Αμερική, πότε θα επαναστατήσουν οι βετεράνοι σου
να θάψουν το Κονγκρέσο σου κάτω από τόνους
χεριών, ποδιών, δεν ξέρω. Δυο κόσμοι ενωμένοι με μια κόκκινη
κλωστή, αυτοί που αποφασίζουν για τον πόλεμο
κι εκείνοι που πηγαίνουν. Κι αυτή η κόκκινη
κλωστή, πολύ λεπτή μου φαίνεται, πολύ φτωχή
κι απελπισμένη – σαν τεντωμένη απλώνεται
να φτάσει τη Μεσόγειο και να ενώσει ερήμους –
σαν τα αγόρια τ’ άγουρα, που ντύνονται στα μπεζ
και πάνε απ’ τη Νεβάδα στην Παλμύρα
κι από σπίτι σε σπίτι
με όπλα που θυμίζουν παιχνιδομηχανές
σκοτώνοντας παιδιά που κουβαλούν οβίδες
δίχως να ξέρουν το γιατί,
μονάχα «καν’ το» τους έχουν πει κι αυτά το κάνουν
στο όνομα ενός Θεού ή ενός προφήτη, στο όνομα
μίας πατρίδας, στο όνομα κάποιου πράγματος
που δεν είναι αγάπη
μα ούτε παράσημο από το καλοφαγωμένο,
ράθυμο Κονγκρέσο, που κάθεται πίσω από το παχύ
τηλέφωνό του δίνοντας εντολές
σ’ αυτούς που παίζουν τρώγοντας ζωές
και χωνεύουν οικογένειες.
Μα όχι του Κονγκρέσου.
Δυο κόσμοι ενωμένοι με μια κόκκινη κλωστή,
σωληνάκια αίμα για το Θεό και τον Αλλάχ
για την τιμή και τα λεφτά, για άμυνα κι επίθεση κι ελευθερία
και καταπίεση, καταδυνάστευση, ιστορία
και όλες αυτές τις έννοιες που μαγειρεύουν οι άνθρωποι
για να τραφούν ο ένας απ’ τον άλλον.
Αμερική, πότε οι βετεράνοι σου
θα κόψουν χέρια, πόδια, να πάψουν πια να ζουν
με σωληνάκια made in hell; Με τέτοιες κόκκινες κλωστές
κρατάς τους στη ζωή, σα μαριονέτες.
~
από τη συλλογή Η επιστροφή των νεκρών, εκδ. Πόλις, 2017
πηγή
να θάψουν το Κονγκρέσο σου κάτω από τόνους
χεριών, ποδιών, δεν ξέρω. Δυο κόσμοι ενωμένοι με μια κόκκινη
κλωστή, αυτοί που αποφασίζουν για τον πόλεμο
κι εκείνοι που πηγαίνουν. Κι αυτή η κόκκινη
κλωστή, πολύ λεπτή μου φαίνεται, πολύ φτωχή
κι απελπισμένη – σαν τεντωμένη απλώνεται
να φτάσει τη Μεσόγειο και να ενώσει ερήμους –
σαν τα αγόρια τ’ άγουρα, που ντύνονται στα μπεζ
και πάνε απ’ τη Νεβάδα στην Παλμύρα
κι από σπίτι σε σπίτι
με όπλα που θυμίζουν παιχνιδομηχανές
σκοτώνοντας παιδιά που κουβαλούν οβίδες
δίχως να ξέρουν το γιατί,
μονάχα «καν’ το» τους έχουν πει κι αυτά το κάνουν
στο όνομα ενός Θεού ή ενός προφήτη, στο όνομα
μίας πατρίδας, στο όνομα κάποιου πράγματος
που δεν είναι αγάπη
μα ούτε παράσημο από το καλοφαγωμένο,
ράθυμο Κονγκρέσο, που κάθεται πίσω από το παχύ
τηλέφωνό του δίνοντας εντολές
σ’ αυτούς που παίζουν τρώγοντας ζωές
και χωνεύουν οικογένειες.
Μα όχι του Κονγκρέσου.
Δυο κόσμοι ενωμένοι με μια κόκκινη κλωστή,
σωληνάκια αίμα για το Θεό και τον Αλλάχ
για την τιμή και τα λεφτά, για άμυνα κι επίθεση κι ελευθερία
και καταπίεση, καταδυνάστευση, ιστορία
και όλες αυτές τις έννοιες που μαγειρεύουν οι άνθρωποι
για να τραφούν ο ένας απ’ τον άλλον.
Αμερική, πότε οι βετεράνοι σου
θα κόψουν χέρια, πόδια, να πάψουν πια να ζουν
με σωληνάκια made in hell; Με τέτοιες κόκκινες κλωστές
κρατάς τους στη ζωή, σα μαριονέτες.
~
από τη συλλογή Η επιστροφή των νεκρών, εκδ. Πόλις, 2017
πηγή
Η Κρυστάλλη Γλυνιαδάκη είναι μεταφράστρια και ποιήτρια. Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1979. Σπούδασε φιλοσοφία και πολιτική θεωρία στο London School of Economics και στο King's College του Πανεπιστημίου του Λονδίνου. Έχει πραγματοποιήσει μεταπτυχιακές σπουδές στην δημιουργική γραφή στο πανεπιστήμιο East Anglia. Ποιήματά της έχουν δημοσιευθεί στη "Νέα Εστία", την "Ποιητική", το "The Books' Journal", το "Poetry International" και το "Poetry Review". Έχει πλούσιο μεταφραστικό έργο από την αγγλική και νορβηγική γλώσσα στην ελληνική, από το οποίο ξεχωρίζουν οι μεταφράσεις τις στα έργα του Τζο Νέσμπο. Έχει τιμηθεί με το κρατικό βραβείο ποίησης του 2018 για την ποιητική συλλογή της Η επιστροφή των νεκρών.
Τίτλοι βιβλίων (Ποιητικές συλλογές): Λονδίνο - Ιστανμπούλ (Πόλις, 2009). Αστικά ερείπια (και αντιπερισπασμοί) (Πόλις, 2013). Η επιστροφή των νεκρών (Πόλις, 2017).
Συνέντευξη της Γλυνιαδάκη Κρυστάλλη στο Lifo.gr (Μερόπη Κοκκίνη)