Φως ιλαρόν
Είσαι το μόνο φως που ορίζω
Σε πύργο σε κρατώ στημένο
Στον άνεμο
Σʼ αβράδυαστη μέρα σʼ αιχμαλωτίζω
Μαργαριτάρια σου χαρίζω
Περίπατους γλυκούς
Σʼ ουρανούς δίχως σύνορα.
Πριν από σένα
Είχαν δει την καρδιά μου οι γλάροι
Να ναυαγεί
Σκεπασμένη με φύκια.
Τώρα χτυπάς εσύ το τζάμι μου
Κι οι γούνες της θάλασσας
Τυλίγουν το ρίγος μου
Νύχτες έναστρες ξεκολλούν
απʼ το χρόνο
φωτιές από ουράνια τόξα
καίνε στο τζάκι μου
ξημερώνει
και δεν διαλύονται τα φαντάσματα
που χτίζουν στον ύπνο μου
παλάτια στην άμμο.
Φως ιλαρόν
Όποια χώρα επισκεφθείς λέγεται
Ελπίδα
Όποια γη πατήσεις καλπάζει
Στη χαίτη του ιλίγγου
Στην έκσταση
Σ΄όποιο προσκέφαλο κοιμηθείς
Με σπαθί λυγερό από μαρτιάτικο μίσχο
Το σφάζεις
Το γεμίζεις όνειρα.
Λαμπάδα από ανόθευτο κερί
Στα σκοτάδια
Φέξε απʼ τα ύψη τους νόμους
Μιας νέας θρησκείας
Αναίμακτης
Το υλικό
Για το μέγα ναό της ειρήνης
Που αιώνες ονειρεύονται
Τʼ ανθρώπινα ποίμνια.
Δείξε σʼ όσους δεν πίνουν
Άλλο κρασί απʼ το αίμα
Και το κίτρινο μέταλλο έχουν θεό
Τις διαστάσεις του χρόνου
Στο χώρο που εσύ μόνο βαδίζεις
Το μόριο της παρουσίας τους
Στο απέραντο σύμπαν
Το μαστό τον αστείρευτο
Της αγάπης το γάλα.
Εξήγησε τους πόσο απύθμενη είναι
Η άβυσσος
Πόσο έχουνε κιόλας
Στο χείλος της πλησιάσει
Με το πνεύμα δεμένο
Στων πολέμων τʼ αμάξια
Πόση οργή ηφαιστείων κλείνει
Η ξέχειλη καρδιά των ταπεινών
Που δεν είδαν ποτέ τους
Ψωμί και βιβλίο
Και γράψε στο μαύρο βελούδο
Του άπειρου
Με πύρινα γράμματα
Πως η νίκη θα ʽναι του Ανθρώπου.
Φως ιλαρόν
Εσύ, εγώ και το τραγούδι
Τρέχομε ακόμα μαζί
Διανύομε αποστάσεις μέσα σε στιγμές
Εισδύοντας σε κύκλους πύρινους
Για να καούμε
Μα, απʼ τη δοκιμασία
Βγαίνομε πιο άλκιμοι
Και πιο λαμπροί.
Δεν ξέρω αν ήταν εποχή που είμαστε
Άγνωστοι
Εσύ, εγώ και το τραγούδι
Τώρα αναζητιόμαστε κι οι τρεις
Απεγνωσμένα
Η επαφή μας κάνει τα δέντρα
Να τινάζονται
Δίχως πνοή ανέμου
Λέξεις βελούδινες ανθούν στʼ αυτιά
Με ματωμένους μίσχους
Κι ένας λαβύρινθος μας παρασύρει
Στα ενδότερα του.
Κι αυτόν όμως τον κίνδυνο τον αψηφούμε
-γιατί τώρα το νήμα δεν υπάρχει
κι η Αριάδνη ήταν μύθος-
πάνω στο άσπρο προσκέφαλο του δειλινού
κωφεύομε
στη μυστική επίκληση της φρόνησης
είμαστε έτοιμοι για το πήδημα
του θανάτου
για την πάλη της αγάπης
εναντίον όλων
για την ελπίδα που τρέμει
και ζητά να ζήσει
μες στα ερείπια και στις στάχτες
για την απόφαση
να συγκολλήσουμε τρίμμα με τρίμμα
όλα τα θρύψαλλα
σʼ έναν καθρέφτη γαλανό
με χλοερές ανταύγειες
και δάφνες άκοπες στις όχθες
να ιδούμε ακόμα μια φορά
ολάνθιστο το πρόσωπο μας.
