Προσπαθήσαμε να το κρύψουμε στο σπίτι για να μην
το δουν οι γείτονες.
Ήταν δύσκολο, καμιά φορά χρειαζόταν να λείψουμε
Κι οι δυο μαζί κι όταν επιστρέφαμε
Βρίσκαμε περιττώματα και κάτουρα
παντού.
Αρνιόταν να μάθει να πηγαίνει εκεί όπου πρέπει
Αλλά είχε τα πιο γαλανά μάτια που έχεις δει
ποτέ
το δουν οι γείτονες.
Ήταν δύσκολο, καμιά φορά χρειαζόταν να λείψουμε
Κι οι δυο μαζί κι όταν επιστρέφαμε
Βρίσκαμε περιττώματα και κάτουρα
παντού.
Αρνιόταν να μάθει να πηγαίνει εκεί όπου πρέπει
Αλλά είχε τα πιο γαλανά μάτια που έχεις δει
ποτέ
Έτρωγε ό,τι τρώγαμε κι εμείς
και καμιά φορά βλέπαμε μαζί τηλεόραση.
Ένα βράδυ γυρίσαμε σπίτι και δεν το βρήκαμε
εκεί.
αίμα στο πάτωμα,
Μια γραμμή από αίμα.
Την ακολούθησα ως έξω στον κήπο
Και το βρήκα στους θάμνους,
Σακατεμένο.
Κρεμόταν μια πινακίδα απ΄τον κομμένο του
λαιμό:
«δεν θέλουμε τέτοια πράγματα στη γειτονιά μας».
Πήγα στο γκαράζ να πάρω το φτυάρι.
Είπα στη γυναίκα μου, «μην βγεις έξω».
Έπιασα το φτυάρι και
Βάλθηκα να σκάβω.
Ένιωθα πρόσωπα να με κατασκοπεύουν πίσω
από κατεβασμένα στόρια.
Είχαν και πάλι την γειτονιά τους,
Την ωραία ήσυχη γειτονιά με το καταπράσινο γρασίδι,
Τα φοινικόδεντρα, τα κυκλικά ιδιωτικά δρομάκια, τα παιδιά,
Τις εκκλησίες, τα σούπερ μάρκετ κ.λ.π
Έσκαψα στο χώμα.
~
Από το βιβλίο «Η λάμψη της αστραπής πίσω από το βουνό»