Η φράση αυτή έχει την αρχή της στη Μυθολογία των αρχαίων Ελλήνων. Σύμφωνα με το μύθο, μετά τη μονομαχία των δύο αδελφών Ετεοκλή και Πολυνείκη και τον αμοιβαίο θάνατό τους, οι Θηβαίοι καταδίωξαν τους πολιορκητές που τράπηκαν σε φυγή. Ανάμεσά τους και ο Αμφιάραος, ο οποίος καταδιωκόταν από τον Θηβαίο Πολυκλύμενο ή Περικλύμενο, γιο του θεού Ποσειδώνα, που θα τον σκότωνε ή θα τον πλήγωνε, πράγμα λυπηρό και υποτιμητικό για μια ηρωική φυσιογνωμία όπως τον Αμφιάραο. Κινδυνεύοντας, από στιγμή σε στιγμή, να χτυπηθεί από το ακόντιο του διώκτη του, σώθηκε μόνο από τη γρήγορη επέμβαση του Δία.
Ο Δίας θέλοντας να αποτρέψει αυτό το πεπρωμένο, έριξε κεραυνό που άνοιξε στη γη ένα μεγάλο χάσμα.Το χάσμα αυτό κατάπιε τον Αμφιάραο, τον ηνίοχό του Βάτωνα, το άρμα τους και τα άλογά τους Θόας και Δίας.(Πίνδ., Ολυμπιόν. 6.12-17).
Στη συνέχεια ο Δίας έκανε τον ήρωα αθάνατο, και οι αρχαίοι Έλληνες τον λάτρευαν από τότε ως θεό και ο Αμφιάραος εξακολουθούσε να χρησμοδοτεί στον Ωρωπό της Αττικής. Το χάσμα που τον κατάπιε το τοποθετούσαν αρχικώς μεν κοντά στον ποταμό της Θήβας Ισμηνό, αργότερα δε, όταν διαδόθηκε η λατρεία του Αμφιαράου, σε πολλά άλλα μέρη, τα οποία διεκδικούσαν την τιμή αυτή.
Λεγόταν ότι στον τόπο που ανοίχθηκε το χάσμα κτίσθηκε αργότερα ένας περίβολος με κολώνες στις οποίες ποτέ δεν πήγαιναν να καθίσουν πουλιά και τα ζώα απέφευγαν να βοσκήσουν εκεί.
Κοντά στον ναό στον Ωρωπό υπάρχει πηγή, που τη λένε του Αμφιάραου. Δεν θυσιάζουν ποτέ εκεί ούτε εξαγνίζονται ούτε χρησιμοποιούν το νερό της για εξαγνισμό με πλύσιμο των χεριών. Όταν όμως κάποιος θεραπεύεται από αρρώστια σύμφωνα με τον χρησμό του μαντείου, τότε ρίχνει στην πηγή ασημένια και χρυσά νομίσματα, επειδή πιστεύουν ότι από εκεί ξεπρόβαλε ο Αμφιάραος ως θεός. (Παυσ. 1. 34.1-4, μετ. ομάδα Κάκτου)
Η φήμη του Αμφιάραου ως μάντη είχε υπερβεί τα όρια της Ελλάδας. Ο Ηρόδοτος αναφέρει πως πρέσβεις του βασιλιά των Λυδών Κροίσου κατέφυγαν στο χρηστήριό του στον Ωρωπό για να τον συμβουλευθούν αν έπρεπε να εκστρατεύσουν κατά των Περσών (1.46).πηγή
Ο Δίας θέλοντας να αποτρέψει αυτό το πεπρωμένο, έριξε κεραυνό που άνοιξε στη γη ένα μεγάλο χάσμα.Το χάσμα αυτό κατάπιε τον Αμφιάραο, τον ηνίοχό του Βάτωνα, το άρμα τους και τα άλογά τους Θόας και Δίας.(Πίνδ., Ολυμπιόν. 6.12-17).
Στη συνέχεια ο Δίας έκανε τον ήρωα αθάνατο, και οι αρχαίοι Έλληνες τον λάτρευαν από τότε ως θεό και ο Αμφιάραος εξακολουθούσε να χρησμοδοτεί στον Ωρωπό της Αττικής. Το χάσμα που τον κατάπιε το τοποθετούσαν αρχικώς μεν κοντά στον ποταμό της Θήβας Ισμηνό, αργότερα δε, όταν διαδόθηκε η λατρεία του Αμφιαράου, σε πολλά άλλα μέρη, τα οποία διεκδικούσαν την τιμή αυτή.
Λεγόταν ότι στον τόπο που ανοίχθηκε το χάσμα κτίσθηκε αργότερα ένας περίβολος με κολώνες στις οποίες ποτέ δεν πήγαιναν να καθίσουν πουλιά και τα ζώα απέφευγαν να βοσκήσουν εκεί.
Κοντά στον ναό στον Ωρωπό υπάρχει πηγή, που τη λένε του Αμφιάραου. Δεν θυσιάζουν ποτέ εκεί ούτε εξαγνίζονται ούτε χρησιμοποιούν το νερό της για εξαγνισμό με πλύσιμο των χεριών. Όταν όμως κάποιος θεραπεύεται από αρρώστια σύμφωνα με τον χρησμό του μαντείου, τότε ρίχνει στην πηγή ασημένια και χρυσά νομίσματα, επειδή πιστεύουν ότι από εκεί ξεπρόβαλε ο Αμφιάραος ως θεός. (Παυσ. 1. 34.1-4, μετ. ομάδα Κάκτου)
Η φήμη του Αμφιάραου ως μάντη είχε υπερβεί τα όρια της Ελλάδας. Ο Ηρόδοτος αναφέρει πως πρέσβεις του βασιλιά των Λυδών Κροίσου κατέφυγαν στο χρηστήριό του στον Ωρωπό για να τον συμβουλευθούν αν έπρεπε να εκστρατεύσουν κατά των Περσών (1.46).