~
από τη συλλογή Φως ιλαρόν. εκδ. Δωρικός, 1966.\
πηγή
Είσαι το μόνο φως που ορίζω
Σε πύργο σε κρατώ στημένο
Στον άνεμο
Σʼ αβράδυαστη μέρα σʼ αιχμαλωτίζω
Μαργαριτάρια σου χαρίζω
Περίπατους γλυκούς
Σʼ ουρανούς δίχως σύνορα.
Πριν από σένα
Είχαν δει την καρδιά μου οι γλάροι
Να ναυαγεί
Σκεπασμένη με φύκια.
Τώρα χτυπάς εσύ το τζάμι μου
Κι οι γούνες της θάλασσας
Τυλίγουν το ρίγος μου
Νύχτες έναστρες ξεκολλούν
απʼ το χρόνο
φωτιές από ουράνια τόξα
καίνε στο τζάκι μου
ξημερώνει
και δεν διαλύονται τα φαντάσματα
που χτίζουν στον ύπνο μου
παλάτια στην άμμο.
Φως ιλαρόν
Όποια χώρα επισκεφθείς λέγεται
Ελπίδα
Όποια γη πατήσεις καλπάζει
Στη χαίτη του ιλίγγου
Στην έκσταση
Σ΄όποιο προσκέφαλο κοιμηθείς
Με σπαθί λυγερό από μαρτιάτικο μίσχο
Το σφάζεις
Το γεμίζεις όνειρα.
Λαμπάδα από ανόθευτο κερί
Στα σκοτάδια
Φέξε απʼ τα ύψη τους νόμους
Μιας νέας θρησκείας
Αναίμακτης
Το υλικό
Για το μέγα ναό της ειρήνης
Που αιώνες ονειρεύονται
Τʼ ανθρώπινα ποίμνια.
Δείξε σʼ όσους δεν πίνουν
Άλλο κρασί απʼ το αίμα
Και το κίτρινο μέταλλο έχουν θεό
Τις διαστάσεις του χρόνου
Στο χώρο που εσύ μόνο βαδίζεις
Το μόριο της παρουσίας τους
Στο απέραντο σύμπαν
Το μαστό τον αστείρευτο
Της αγάπης το γάλα.
Εξήγησε τους πόσο απύθμενη είναι
Η άβυσσος
Πόσο έχουνε κιόλας
Στο χείλος της πλησιάσει
Με το πνεύμα δεμένο
Στων πολέμων τʼ αμάξια
Πόση οργή ηφαιστείων κλείνει
Η ξέχειλη καρδιά των ταπεινών
Που δεν είδαν ποτέ τους
Ψωμί και βιβλίο
Και γράψε στο μαύρο βελούδο
Του άπειρου
Με πύρινα γράμματα
Πως η νίκη θα ʽναι του Ανθρώπου.
Φως ιλαρόν
Εσύ, εγώ και το τραγούδι
Τρέχομε ακόμα μαζί
Διανύομε αποστάσεις μέσα σε στιγμές
Εισδύοντας σε κύκλους πύρινους
Για να καούμε
Μα, απʼ τη δοκιμασία
Βγαίνομε πιο άλκιμοι
Και πιο λαμπροί.
Δεν ξέρω αν ήταν εποχή που είμαστε
Άγνωστοι
Εσύ, εγώ και το τραγούδι
Τώρα αναζητιόμαστε κι οι τρεις
Απεγνωσμένα
Η επαφή μας κάνει τα δέντρα
Να τινάζονται
Δίχως πνοή ανέμου
Λέξεις βελούδινες ανθούν στʼ αυτιά
Με ματωμένους μίσχους
Κι ένας λαβύρινθος μας παρασύρει
Στα ενδότερα του.
