Σάμπως μες σε μια ζάλην από βαριά μύρα,
λύνει σιγά-σιγά μες στον διαυγή, νερένιο
καθρέφτη της, την κουρασμένη κίνησή της,
ρίχνοντας πάνω του ακέριο το χαμόγελό της
και περιμένει η νερένια επιφάνεια να φουσκώσει
απ’ αυτό το χαμόγελον∙ ύστερα, τα μαλλιά της
μες στον καθρέφτη χύνει κ’ ενώ τον εξαίσιον
ώμον, από την βραδινή τουαλέττα βγάζει,
λύνει σιγά-σιγά μες στον διαυγή, νερένιο
καθρέφτη της, την κουρασμένη κίνησή της,
ρίχνοντας πάνω του ακέριο το χαμόγελό της
και περιμένει η νερένια επιφάνεια να φουσκώσει
απ’ αυτό το χαμόγελον∙ ύστερα, τα μαλλιά της
μες στον καθρέφτη χύνει κ’ ενώ τον εξαίσιον
ώμον, από την βραδινή τουαλέττα βγάζει,
Σιωπηλά πίνει απ’ την εικόνα της. Και πίνει
ότι ένας εραστής θα έπινε, σε μια μέθη,
ερευνητικά, δυσπιστία γιομάτος. Και δεν νεύει
στην καμαριέρα της παρά μόνον όταν
στο βάθος του καθρέφτη της βρει φώτα, ντουλάπες
και τη θαμπάδα μιας νυχτωμένης ώρας.
~
Μετάφραση: Άρης Δικταίος
ότι ένας εραστής θα έπινε, σε μια μέθη,
ερευνητικά, δυσπιστία γιομάτος. Και δεν νεύει
στην καμαριέρα της παρά μόνον όταν
στο βάθος του καθρέφτη της βρει φώτα, ντουλάπες
και τη θαμπάδα μιας νυχτωμένης ώρας.
~
Μετάφραση: Άρης Δικταίος