φλόγες
Ποίηση είναι η ζωή
που περνάμε αγωνιώντας
περιμένοντας αυτόν που θα πάρει
τη βάρκα μας δίχως προορισμό
Τρυφερά βιβλία στίχων
είναι τα άστρα που περνάνε
από τη βουβή σιωπή
στο βασίλειο του Τίποτα
γράφοντας στα ουράνια
τις ασημένιες στροφές τους.
Ω τι βαθιοί καημοί
που ποτέ δεν έχουν γιάνει
οι πονεμένες φωνές
των ποιητών που τραγουδάνε!
Θα’βανα στο βιβλίο
τούτο όλη την ψυχή μου…
Ένα βιβλίο ποιημάτων
είναι το φθινόπωρο νεκρό:
οι στίχοι είναι τα μαύρα
φύλλα λευκών τοπίων
Κι η φωνή που τους διαβάζει
είναι του ανέμου η πνοή
που τους μπήγει σταστήθη
-Νοσταλγικές αποστάσεις-
Ο ποιητής είναι ένα δέντρο
με φρούτα της θλίψης
και φύλλα μαραμένα
απ’ της αγάπης το κλάμα
Ο ποιητής είναι το μέντιουμ
της Φύσης
που εξηγεί το μεγαλείο της
μέσα απ’ τις λέξεις
Ο ποιητής καταλαβαίνει
όλο το ακατανόητο
και κάνει όσα μισούνται
να αγαπιούνται ξανά
Ξέρει πως τα μονοπάτια
είναι όλα αδιαπέραστα
γι αυτό από κει πάει
τη νύχτα, γαλήνιος
Στα ποιητικά βιβλία
ανάμεσα σ’ αιμάτινα ρόδα
περνάνε τα θλιβερά
και αιώνια καραβάνια
Που κάνουν τον ποιητή,
σαν κλαίει τα δειλινά
κυκλωμένος και ζωσμένος
από τα ίδια τα φαντάσματά του
Η ποίηση είναι πίκρα
ουράνιο μέλι που αναβρύζει
από μια αόρατη κυψέλη
που φτιάχνουν οι ψυχές
Ποίηση είναι το αδύνατο
που γίνεται δυνατό. Μια άρπα
που αντί για χορδές έχει
καρδιές και φλόγες
Ποίηση είναι η ζωή
που περνάμε αγωνιώντας
περιμένοντας αυτόν που θα πάρει
τη βάρκα μας δίχως προορισμό
Τρυφερά βιβλία στίχων
είναι τα άστρα που περνάνε
από τη βουβή σιωπή
στο βασίλειο του Τίποτα
γράφοντας στα ουράνια
τις ασημένιες στροφές τους.
Ω τι βαθιοί καημοί
που ποτέ δεν έχουν γιάνει
οι πονεμένες φωνές
των ποιητών που τραγουδάνε!
Θα’βανα στο βιβλίο
τούτο όλη την ψυχή μου…
~
μετφρ: Καππάτου