Κι αυτόν όμως τον κίνδυνο τον αψηφούμε
-γιατί τώρα το νήμα δεν υπάρχει
κι η Αριάδνη ήταν μύθος-
πάνω στο άσπρο προσκέφαλο του δειλινού
κωφεύομε
στη μυστική επίκληση της φρόνησης
είμαστε έτοιμοι για το πήδημα
του θανάτου
για την πάλη της αγάπης
εναντίον όλων
για την ελπίδα που τρέμει
και ζητά να ζήσει
μες στα ερείπια και στις στάχτες
για την απόφαση
να συγκολλήσουμε τρίμμα με τρίμμα
όλα τα θρύψαλλα
σʼ έναν καθρέφτη γαλανό
με χλοερές ανταύγειες
και δάφνες άκοπες στις όχθες
να ιδούμε ακόμα μια φορά
ολάνθιστο το πρόσωπο μας.
~
από τη συλλογή Φως ιλαρόν. εκδ. Δωρικός, 1966.\
πηγή
Η Ρίτα Μπούμη - Παπά (Σύρος, 1906 - Αθήνα, 1984) ήταν Ελληνίδα ποιήτρια και μεταφράστρια. Η Ρίτα Μπούμη γεννήθηκε στη Σύρο. Το 1920 εγκαταστάθηκε στις Συρακούσες της Σικελίας, όπου σπούδασε παιδαγωγική και ειδικεύτηκε στη μέθοδο Montessori . Μετά την επιστροφή της στην Ελλάδα εργάστηκε ως δημοσιογράφος και μεταφράστρια σε περιοδικά όπως η Νέα Εστία, το Νέον Κράτος, η Νέοι ρυθμοί και εφημερίδες όπως η Αλλαγή, η Μάχη, η Αυγή (την περίοδο 1957-1960). Υπήρξε αρχισυντάκτις του περιοδικού Ιόνιος Ανθολογία (από το 1929), εκδότρια των περιοδικών Εφημερίδα των ποιητών (1956-1958) και Κυκλάδες (1930-1932) και διευθύντρια του Ιδρύματος Περιθάλψεως Παιδιού (1930-1933). Το 1936 παντρεύτηκε τον ποιητή Νίκο Παππά, με τον οποίο έζησε στα Τρίκαλα ως το 1940, οπότε εγκαταστάθηκαν στην Αθήνα, όπου έζησαν την υπόλοιπη ζωή τους. Στη λογοτεχνία πρωτοεμφανίστηκε το 1929 με τη δημοσίευση του ποιήματός της Μικρέ μου αλήτη… στη Νέα Εστία, ενώ σε παιδική ηλικία είχε δημοσιεύσει ποιήματα στη Διάπλαση των Παίδων (1919). Ασχολήθηκε κυρίως με την ποίηση αλλά και με την πεζογραφία, την ταξιδιωτική λογοτεχνία, τη μετάφραση (έργα των Λ.Λέβτσεφ, Σολόχωφ, Μπέκετ, Μπέττι, Ουγκώ και άλλων). Τιμήθηκε με τον Α΄ Έπαινο της Ακαδημίας Αθηνών (1935), το Α’ Βραβείο Εθνικής Αντίστασης (1945), το Διεθνές Βραβείο Συρακουσών (1949), το Βραβείο της Γυναικείας Λογοτεχνικής Συντροφιάς (1965) καθώς και από το Ρουμανικό κράτος και την Ακαδημία του Βουκουρεστίου. Υπήρξε μέλος της Ακαδημίας Αθηνών. Ποιήματά της μεταφράστηκαν στα αγγλικά, γαλλικά, ιταλικά, γερμανικά, ρωσικά, ισπανικά, ουγγρικά, σερβικά, πολωνικά, αλβανικά, πορτογαλικά και άλλες γλώσσες. Η Ρίτα Μπούμη - Παπά τοποθετείται χρονικά στους έλληνες λογοτέχνες της γενιάς του μεσοπολέμου. Η γραφή της χαρακτηρίζεται θεμελιωδώς από τη φυσιολατρεία της, και παρουσιάζει έντονα τα στοιχεία του αισθησιασμού, του λυρισμού αλλά και του πολιτικού και κοινωνικού προβληματισμού, ιδιαίτερα στα μεταπολεμικά έργα της.