Είναι πολύ λίγοι αυτοί που έχουν
την τόλμη να ερωτευτούν αληθινά…
– Jane Austen / Pride and prejudice
την τόλμη να ερωτευτούν αληθινά…
– Jane Austen / Pride and prejudice
μεσάνυχτα στην πόλη, κρύο
άδειοι οι δρόμοι και υγροί
τρέχεις, κάπου να φας με την παρέα
όλα κλειστά
Δευτέρα σήμερα, αρχή της εβδομάδας
σ’ ένα ορθάδικο καταλήγεις
με καλαμάκι-σουβλάκι,
έρχεται η σερβιτόρα
μελαχρινή, φοράει μια μωβ
αθλητική μπλούζα, άνετη και χαλαρή
μ’ ένα λευκό χαμόγελο, μ’ ένα ωραίο χαμόγελο
και το μπλοκάκι στο χέρι,
ένα κεμπάπ, με διπλή πίτα, απ’ όλα
παραγγέλνεις, ανεβαίνεις στο σκαμπό
κρυώνουν τα πόδια σου
με τα πράσινα σταράκια
μία από τα ίδια παίρνει κι η παρέα
το μαρούλι του Δημήτρη
κρέμεται απ’ το στόμα του
ένα, δύο, τρία, λίγα λεπτά αρκούν
και το κεμπάπ γίνεται ανάμνηση
έξω κοιτάς, δύο σκληροί τύποι
σουβλάκι τρώνε με τζατζίκι
καθισμένοι στα μηχανάκια τους
επίδειξη να κάνουν, οι γελοίοι,
στα πλάσματα της φαντασίας τους,
περνάει η ώρα, κλείνει το μαγαζί
καμιά γυναίκα στους δρόμους, ούτε μία
σε ζεστές αγκαλιές, το ξέρεις καλά
τη νύχτα τους θα περάσουν
ή και μόνες, με φτηνά σήριαλ
στην τηλεόραση, με ποίηση
μ’ ένα ποτήρι κρασί, με τη φωτογραφία σου
σιγοντάρει η Τζένη Βάνου
“αν είναι η αγάπη αμαρτία”
κι άλλα αισθαντικά της νύχτας
ακολουθούν ο Πάριος, ο Ρέμος, ο Τερζής,
πίσω στο σπίτι, λίγο πριν κοιμηθείς
αναρωτιέσαι που χάθηκαν οι ήρωες
και που οι ποιητές, κοιτάς το πρόσωπό σου
στον θολό καθρέφτη, γελάς
πουθενά δεν χάθηκαν, μονολογείς
απλά κρύβονται από τον εαυτό τους.
πηγή
άδειοι οι δρόμοι και υγροί
τρέχεις, κάπου να φας με την παρέα
όλα κλειστά
Δευτέρα σήμερα, αρχή της εβδομάδας
σ’ ένα ορθάδικο καταλήγεις
με καλαμάκι-σουβλάκι,
έρχεται η σερβιτόρα
μελαχρινή, φοράει μια μωβ
αθλητική μπλούζα, άνετη και χαλαρή
μ’ ένα λευκό χαμόγελο, μ’ ένα ωραίο χαμόγελο
και το μπλοκάκι στο χέρι,
ένα κεμπάπ, με διπλή πίτα, απ’ όλα
παραγγέλνεις, ανεβαίνεις στο σκαμπό
κρυώνουν τα πόδια σου
με τα πράσινα σταράκια
μία από τα ίδια παίρνει κι η παρέα
το μαρούλι του Δημήτρη
κρέμεται απ’ το στόμα του
ένα, δύο, τρία, λίγα λεπτά αρκούν
και το κεμπάπ γίνεται ανάμνηση
έξω κοιτάς, δύο σκληροί τύποι
σουβλάκι τρώνε με τζατζίκι
καθισμένοι στα μηχανάκια τους
επίδειξη να κάνουν, οι γελοίοι,
στα πλάσματα της φαντασίας τους,
περνάει η ώρα, κλείνει το μαγαζί
καμιά γυναίκα στους δρόμους, ούτε μία
σε ζεστές αγκαλιές, το ξέρεις καλά
τη νύχτα τους θα περάσουν
ή και μόνες, με φτηνά σήριαλ
στην τηλεόραση, με ποίηση
μ’ ένα ποτήρι κρασί, με τη φωτογραφία σου
σιγοντάρει η Τζένη Βάνου
“αν είναι η αγάπη αμαρτία”
κι άλλα αισθαντικά της νύχτας
ακολουθούν ο Πάριος, ο Ρέμος, ο Τερζής,
πίσω στο σπίτι, λίγο πριν κοιμηθείς
αναρωτιέσαι που χάθηκαν οι ήρωες
και που οι ποιητές, κοιτάς το πρόσωπό σου
στον θολό καθρέφτη, γελάς
πουθενά δεν χάθηκαν, μονολογείς
απλά κρύβονται από τον εαυτό τους.
πηγή
Ο Ειρηναίος Μαράκης γεννήθηκε στα Χανιά το 1986, απόφοιτος της τεχνικής εκπαίδευσης. Συμμετέχει με ποιήματα του στα συλλογικά έργα (e-books) ενώ ποιήματα του έχουν δημοσιευτεί σε διάφορες λογοτεχνικές σελίδες. Αρθρογραφεί στην εφημερίδα Αγώνας της Κρήτης καθώς και στο διαδικτυακό πολιτικό και πολιτιστικό περιοδικό Ατέχνως. Τίτλοι βιβλιων: Όλα είναι όπλα (Ατέχνως, 2021)