Ξέρω μια όμορφη μικρή, μια θεϊκιά κοπέλα.
Τα παιδικά φουστάνια της να φαίνουνται αφήνουν
δυο πόδια ως το γόνατο - ω, πειρασμός! ω, τρέλα! -
και τ' άλικα τα χείλια της σωρό τα γέλια χύνουν.
Όπου διαβεί κι όπου σταθεί, την ηδονή σκορπίζει.
Και νιώθεις ολοπύρινες ματιές να σου καρφώνει
όταν το φουστανάκι της με χάρη ανεμίζει
και τ' άσπρα κρύφια κάλλη της τ' αφράτα φανερώνει.
Τα μάτια της δοκίμασα να δω ποιο έχουν χρώμα.
Αστράφτουν κείνα και θαρρώ πως «Τ' είδες;» μου φωνάζουν.
«Θαμπώθηκα!» τους λέω 'γω, κι αυτά μου λεν ακόμα:
«Μπορείς να δεις τον ήλιο;» Ναι, πώς τον ήλιο μοιάζουν!
Είναι ξανθή; μελαχρινή; Δεν ξέρω, στο Θεό μου!
Όσες φορές εκοίταξα τη λαμπερή μορφή της,
οι ομορφιές μ' εστράβωσαν. Και χάνω τον καιρό μου
όταν παιδεύομαι να βρω τί κρύβει στην ψυχή της.
~
Εφηβικοί Στίχοι (1913-1916)
Τα παιδικά φουστάνια της να φαίνουνται αφήνουν
δυο πόδια ως το γόνατο - ω, πειρασμός! ω, τρέλα! -
και τ' άλικα τα χείλια της σωρό τα γέλια χύνουν.
Όπου διαβεί κι όπου σταθεί, την ηδονή σκορπίζει.
Και νιώθεις ολοπύρινες ματιές να σου καρφώνει
όταν το φουστανάκι της με χάρη ανεμίζει
και τ' άσπρα κρύφια κάλλη της τ' αφράτα φανερώνει.
Τα μάτια της δοκίμασα να δω ποιο έχουν χρώμα.
Αστράφτουν κείνα και θαρρώ πως «Τ' είδες;» μου φωνάζουν.
«Θαμπώθηκα!» τους λέω 'γω, κι αυτά μου λεν ακόμα:
«Μπορείς να δεις τον ήλιο;» Ναι, πώς τον ήλιο μοιάζουν!
Είναι ξανθή; μελαχρινή; Δεν ξέρω, στο Θεό μου!
Όσες φορές εκοίταξα τη λαμπερή μορφή της,
οι ομορφιές μ' εστράβωσαν. Και χάνω τον καιρό μου
όταν παιδεύομαι να βρω τί κρύβει στην ψυχή της.
~
Εφηβικοί Στίχοι (1913-1916)
Καρυωτάκης, Τα Ποιήματα (1913-1928). Επιμέλεια Γ. Π. Σαββίδης, Νεφέλη, 1992