Ζωή, πως με παράδωσες μ’ ένα φιλί στους δήμιους
και τώρα ακούω το γέλιο σου παντού σαρκαστικό
για μένα, που αποτόλμησα ψευτοευγενείς και τίμιους
μέσ’ στη γενιά σου, να τους δω σαν υποστατικό.
κ’ ήρθα χωρίς απαίτηση μ’ όλους μαζί και γω
κι’ ούτε ποτέ σου ζήτησα δείγμα της συμπονιάς σου,
απ’ τα περισσιά χρέη μου δίκαια ν’ απαλλαγώ.
Μα καθώς ήμουν κύριος άμαθος να δουλεύω
και παιδική γαλήνευεν η δίκαιή μου ψυχή,
εκέρδισα το μίσος σου, Ζωή, και το πιστεύω
τώρα που η δυστυχία μου στο γέλιο σου αντηχεί.
~
Από τη συλλογή «Ηχώ στο Χάος»