Σύντομα πια θ’ αφανιστώ μ’ όλο μου τ’ άχτι
Όπως των ζώων τα χνάρια σ’ ένα δάσος μακρινό.
Απ’ τα δικά μου έχει απομείνει μόνο στάχτη
Μα κάποια μέρα θα ‘ πρεπε να κάνω το λογαριασμό.
Σα νέο βλαστάρι το παιδιάστικο κορμί μου
Από καυτές καπνιές έχει για πάντα ξεραθεί,
Η θλίψη έχει τσακίσει την όρθια ψυχή μου
Καθώς γυρνώ ξανακοιτάζοντας τη ζωή.
Κάποτε, ταξιδεύοντας σε παράξενα μέρη,
Η επιθυμία μου έμπηξε τα δόντια στο κορμί
Και τώρα η θλίψη, να, που μ’ έχει φέρει.
Α, να μην είμαι ακόμα ένα δεκάχρονο παιδί.
Μου τάλεγε η μητέρα μου και τότε εγώ γελούσα,
Τα λόγια της δεν τα’ παιρνα στα σοβαρά.
Μετά, ορφανός, χωρίς αγάπη τριγυρνούσα
Κι ο αφέντης με κορόιδευε στη μύτη μου μπροστά.
Α, νιότη, πως μου φάνταξες, πράσινη λάμψη, Θε μου,
Δάσος αιώνια πράσινο μ’ αστείρευτη ευωδιά
Και τώρα ακούω περίλυπος στο πέρασμα του ανέμου
Να βόγγουν, να τριζοβολούν τα ολόγυμνα κλαδιά.
Όπως των ζώων τα χνάρια σ’ ένα δάσος μακρινό.
Απ’ τα δικά μου έχει απομείνει μόνο στάχτη
Μα κάποια μέρα θα ‘ πρεπε να κάνω το λογαριασμό.
Σα νέο βλαστάρι το παιδιάστικο κορμί μου
Από καυτές καπνιές έχει για πάντα ξεραθεί,
Η θλίψη έχει τσακίσει την όρθια ψυχή μου
Καθώς γυρνώ ξανακοιτάζοντας τη ζωή.
Κάποτε, ταξιδεύοντας σε παράξενα μέρη,
Η επιθυμία μου έμπηξε τα δόντια στο κορμί
Και τώρα η θλίψη, να, που μ’ έχει φέρει.
Α, να μην είμαι ακόμα ένα δεκάχρονο παιδί.
Μου τάλεγε η μητέρα μου και τότε εγώ γελούσα,
Τα λόγια της δεν τα’ παιρνα στα σοβαρά.
Μετά, ορφανός, χωρίς αγάπη τριγυρνούσα
Κι ο αφέντης με κορόιδευε στη μύτη μου μπροστά.
Α, νιότη, πως μου φάνταξες, πράσινη λάμψη, Θε μου,
Δάσος αιώνια πράσινο μ’ αστείρευτη ευωδιά
Και τώρα ακούω περίλυπος στο πέρασμα του ανέμου
Να βόγγουν, να τριζοβολούν τα ολόγυμνα κλαδιά.
~
Απόδοση: Γιάννης Ρίτσος (1937)
Απόδοση: Γιάννης Ρίτσος (1937)